Menu Close

12/6/2018

Τα λόγια και τα έργα

«Δεν θα μπει στη βασιλεία των ουρανών εκείνος που μου λέγει, Κύριε, Κύριε, αλλ’ εκείνος που εκτελεί το θέλημα του Πατρός μου, που είναι στους ουρανούς».

1. Γιατί δεν είπε, «Αλλ’ αυτός που εκτελεί το δικό μου θέλημα;» Επειδή στην αρχή ήταν αρκετό να δεχθούν αυτό πρώτο καθόσον ήταν πολύ μεγάλο λόγω της πνευματικής αδυναμίας τους. Εξάλλου δε υπενόησε και αυτό, με αυτό που είπε. Μαζί δε με αυτά είναι δυνατόν να λεχθεί και αυτό, ότι δηλαδή δεν υπάρχει άλλο θέλημα του Υιού, παρά το θέλημα του Πατέρα.

Στο σημείο αυτό νομίζω ότι κατηγορεί ιδίως τους Ιουδαίους, που στήριζαν το παν στα δόγματα και δεν φρόντιζαν καθόλου για τον τρόπο της ζωής τους. Για τούτο και ο Παύλος κατηγορεί αυτούς λέγοντας· «Ιδού συ ονομάζεσαι Ιουδαίος και επαναπαύεσαι επάνω στο νόμο και υπερηφανεύεσαι θεωρώντας δικό σου το Θεό, και γνωρίζεις το θέλημα του Θεού» (Ρωμ. 2, 17-18»· αλλά δεν έχεις καμιά πλέον ωφέλεια απ’ αυτό, όταν δεν έχεις να επιδείξεις τη ζωή σου και τα έργα σου.

Αυτός όμως δεν αρκέστηκε μόνον σ’ αυτά, αλλά προχώρησε πολύ περισσότερο. «Διότι πολλοί θα μου πουν εκείνη την ημέρα· Κύριε, Κύριε, δεν προφητεύαμε με το να επικαλούμαστε το όνομά σου; « Διότι βεβαίως, λέγει, δεν αποβάλλεται από τους ουρανούς μόνον αυτός που έχει πίστη και παραμελεί τη ζωή του, αλλά και αν ακόμη μαζί με την πίστη του έχει κάμει πολλά θαύματα, δεν διέπραξε όμως καμιά αγαθή πράξη, και αυτός ομοίως εμποδίζεται από εκείνα τα ιερά πρόθυρα. «Διότι πολλοί θα μου πουν εκείνη την ημέρα· Κύριε, Κύριε, δεν προφητεύσαμε στο όνομά σου;» Βλέπεις πώς εισάγει στη συνέχεια κατά τρόπο απαρατήρητο τον εαυτόν του, όταν ολοκλήρωσε όλη την ομιλία του, και υποδεικνύει τον εαυτόν του ότι είναι κριτής; Διότι το ότι μεν θα τιμωρηθούν αυτοί που αμαρτάνουν το φανέρωσε στα προηγούμενα· ποιος όμως είναι αυτός που τιμωρεί, το αποκαλύπτει στη συνέχεια εδώ. Και δεν είπε κατά τρόπο φανερό ότι «Εγώ είμαι», αλλά «πολλοί θα μου πουν», δηλώνοντας και πάλι το ίδιο πράγμα. Διότι εάν αυτός δεν ήταν κριτής πώς θα μπορούσε να πει προς αυτούς «Και τότε θα διακηρύξω προς αυτούς· φύγετε από εμένα, διότι ουδέποτε σας αναγνώρισα για δικούς μου»; Όχι μόνον κατά τον καιρό της κρίσεως, λέγει, αλλά ούτε όταν κάνατε θαύματα στο όνομά μου.

Για τούτο και έλεγε στους μαθητές· «Μη χαίρεσθε επειδή τα δαιμόνια υποτάσσονται σε σας, αλλ’ επειδή τα ονόματά σας έχουν γραφεί στους ουρανούς» (Λουκ. 10, 20). Και παντού δίνει εντολή να φροντίζουν πάρα πολύ τον τρόπο της ζωής τους. Διότι δεν είναι δυνατόν άνθρωπος που ζει ορθά και είναι απαλλαγμένος από όλα τα πάθη να τον παραβλέψει ποτέ ο Θεός, αλλά και αν ακόμη συμβεί να πλανηθεί αμέσως ο Θεός θα τον επαναφέρει προς την αλήθεια.

