Menu Close

15/10/2020

Η προσωπική αναγέννηση

Κάθε καινούργια μέρα, με την ανατολή του ήλιου πάνω σε δικαίους και αδίκους, με κάνει να σκέπτομαι πολύ επίμονα το θέμα της προσωπικής αναγεννήσεως του χριστιανού, που η σπουδαιότητά του στηρίζεται ακριβώς πάνω σε τούτο το σημείο: πως η καλή ή κακή αντιμετώπισή του μπορεί να μας χαρίσει την αιώνια ζωή ή την αιώνια κόλαση. Και είναι, αλήθεια, πολύ κωμικό και τραγικό μαζί, το γεγονός, πως πάντοτε σχεδόν κάνουμε σαν τα μικρά παιδιά – οι περισσότεροι: τους δίνεις μια χρυσή λίρα ή ένα πεντόλιρο, και το περιφρονούν, εμπρός σ’ ένα μικρό νόμισμα, με το οποίο θ’ αγοράσουν απ’ το γειτονικό περίπτερο ένα μικρής διάρκειας και αμφιβόλου ποιότητος γλύκισμα. Προεκτείνετε τώρα αυτή τη σκέψη στους «ηλικιωμένους» και θα ιδήτε με πόση παιδικότητα και ασυγχώρητη επιπολαιότητα αντικρίζουμε τα πιο πνευματικά θέματα της ζωής. Ωστόσο, δεν μπορεί να αρνηθεί κανείς, πως και ο πιο αδιάφορος θρησκευτικά άνθρωπος σκέφτεται σοβαρά κάποτε το μεγάλο κενό, που αφήνει μέσα του η απουσία της πηγής της χαράς, η απουσία του Θεού. Και τότε συλλογίζεται, σαν άλλος άσωτος, να επιστρέψει στον Πατέρα, να γευθεί την αγάπη του Θεού, να αποχτήσει τη Βασιλεία του Θεού.

Τότε είναι που ζει ολοκληρωτικά σ’ ένα μεταίχμιο πολύ δραματικό: απ’ τη μια μεριά οι πιο γλυκές υποσχέσεις της αμαρτίας, που πλέκουν μια επίχρυσην αλυσίδα, που του σφίγγει φριχτά τον λαιμό, και του γεμίζει την καρδιά με το πιο ανελέητο άγχος και την πιο σκληρή αγωνία· και απ’ την άλλη, μέσα σ’ ένα γλυκό και ιλαρό φως, που σκορπίζει η νοσταλγία της αναγεννήσεως, βλέπει το μονοπάτι της επιστροφής στο σπίτι του Πατέρα του, στην πρώτη Πατρίδα του, στη χώρα της ανεκύμαντης γαλήνης και της πνευματικής ειρήνης. Σ’ αυτό το μεταίχμιο στέκονται οι περισσότεροι χριστιανοί, τα περισσότερα -και τα πιο κρίσιμα- χρόνια της τόσο σύντομης, μπρός στην αιωνιότητα, γήινης ζωής τους.

