Menu Close

21/12/2023

Προσευχές για τους νεκρούς

Το ακόλουθο περιστατικό μας δείχνει πόσο σημαντική είναι η τέλεση μνημόσυνου στη θεία λειτουργία: πριν την αφαίρεση των λειψάνων του αγ. Θεοδοσίου του Τσερνίγκωφ (1896), ο φημισμένος Στάρετς Αλέξιος (†1916), ιερομόναχος του Ερημητηρίου του Γκολοσεγιέφσκυ της Λαύρας των Σπηλαίων του Κιέβου, ο οποίος διεξήγαγε την ανακομιδή των λειψάνων, αποκαμωμένος καθώς καθόταν δίπλα στα Ιερά λείψανα, λαγοκοιμήθηκε και είδε μπροστά του τον άγιο, ο οποίος του είπε: «Σ’ ευχαριστώ που κοπιάζεις για μένα και σε παρακαλώ θερμά, όταν τελέσεις τη θεία λειτουργία, να μνημονεύσεις τους γονείς μου» – και έδωσε τα ονόματά τους. (πατήρ Νικήτας και Μαρία).[1] «Πώς μπορείς εσύ, ω Άγιε, να ζητάς τις δικές μου προσευχές, όταν εσύ ο ίδιος στέκεσαι στον ουράνιο Θρόνο και ικετεύεις το Θεό να δωρίσει στους ανθρώπους το έλεός Του»; ρώτησε ο ιερομόναχος. «Ναι, αυτό είναι αλήθεια», απάντησε ο άγιος Θεοδόσιος, «αλλά η προσφορά στη θεία λειτουργία έχει περισσότερη δύναμη από την προσευχή μου».

Έτσι λοιπόν φαίνεται, πως οι παννυχίδες και η κατ’ οίκον προσευχή για τους νεκρούς είναι ευεργετικές για την ψυχή τους, όπως εξάλλου είναι και οι εις μνήμην τους αγαθοεργίες, όπως ελεημοσύνες ή συνεισφορές στην εκκλησία. Όμως ιδιαιτέρως ευεργετική είναι η τέλεση μνημόσυνου στη θεία λειτουργία, και πολλές εμφανίσεις νεκρών και άλλα περιστατικά τα οποία έχουν σημειωθεί, επιβεβαιώνουν κάτι τέτοιο. Πολλοί άνθρωποι που πέθαναν εν μετανοία, αλλά που δεν μπόρεσαν να εκφράσουν έμπρακτα τη μετάνοιά τους όσο ζούσαν, ελευθερώθηκαν από τα μαρτύρια και βρήκαν ανάπαυση. Στην Εκκλησία πάντοτε προσφέρονται προσευχές υπέρ αναπαύσεως των νεκρών, και μάλιστα την ημέρα της Καθόδου του Αγίου Πνεύματος, στον εσπερινό της γονυκλισίας, υπάρχει μία ειδική ευχή «για τους ευρισκομένους στον άδη».

Στους Διαλόγους του, ο άγ. Γρηγόριος ο Μέγας, απαντώντας στην ερώτηση, «Ποιο άραγε θα μπορούσε να είναι αυτό, πού έχει τη δύναμη να ωφελήσει τις ψυχές των νεκρών;» διδάσκει: «Εάν τα πταίσματα δεν είναι ασυγχώρητα μετά θάνατον, συνήθως πολύ βοηθεί τις ψυχές ακόμα και μετά θάνατον η ιερή αναφορά της σωτηριώδους Θυσίας, τόσο που ορισμένες φορές παρουσιάζονται και οι ίδιες οι ψυχές των κεκοιμημένων και το ζητούν αυτό… Με όλα αυτά πρέπει να θεωρήσουμε πως ασφαλέστερη οδός είναι, ό,τι καλό ελπίζει ο καθένας να ενεργηθεί μετά το θάνατο του από τους άλλους, να το κάνει ο ίδιος για τον εαυτό του όσο ζει. Μακαριότερο πράγματι είναι να εξέλθει κανείς ελεύθερος, παρά μετά τα δεσμά να ζητάει ελευθερία. Οφείλουμε, επομένως, με όλη μας τη διάνοια να καταφρονούμε τον παρόντα αιώνα, για ένα λόγο παραπάνω τώρα που τον βλέπουμε ήδη να καταρρέει, και να θύουμε στο Θεό καθημερινές θυσίες δακρύων, και καθημερινές προσφορές του Σώματος και Αίματος του. Αυτή πράγματι η θυσία κατά τρόπο μοναδικό σώζει την ψυχή από την αιώνια απώλεια, γιατί δια του μυστηρίου ανακαινίζει για εμάς το θάνατο του Μονογενούς».[2]

