Menu Close

24/6/2022

Δικαστήριο με τον Θεό

Ο αββάς Μωυσής κάποτε αποφάσισε να κατοικήσει σε μια απρόσιτη σπηλιά, στη ρίζα μιας απότομης προεξοχής του βουνού. Ανέβαινε και συλλογιζόταν:

-Καλά όλα τ’ άλλα, μα πού θα βρίσκω νερό σε τούτο τον ξερότοπο;

Τόλεγε και το ξανάλεγε κι άρχισε να κλονίζεται. Τότε άκουσε φωνή να του λέγει:

-Προχώρει αμέριμνος και άφησε αυτή τη φροντίδα σε μένα.

Πήρε θάρρος κι έκανε κατοικία του το σπήλαιο. Ύστερα από λίγο καιρό πήγαν να τον ιδούν δυο συνασκητές του από τη σκήτη. Δεν του βρισκόταν παρά ένα μικρό σταμνί νερό που το ξόδεψε να βράσει λίγες φακές για να τους φιλοξενήσει. Άρχισε τότε να στεναχωριέται και με φανερή αδημονία έμπαινε κι έβγαινε στο σπήλαιο και παρακαλούσε τον Θεό για νερό.

Ξαφνικά εκεί που δεν το περίμενε κανείς, ένα σύννεφο παρασυρμένο από τον άνεμο πήγε κι εστάθηκε πάνω από τη σπηλιά, κι έριξε τόση βροχή, όση χρειάστηκε να γεμίσει όλα του τα σταμνιά ο Μωυσής.

Οι Γέροντες, που δεν τους διέφυγε η αδημονία του, τον ρώτησαν ύστερα από το φαγητό:

-Τί είχες πάθει το πρωί και πηγαινοερχόσουν με τόση ανησυχία;

-Έκανα δικαστήριο με τον Θεό, αποκρίθηκε με αφέλεια ο Αιθίοψ. Του υπενθύμισα πως είχε αναλάβει τη φροντίδα μου και έπρεπε οπωσδήποτε να μου έβρισκε νερό να πιούν οι δούλοι Του. Και να που ο Αγαθός Δεσπότης αναγκάστηκε να στείλει.

Θεοδώρα Χαμπάκη, Γεροντικόν: σταλαγματιές από την πατερική σοφία, Ορθόδοξος Χριστιανική Αδελφότης “Λυδία”, Θεσσαλονίκη, 1987.