Αλλ’ υπάρχουν μερικοί που λέγουν, ότι αυτοί τα έλεγαν αυτά λέγοντας ψέματα· για τούτο ακριβώς, λέγει, δεν σώθηκαν. Λοιπόν ο Ιησούς παρουσιάζει εδώ το αντίθετο από αυτό που θέλει να είναι οι άνθρωποι. Καθόσον θέλει εδώ να αποδείξει, ότι η πίστη χωρίς τα έργα δεν έχει καμιά δύναμη. Στη συνέχεια ενισχύοντας την ιδέα αυτή πρόσθεσε και τα θαύματα, κάνοντας φανερό ότι όχι μόνο η πίστη, αλλά ούτε η επίδειξη των θαυμάτων θα ωφελήσουν σε τίποτε αυτόν που κάνει θαύματα χωρίς αρετή.

Εάν δε δεν θαυματούργησαν, πώς ήταν δυνατόν αυτό το πράγμα να ειπωθεί εδώ. Άλλωστε ούτε θα ήταν δυνατόν να τολμήσουν να πουν προς Αυτόν αυτά, στη διάρκεια της κρίσεως. Και αυτή όμως η απάντηση και το ότι απαντά κατόπιν ερωτήσεως αποδεικνύουν ότι αυτοί θαυματούργησαν. Επειδή, δηλαδή, είδαν το τέλος τους αντίθετο από ό,τι ανέμεναν, και ότι εδώ μεν ήσαν αξιοθαύμαστοι από όλους κάνοντας θαύματα, ενώ εκεί βλέπουν τους εαυτούς τους να τιμωρούνται στη συνέχεια με έκπληξη και θαυμασμό λέγουν· «Κύριε δεν προφητεύσαμε στο όνομά σου;»· πώς λοιπόν τώρα μας αποστρέφεσαι; τί θέλει αυτό το περίεργο και παράδοξο τέλος;

Αλλ’ εκείνοι μεν θαυμάζουν επειδή τιμωρήθηκαν, μολονότι έκαμαν τέτοια θαύματα, συ όμως μη θαυμάζεις. Διότι η χάρη προέρχεται ολόκληρη από την δωρεά αυτού που την δίδει· εκείνοι όμως δεν προσέφεραν τίποτε από τους εαυτούς τους· για τούτο και δικαίως τιμωρούνται, επειδή αποδείχθηκαν αγνώμονες και αναίσθητοι προς Αυτόν που τους τίμησε έτσι, ο οποίος δίνει και στους ανάξιους τη χάρη.

Τί λοιπόν, θα έλεγε κάποιος, έκαναν τέτοια θαύματα καθ’ ην στιγμήν ζούσαν βίο άνομο; Μερικοί μεν λέγουν, ότι δεν παρανομούσαν καθόν χρόνον έκαναν αυτά τα θαύματα αλλ’ ύστερα μεταβλήθηκαν και έκαναν την ανομία. Αλλ’ αν αυτό συμβαίνει, πάλι δεν αληθεύει το εξεταζόμενο θέμα. Διότι αυτό που προσπάθησε να δείξει ο Ιησούς είναι αυτό· ότι δεν έχουν ισχύ ούτε η πίστη, ούτε τα θαύματα αν δεν υπάρχει ενάρετος βίος· πράγμα που και ο Παύλος έλεγε· «Εάν έχω πίστη, ώστε να μετακινώ όρη, και αν γνωρίζω όλα τα μυστήρια και ολόκληρη τη γνώση και δεν έχω αγάπη, δεν είμαι τίποτε» (Α΄ Κορινθ. 13, 2).

Ποιοι λοιπόν είναι αυτοί; θα έλεγε κάποιος. Πολλοί από αυτούς που πίστεψαν έλαβαν χαρίσματα, όπως ήταν αυτός που βγάζει τα δαιμόνια και δεν είναι δικός του όπως π.χ. ο Ιούδας καθόσον και αυτός είχε χάρισμα αν και ήταν πονηρός. Και στην Π. Διαθήκη δε θα μπορούσε κανείς να βρει αυτό, όπου η χάρη πολλές φορές ενέργησε σε ανάξιους ανθρώπους για να ευεργετήσει άλλους. Επειδή βεβαίως δεν ήταν όλοι άξιοι σε όλα, αλλ’ οι μεν είχαν καθαρό βίο, δεν είχαν όμως και ανάλογη πίστη, σε άλλους δε συνέβαινε το αντίθετο, προτρέπει και εκείνους μέσω αυτών, ώστε να επιδείξουν πολλή πίστη, και προσκαλεί αυτούς ώστε να γίνουν καλύτεροι με την βοήθεια της ανέκφραστης αυτής δωρεάς.