Πάνω από τον ουρανό, ακούγεται καθαρή η φωνή του Χριστού: «ἀμὴν ἀμὴν λέγω σοι, ἐὰν μή τις γεννηθῇ ἄνωθεν, οὐ δύναται ἰδεῖν τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ» (Ιωαν. γ΄ 3). Σε λίγα, όμως, αυτιά μπορεί να φτάσει αυτή η σωτήρια φωνή. Αν έχεις την προσοχή σου γυρισμένη στις παντοδαπές σειρήνες, το θείο κάλεσμα θα μείνει αναπάντητο. Όμως, σαν κυριέψει την καρδιά σου και το είναι σου ολάκερο αυτή η νοσταλγία της αναγεννήσεως, που είπαμε πιο πάνω, ο λόγος του Θεού φέρνει κατάνυξη στην πονεμένη σου ψυχή και το δάκρυ σου αρχίζει να λιώνει τις σκουριασμένες αλυσίδες των αμαρτιών, που σε κρατούσαν δέσμιο, κ’ έτσι, σιγά-σιγά, με τη χάρη του Θεού, παίρνεις τον δρόμο για τον Θεό, που είναι η «ὁδὸς ἀναγεννήσεως». Τότε και το κενό που γέμιζε ως χτες τον μέσα κόσμο σου, με την ανείπωτην ακοσμία του, γεμίζει από «καινά», σα να χει κάποιος καινουργιώσει όλο σου το είναι. Γι’ αυτήν ακριβώς την πνευματική κατάσταση, γράφει αυτά εδώ τα λόγια ο άγιος Ησαΐας, ο αναχωρητής: «ὅταν γὰρ καταλείψῃ ἄνθρωπος τὰς ἁμαρτίας αὐτοῦ καὶ ἐπιστρέψῃ πρὸς τὸν Θεόν, ἡ μετάνοια αὐτοῦ ἀναγεννᾷ αὐτὸν καὶ ὅλον καινὸν ποιεῖ». Αυτό το «καινὸν ποιεῖ», τι πνευματικό περιεχόμενο μπορεί να χωρέσει! Αρχίζουν, μ’ αυτή την εσωτερική ανακαίνιση, τα πνευματικά μάτια να βλέπουν το πνευματικό νόημα των πραγμάτων, που η αχλύς των παθών το είχε σκεπάσει, ή το είχε διαστρέψει. Αρχίζει η χάρη του Αγίου Πνεύματος να «αποκαλύπτεται» και να «εμφανίζεται» στη ζωή μας, κατά τη φράση ενός μυστικού Θεολόγου, «κατὰ ἀναλογίαν τῆς τῶν ἐντολῶν ἐργασίας». Γιατί, για να ’ρθει η χάρη του Θεού και να τελειώσει το έργο της αναγεννήσεως μας, πρέπει τη μετάνοια ν’ ακολουθήσει η τήρηση των εντολών του Θεού, όπως λέγει ο ίδιος άγιος αλλού, μιλώντας για τη δωρεά της θείας χάριτος: «ἔξεστιν ἡμῖν καὶ οὕτω διὰ μετανοίας καὶ τῆς τῶν θεουργῶν ἐντολῶν ἐκπληρώσεως, αὖθις ἐπαναλαβεῖν τὴν τοιαύτην ὑπερφυᾶ φαιδρότητα καὶ ἀνακτήσασθαι καὶ τὴν ταύτης φανέρωσιν κατιδεῖν τηλαυγέστατα». Αυτά, βέβαια, είναι απ’ την πείρα μεγάλων αγίων, που δεν συγκρίνονται, χωρίς φόβο να υπάρξει ένας κίνδυνος βλασφημίας εκ μέρους μας, με τα χαμερπή νοήματα και τα βιώματά μας. Ωστόσο, πρέπει να ξέρουμε πως, μετά το άγιο Ευαγγέλιο, τα πολυτιμότερά μας παραδείγματα αγίας βιοτής, βρίσκονται στους αγίους Πατέρες. Και οι λόγοι τους είναι κείνοι, που θα μας δείξουν τον σωστό δρόμο, που, περνώντας μέσα από την Εκκλησία, μας φέρνει μπρός στα πόδια του Θεού. Κ’ ένας απ’ τους νηπτικούς Πατέρες της Εκκλησίας μας, λέει πως, «ὅταν ὁ νοῦς τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον ἀποδυσάμενος, τὸν ἐκ τῆς χάριτος ἐνδύσηται, τότε καὶ τὴν ἑαυτοῦ κατάστασιν ὄψεται κατὰ τὸν καιρὸν τῆς προσευχής». Πραγματικά, χρειάζεται να βγάλει κανένας από πάνω του τα ενδύματα της αμαρτίας, για να ιδεί την πραγματική, την αληθινή του ουσία, που, όσο βρίσκεται πεσμένη στη λάσπη, θολώνει όλα τα αισθητήρια του ανθρώπου και δεν τον αφήνει να «ἀνακύψῃ εἰς τὸ παντελές». Πρέπει, όμως, να γνωρίζει ο άνθρωπος που αγωνίζεται και διψά την πνευματικήν αναγέννηση, πως «ὅσῳ οὐράνιον καὶ ἀγγελικὸν ὑπάρχει τὸ κατόρθωμα τῆς ἁγιωσύνης, τοσοῦτον βαρυτέραις τῶν ἀντιπάλων ἐπιβουλαῖς πολεμεῖται», κατά την έκφραση του αγίου Κασσιανού του Ρωμαίου. Και χρειάζεται ένας παντοτινός αγώνας, με πολλή δύναμη, πολύ θάρρος, πολλήν υπομονή και μεγάλη πίστη, για να φτάσει μέσα από χίλια εμπόδια στη χώρα της «μεγίστης ἡδονῆς καὶ τρυφῆς αἰωνίου». Γιατί δεν υπάρχει φοβερότερος πόλεμος, από τον πόλεμο των ανθρώπων με τα πάθη τους, τον πόλεμο που έχει για βραβείο νίκης την προσωπική μας αναγέννηση.