Ο άγ. Γρηγόριος αναφέρει διάφορα περιστατικά κατά τα όποια οι νεκροί εμφανίστηκαν σε ζωντανούς και τους παρακάλεσαν να τελέσουν θεία λειτουργία υπέρ αναπαύσεως των ψυχών τους ή τους ευχαρίστησαν για την τέλεση της. Αναφέρει επίσης την περίπτωση ενός αιχμαλώτου, τον όποιο ή σύζυγος του θεωρούσε νεκρό και υπέρ αναπαύσεως του οποίου κανόνιζε να τελείται λειτουργία ορισμένες ημέρες. Ο αιχμάλωτος αυτός όταν επέστρεψε της διηγήθηκε ότι είχε ελευθερωθεί από τα δεσμά του κάποιες ήμερες, ακριβώς εκείνες τις ήμερες της τέλεσης λειτουργίας.[3]

Οι Προτεστάντες γενικώς θεωρούν τις προσευχές της Εκκλησίας για τους νεκρούς κατά κάποιον τρόπο ασύμβατες με την ανάγκη να βρει ο άνθρωπος τη σωτηρία στην επίγεια ζωή του. «Εάν μπορούμε να σωθούμε μέσω της Εκκλησίας μετά το θάνατο, τότε γιατί να μπούμε στον κόπο να παλέψουμε ή να αποκτήσουμε πίστη σε αυτήν τη ζωή; Ας φάμε, ας πιούμε, κι ας γλεντήσουμε…» Φυσικά, κανείς απ’ όσους εφάρμοσαν αυτήν τη φιλοσοφία όσο ζούσαν δε σώθηκε ποτέ χάρη στις προσευχές της Εκκλησίας μετά το θάνατο του, και είναι προφανές ότι ένα τέτοιο επιχείρημα είναι, απολύτως τεχνητό, ακόμα και υποκριτικό. Οι προσευχές της Εκκλησίας δεν μπορούν να σώσουν τον οιονδήποτε δεν επιθυμεί τη σωτηρία του, ή αυτόν που ποτέ δεν αγωνίστηκε ο ίδιος να την κατακτήσει κατά τη διάρκεια της ζωής του. Κατά μία έννοια, θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι προσευχές της Εκκλησίας ή του κάθε Χριστιανού ξεχωριστά για κάποιο νεκρό δεν προκύπτουν παρά ως αποτέλεσμα του τρόπου ζωής του: κανείς δε θα προσευχόταν γι’ αυτόν εάν δεν είχε κάνει κάτι όσο ζούσε που να εμπνέει μία τέτοια προσευχή μετά το θάνατο του.

Ο αγ. Μάρκος Εφέσου ασχολείται επίσης με το ερώτημα περί του νοήματος των προσευχών της Εκκλησίας για τις ψυχές των νεκρών και της προκαλούμενης βελτίωσης στην κατάστασή τους, παραθέτοντας ένα παράδειγμα από την προσευχή του αγ. Γρηγορίου του Διαλόγου για το Ρωμαίο Αυτοκράτορα Τραϊανό, προσευχή την οποία του ενέπνευσε μία αγαθή πράξη αυτού του ειδωλολάτρη Αυτοκράτορα.[4]

Ιερομόναχος Seraphim Rose, Η ψυχή μετά τον θάνατο: Οι μεταθανάτιες εμπειρίες στο φως της ορθόδοξης διδασκαλίας, μετάφραση Παναγιώτα Τσουροπλή, επιμέλεια π. Ιωάννης Δρογγίτης, 5η έκδ., Αθήνα, Μυριόβιβλος, 2004.

[1] Τα ονόματα αυτά ήταν άγνωστα πριν από το όραμα. Αρκετά χρόνια μετά την ανακήρυξη του Θεοδοσίου ως αγίου, βρέθηκε το δικό του Βιβλίο Μνημοσύνων στη μονή όπου ήταν κάποτε ηγούμενος, το οποίο επιβεβαίωσε αυτά τα ονόματα καθώς και το όραμα. Βλ. τον Βίο του Πρεσβυτέρου Αλεξίου στην Pravoslavny Blagovestnik, San Francisco, 1967, No. 1 (στα Ρωσικά).

[2] Αγίου Γρηγορίου του Μεγάλου, Διάλογοι, μτφρ. Στεφάνου δ.μ. με τίτλο Βίοι Αγνώστων Ασκητών, Εκδ. Αδελφότητος Ιερομ. Ιωάννου «Κοίμησις της Θεοτόκου», Αγία Άννα, Άγιον Όρος 1988, IV, 57, 60, σελ. 389, 399-400.

[3] Στο ίδιο IV:57, 59, σελ. 389, 396

[4] Βλ. Η Ψυχή μετά τον Θάνατο, Παράρτημα Ι.