2. Για τούτο και έδινε με πολλή αφθονία τη χάρη του. Διότι, λέγει, «Κάμαμε πολλά θαύματα». Αλλά θα πω τότε σ’ αυτούς, ότι «Δεν σας γνωρίζω». Διότι τώρα μεν νομίζουν ότι είναι φίλοι μου τότε όμως θα γνωρίζουν, ότι δεν τους έδωσα τη χάρη μου επειδή ήταν φίλοι μου.

Και γιατί θαυμάζεις αν έδωσε χαρίσματα σε άνδρες που έχουν μεν πιστέψει σ’ αυτόν, όμως δεν έχουν βίο που να συμφωνεί με την πίστη τους, αφού βεβαίως και στα δύο αυτά είδη των ανθρώπων ενεργεί ο Κύριος και όταν αυτοί στερούνται κάθε αγαθότητας; Διότι βέβαια και ο Βααλάμ (Βλεπ. Αριθμ. 22, εξ. 31, 20, Ιησ. Ναυή 13, 22, Β΄ Πέτρου 2, 15, Αποκ. 2, 14, Ιούδα 11) ήταν άσχετος και με την πίστη και με τον ενάρετο βίο, αλλ’ όμως ενέργησε σ’ αυτόν η χάρη για να ευεργετήσει άλλους (Αριθμ. 22, 1 εξ. και 22, 21-35). Και ο Φαραώ ήταν παρόμοιος, αλλ’ όμως και σ’ εκείνον έδειξε τα μέλλοντα να συμβούν (Γεν. 41, 1 εξ.). Και ο Ναβουχοδονόσορ ήταν ο πλέον παράνομος, και όμως και σ’ αυτόν φανέρωσε αυτά που θα συνέβαιναν ύστερα από πολλές γενεές (Δανιήλ 2, 28). Και στον υιόν εκείνου πάλι, που υπερέβαλε τον πατέρα του στην παρανομία, φανέρωσε τα μέλλοντα να συμβούν, κάνοντας θαυμαστά και μεγάλα πράγματα. (Δανιήλ 2, 1 εξ. σχετ. με τις λέξεις Μανί, θεκέλ, φαρές). (σ.μ. ζυγίσθηκες μετρήθηκες και βρέθηκες ελλιπής). Επειδή λοιπόν τότε το κήρυγμα βρισκόταν  στην αρχή του και ήταν ανάγκη να κάμει μεγάλη επίδειξη της δυνάμεώς του, έπαιρναν δώρα και πολλοί από τους αναξίους. Αλλ’ όμως από αυτά τα σημεία δεν ωφελούνταν σε τίποτε εκείνοι, αλλά μάλλον τιμωρούνταν. Για τούτο και είπε εκείνον τον φοβερό λόγο σ’ αυτούς· «Ουδέποτε σας αναγνώρισα για δικούς μου». Διότι πολλούς και από εδώ ήδη τους μισεί και τους αποστρέφεται προτού να γίνει η κρίση.

Ας φοβηθούμε λοιπόν, αγαπητοί και ας καταβάλουμε μεγάλη φροντίδα για τον τρόπο της ζωής μας, και ας μη νομίζουμε ότι έχουμε λάβει λιγότερη χάρη επειδή δεν κάνουμε τώρα θαύματα. Διότι δεν είχαμε ποτέ ωφεληθεί για τίποτε περισσότερο απ’ αυτό, όπως ακριβώς λοιπόν ούτε μας μειώνει το γεγονός ότι δεν θαυματουργούμε αν φροντίζουμε για την αρετή γενικά. Διότι για μεν τα θαύματα είμαστε οι ίδιοι οφειλέτες, για τον βίο όμως και τις πράξεις μας έχουμε οφειλέτη τον Θεό.

Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, Η επί του όρους ομιλία του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού ή ο ευαγγελικός νόμος, απόδ. στη νεοελληνική Δημήτριος Αθανασόπουλος, Αθήνα, 1988.