Πιο πάνω σημειώσαμε, πως την ειλικρινή μετάνοια την ακολουθεί η ακριβής τήρηση των εντολών του Θεού. Αισθάνομαι την ανάγκη να επιμείνω λίγο περισσότερο πάνω σ’ αυτό το σημείο, γιατί μου φαίνεται βασικό για την προσωπικήν αναγέννηση. Ο περισσότερος κόσμος ακούει μετάνοια και πανικοβάλλεται. Την θεωρούν απάρνηση της ζωής, κ’ επομένως την αφήνουν για τα… γεράματα. Εδώ δεν χρειάζεται και μεγάλη διαλεκτική για ν’ αποδείξει, κανείς το μέγεθος αυτού του σφάλματός και των κινδύνων που το ακολουθούν. Η μετάνοια είναι απάρνηση, αλλά της αμαρτωλής μας ζωής. Έξω απ’ την αμαρτία, τίποτε δεν μας ζητάει ο Θεός ν’ απαρνηθούμε. Αν, όμως, η ως τα τώρα ζωή μας είναι χτισμένη πάνω στην αμαρτία, η ειλικρινής μετάνοια -βασική προϋπόθεση της αναγεννήσεως- επιβάλλει την απάρνηση και της αμαρτίας και της ζωής μας που εκείνη γέμισε με το σκοτάδι της. Χωρίς αυτό είναι αδύνατό να χτίσουμε οτιδήποτε καλό στην πνευματική ζωή μας. Είναι επιγραμματικός ο λόγος του αββά Αλωνίου: «εἰ μὴ τὸ ὅλον κατέστρεψα, οὐκ ἂν ἠδυνήθην ἐμαυτὸν οἰκοδομῆσαι». Και, φυσικά, δεν πρέπει να μας σταθεί εμπόδιο στην αναγέννηση αυτή ο κόσμος και τα επιθυμητά του κόσμου. Ούτε οι άνθρωποι, που θέλουν να μας δείξουν τάχα την αγάπη τους και μας τραβούν με όλες τις δυνάμεις τους, χωρίς πολλές φορές να το καταλαβαίνουν, μακριά από τον δρόμο του Θεού. Στην προσωπική αναγέννηση δεν χωρούν τρίτοι. Μόνο η δική μας ορμή προς τον Θεό, και η Χάρη του Θεού, που θα μας κάμει άξιους γιούς του Θεού, αναγεννημένα δοχεία της θείας του Χάριτος. Αληθινά. «Ἐὰν μὴ εἴπῃ ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ ἄνθρωπος, ὅτι ἐγὼ μόνος καὶ ὁ Θεὸς ἐσμὲν ἐν τῷ κόσμῳ, οὐχ ἕξει ἀνάπαυσιν» και σωτηρία!

Όλοι οι Πατέρες της Εκκλησίας μας τονίζουν τις δυσκολίες, που έχει ο πνευματικός αυτός αγώνας για την προσωπική αναγέννηση. Όμως και όλοι συμφωνούν στ’ ότι ο Θεός στεφανώνει εκείνους που αγωνίζονται με πίστη τον «καλὸν ἀγῶνα». Δεν έχουν σημασία τα χρόνια που αγωνίζεται κανείς. Η αιωνιότητα εκμηδενίζει τα χρονικά, παιχνιδάκια της ανθρώπινης ηλικίας. Σημασία έχουν η πίστη, το περιεχόμενο και η ένταση με την οποίαν αγωνιζόμαστε. Άλλος αγωνίζεται μια ζωή και δεν κατορθώνει να κόψει το παραμικρότερο πάθος – σωματικό η πνευματικό. Κι άλλος αγωνίζεται όπως και όσο πρέπει ένα πολύ μικρότερο χρονικό διάστημα και πετυχαίνει τη σωτηρία του. Η θέληση του ανθρώπου, ο αγώνας κ’ η αγωνία και τα θερμά δάκρυά του βιάζουν την Πύλη του Ουρανού. Είν’ εκείνο, που έλεγε στους ερημίτες ο αββάς Αλώνιος, ότι «ἐὰν θέλῃ ὁ ἄνθρωπος, ἀπὸ πρωὶ ἕως ἑσπέρας γίνεται εἰς μέτρον θεῖον»! Η υπερβολή θέλει. να τονίσει τη δύναμη του ανθρώπου, να μάχεται και να νικάει κάτω απ’ τη σημαία της παντοδυναμίας του Θεού, που μπορεί να δώσει χάριτι όπου και όποτε Εκείνος κρίνει «πᾶν δώρημα τέλειον, ἄνωθεν καταβαῖνον».

Ο ρόλος που παίζουν τα θερμά δάκρυα στην προσωπική αναγέννηση είναι πολύ σημαντικός. Δάκρυα υπάρχουν πολλά στη ζωή του ανθρώπου κι από διάφορες αιτίες. (Ιδιαίτερος λόγος γι’ αυτά γίνεται στο δοκίμιο για την Κατάνυξη, όπου μπορεί, αν θέλει, να προστρέξει ο αναγνώστης). Όμως, τα δάκρυα που βοηθούν πιο πολύ στην καινούργια γέννηση του πνευματικού ανθρώπου, είν’ εκείνα που πηγάζουν από μια πληγωμένη καρδιά που αποφασίζει ν’ αλλάξει ζωή. Τα δάκρυα που τρέχουν από μια μετανοημένη καρδιά. Είν’ εκείνα, που κυριολεκτικά γίνονται λουτρό, για να ξεπλύνουν, σαν άλλο βάπτισμα, την αμαρτωλήν ύπαρξή μας και να μας παρουσιάσουν πάλι μπρός στον πάναγνο Κύριο με τη λευκή στολή. Ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος, μάλιστα, δίνει τόσο μεγάλη σημασία σ’ αυτό το «δεύτερο βάπτισμα» των δακρύων, που πρέπει πολύ να το προσέξει κανείς και να εμβαθύνει για να μην το παρεξηγήσει. Ιδού το σχετικό χωρίο απ’ την «Κλίμακά» του: «Τὰ μετὰ τὸ βάπτισμα δάκρυα εἶναι μεγαλύτερα καὶ αὐτοῦ τοῦ Βαπτίσματος, καὶ μὲ ὅλον ὁποὺ εἶναι τολμηρὸν τρόπον τινὰ τὸ λεγόμενον· διατὶ ἐκεῖνο μὲν εἶναι καθαρτήριον ὅλων τῶν κακῶν ὁποὺ ἐπράξαμεν πρότερον· τὰ δάκρυα δὲ εἶναι καθαρτήριον τῶν μεταγενεστέρων κακῶν ὁποὺ ἐπράξαμεν μετὰ τὸ Βάπτισμα· κἀκεῖνο μὲν τὸ ἐμολύναμεν ἅπαντες· ἐπειδὴ καὶ τὸ ἐλάβαμεν νήπιοι· μὲ τὸ μέσον δὲ τῶν κατὰ Θεὸν δακρύων ἀνακαθαίρομεν καὶ ἐκεῖνο· τὰ ὁποῖα (δάκρυα) ἂν δὲν ἐχαρίζοντο ὑπὸ Θεοῦ τοῖς ἀνθρώποις, σπάνιοι τῷ ὄντι καὶ δυσεύρετοι ἤθελον ὑπάρχει οἱ σῳζόμενοι» (λόγος Ζ΄ η΄). Με τούτο το «καθαρτικὸν τῶν δακρύων χάρισμα» είναι που φτάνει στο «μακάριον χαροποιὸν πένθος» ο ορθόδοξος ασκητής, όπως τόσο καθαρά το βλέπουμε στον αγιασμένο βίο των ασκητών και στα έργα των νηπτικών.

Ένας πολύ ωραίος πειρασμός, για μένα, τώρα που γράφω, στέκεται ένα ουράνιο πραγματικά βιβλίο, η «Κλίμαξ» του αγίου Ιωάννου. Έχω διαλεγμένα τόσα συγκλονιστικά ωραία «κεφάλαιά» του που δεν μου είναι δυνατό να τα χρησιμοποιήσω όλα. Ωστόσο, πριν τελειώσει αυτό το κεφάλαιο, θέλω να περάσω, έστω και με συντομία από δύο σημεία πολύ ενδιαφέροντα. Το ένα αφορά τη δυσπιστία προς τη μετάνοια μερικών χριστιανών, που φτάνουν σε απελπισία ή και ακηδία, γιατί τους βαραίνουν κάποια παλαιά αμαρτήματα, που τα θεωρούν ασυγχώρητα. Ο άγιος Ιωάννης βλέπει με πολλή προσοχή την περίπτωση και φέρνει μπρός στα μάτια μας την περίπτωση του θεόπτη Μωϋσή και του Ιώβ. Ας σημειωθεί πως η μεταφορά είναι πολύ ποιητική και αλληγορική για τη δική μας διδασκαλία. Λέγει, λοιπόν, πάλι ο άγιος Ιωάννης: «Ὁ Μωϋσῆς, ἀφ᾽ οὗ εἶδε τὸν Θεὸν ἐν τῇ βάτῳ καὶ ὡμίλησεν αὐτῷ, ὑπέστρεψεν αὖθις εἰς τὴν Αἴγυπτον ὑπὸ τὸν Φαραώ· ἴσως δὲ τὸν ἔβαλε καὶ εἰς τὸν πηλὸν νὰ ποιῇ πλίνθους, ὡς καὶ οἱ λοιποὶ τῶν Ἑβραίων. Ἀλλὰ πάλιν ἀνέβη εἰς τὴν βάτον, καὶ ἐκεῖθεν εἰς τὴν κορυφὴν τοῦ ὄρους Σινᾶ, καὶ συνελάλησε τῷ Θεῷ. Ὅστις, λοιπόν, ἐννοεῖ καὶ καταλαμβάνει

τὸ σημαινόμενον τούτου τοῦ παραδείγματος, οὐδέποτε ἀπελπίζεται· τοῦτο γὰρ δηλοῖ, ὅτι ἂν ἦτο καθαρὸς τινὰς τόσον πολλά, ὁποὺ νὰ ὑπάρχῃ ἄξιος νὰ βλέπῃ τὸν Θεόν, (ὡς ὁ Μωϋσῇς), καὶ ἤθελε στραφῇ αὖθις εἰς τὴν Αἴγυπτον ὑπὸ τὴν ὑποταγὴν τοῦ Φαραώ, ἤγουν πέσει εἰς τὴν σκοτεινὴν καὶ ζοφερὰν ἁμαρτίαν, καὶ ὑποταχθῇ τῷ Δαίμονι, ἀλλὰ πάλιν δύναται διὰ τῆς μετανοίας νὰ φθάσῃ εἰς περισσοτέραν τῆς πρώτης καθαρότητα, καὶ νὰ βλέπῃ τὸν Θεὸν καὶ νὰ συνομιλῇ μετ᾽ αὐτοῦ, καθὼς συνομιλεῖ ὁ φίλος μὲ τὸν φίλον του. Ἐπτώχευσεν ὁ μέγας Ἰώβ, καὶ ἐστερήθη ὅλων τῶν πραγμάτων του· ἀλλὰ πάλιν ὁ Θεὸς τὰ ἔδωκεν αὐτῷ διπλάσια, καὶ ἐγένετο μετὰ ταῦτὰ πλουσιώτερος, παρὰ ὁποὺ ἦτο πρότερον· οὕτω, καὶ ὁ δίκαιος, ἁμαρτάνοντας, χάνει τὸν πλοῦτον τῆς ψυχῆς του ἀλλ᾽ ἂν θέλῃ νὰ κοπιάζῃ ὕστερον καὶ νὰ φυλάττεται, δύναται νὰ γένῃ αὖθις διὰ τῆς μετανοίας πολὺ πλουσιώτερος» (λόγος Ε΄ κε΄). Κι αυτό τον πλούτο δεν τον έχει ο Θεός για μια ορισμένη κ’ εκλεκτή μερίδα των ανθρώπων. Τον έχει για όλους τους ανθρώπους, που είναι πλάσματά του, τέκνα του. «Δύνανται ὅλοι -λέγει σε άλλο σημείο του ανεκτίμητου αυτού βιβλίου του ο άγιος Ιωάννης- ἐὰν θελήσωσι, νὰ γένωσι καλοί, καὶ τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν ἄξιοι. Εἰ δὲ μή, τὸ πταῖσμα εἶναι ἐδικόν τους, ἐπειδὴ δὲν θέλουσι νὰ ὑποταχθῶσιν εἰς τὰ θεῖα παραγγέλματα, νὰ ἀποστραφῶσι τὰς ἁμαρτίας των, νὰ μετανοήσωσι καὶ νὰ διορθωθῶσι. Διατὶ ὁ Θεὸς δὲν εἶναι προσωπολήπτης, ὥστε ἄλλον μὲν νὰ προσκαλῇ εἰς τὴν Βασιλείαν του, ἄλλον δὲ νὰ ἀποστρέφεται· ἀλλ᾽ ὅλους κράζει ἐπίσης καὶ θέλει νὰ σωθῇ ἅπαν τὸ πλάσμα του καὶ νὰ ἔλθῃ εἰς τὴν τῆς ἀληθείας ἐπίγνωσιν· ὅμως αὐτοί, μὴ θέλοντες νὰ τοῦ ὑπακούσωσι, κολάζονται. Λοιπὸν οἱ ἄνθρωποι ἀφ᾽ ἑαυτῶν γίνονται ἄλλοι μὲν ἀσεβεῖς, ἄλλοι δὲ παράνομοι, ἄλλοι χριστιανοί, ἄλλοι θεοφιλεῖς, ἄλλοι ἐγκρατεῖς καὶ ἄλλοι ἄλλως, καθὼς θελήσωσι» (Α΄ δ΄). Σκέφτομαι τώρα, πόσον ευτυχείς είναι μερικοί χριστιανοί που καταφέρνουν να ξεκόβουν ένα κομμάτι απ’ τον χρόνο τους και να διαβάζουν λίγα κείμενα Πατερικά – ιδιαίτερα λίγες σελίδες απ’ τον άγιον Ιωάννη της «Κλίμακος» την κάθε μέρα που περνάει.

Θα κλείσουμε μ’ ένα μεγάλον άγιο της Ορθοδοξίας, γνωστό σαν άρχοντα της παλαίστρας και του «σταδίου» των πνευματικών αγώνων και θα τελειώσουμε μ’ αυτούς εδώ τους λόγους του Μεγάλου Αντωνίου: «ὅθεν ὁ παλαίων τοῖς πάθεσι, καὶ θέλων στεφανωθῆναι ὑπὸ τοῦ Θεοῦ, ἐὰν πέσῃ, μὴ μικροψυχήσῃ καὶ μείνῃ ἐν τῷ πτώματι, ἀπελπίζων ἑαυτοῦ· ἀλλ᾽ ἀναστὰς πάλιν παλαίσῃ καὶ φροντίσῃ στεφανωθῆναι, ἕως ἐσχάτης ἀναπνοῆς, ἐγειρόμενος ἐκ τοῦ συμβαίνοντος πτώματος». Είναι η βάση για την προσωπική αναγέννηση.

(1961)

Π.Β. Πάσχος, Αγωνία και κατάνυξη: επιλογή δοκιμίων ορθοδόξου στοχασμού, εκδ. Γ΄, Αποστολική Διακονία, Αθήνα 2008.