Menu Close

6/12/2018

Η παρουσία σου σήμερα

Καὶ παρʾ αὐτῷ ἔμειναν τὴν ἡμέραν ἐκείνην.
Ιωάννου 1,39

Κύριε Ιησού, χάρισες στους μαθητές σου το μόνιμο δώρο της Παρουσίας σου. Τους είπες «Καὶ ἰδοὺ ἐγὼ μεθ᾿ ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος» (Ματθ. 28,20). Να ήμουν ικανός να ζήσω με τη σταθερή αίσθηση αυτής της παρουσίας! Ή, αν δεν μπορούσα να την αισθάνομαι, τουλάχιστον η πίστη μου να ήταν τόσο ζωντανή, ώστε να είμαι βέβαιος πάντοτε ότι είσαι εδώ, μαζί μου. Και να καθιστώ την όλη μου συμπεριφορά σύμφωνη με μια τέτοια βεβαιότητα!…

Αλλά, Κύριε, μετά από τόσα χρόνια ζωής, μόλις αρχίζω. Είμαι τόσο αδύνατος! Πρέπει να αποτοξινωθώ, να απαλλαγώ από τόσα δηλητήρια! Θα ήθελα τουλάχιστον να γεννηθώ εν τη Παρουσία σου, να αυξηθώ εν αυτή. Να η επιθυμία, με την οποία σε πλησιάζω σήμερα.

Οι δύο πρώτοι μαθητές εγκατέλειψαν τον Πρόδρομο και σε ακολούθησαν εν σιωπή. Τότε τους κάλεσες να σε συνοδεύσουν: «Ἔρχεσθε καὶ ἴδετε». Ήλθαν λοιπόν. Είδαν πού έμενες. Και το Ευαγγέλιο λέει, ότι έμειναν κοντά σου «τὴν ἡμέραν ἐκείνην» (Ιωάν. 1,39). Δεν καταστάλαξαν ακόμη οριστικά στην Παρουσία σου, διότι, όπως διαβάζουμε στη συνέχεια, επανήλθαν μετά την πρώτη αυτή συνάντηση, στη συνηθισμένη τους εργασία. Μόνον αργότερα άφησαν τα πάντα για να σε ακολουθήσουν. Αλλά «τὴν ἡμέραν ἐκείνην» έκαναν ένα πρώτο βήμα: επέτυχαν την ανακάλυψη της Παρουσίας σου. Αν μπορεί να λεχθεί έτσι, πραγματοποίησαν μια πρώτη εξερεύνηση της Παρουσίας σου. Έμαθαν τι είναι το να βρίσκεται κανείς μαζί σου. Κύριε, θα ήθελα να κάνω σήμερα, αυτή τη στιγμή, μια παρόμοια προσπάθεια.

Δέξου, Κύριε, κι ευλόγησε την πρόθεσή μου: να περάσω μια μέρα μαζί σου. Θα ήθελα να δω, αν μπορώ και πώς μπορώ, να ζήσω μαζί σου μιαν ολόκληρη μέρα. Αυτό που θα ήθελα να επιχειρήσω είναι ένα είδος «αναχωρήσεως». Σ’ αυτήν ας είσαι συ ο Ίδιος ο μόνος οδηγός, που θα οδηγεί στην πιο βαθειά, προσωπική σχέση. Η αναχώρησή μου θα κρατήσει, βεβαίως, λίγο. Θα είναι μικρής διάρκειας. Ίσως όμως μέσα σ’ αυτή να βρω τις μεγάλες κατευθυντήριες γραμμές για μια πορεία προς συνάντησή σου.

Κύριε, μου παραχώρησες ένα πολύτιμο προνόμιο: τον χρόνο και την πρακτική δυνατότητα να απομονωθώ μαζί σου. Και να μπορώ έτσι να σε ατενίσω χωρίς να πιέζομαι από επείγοντα εξωτερικά καθήκοντα. Τι ευθύνη επωμίζομαι αν δεν χρησιμοποιήσω με τον καλύτερο τρόπο αυτό το προνόμιο! Άλλοι έχουν κληθεί να σε ζητήσουν, να σε βρουν, υπό άλλες μορφές, υπό διαφορετικές συνθήκες. Σε συναντούν μέσα στη συζυγική τους ζωή, μέσα στη μέριμνα για τα παιδιά τους (και συχνά με περισσότερο βάθος από τους «προνομιούχους»). Η εμπειρία της Παρουσίας σου, που θα ήθελα να αποκτήσω, ή ακριβέστερα η χάρη της Παρουσίας, που θα ήθελα να πάρω, είναι διαφορετική από τη δική τους. Και όμως πολλές πλευρές αυτών των δύο τόσο διαφορετικών εμπειριών είναι οι ίδιες. Και αν μερικοί από τους ανθρώπους που είναι δεσμευμένοι στην «κανονική», τη μη μοναχική ζωή, διαβάσουν αυτές τις γραμμές, ελπίζω ότι θα νοιώσουν δικά τους πολλά από όσα λέγονται εδώ. Όσο για μένα, Κύριε Ιησού, αφού ανήκω σ’ εκείνους που τοποθέτησες έξω από τους κανονικούς δρόμους ζωής των ανθρώπων, δυνάμωσε μέσα μου την πεποίθηση ότι μόνο εσύ, το πρόσωπό σου, είναι ο άμεσος και αποκλειστικός σκοπός μου και λόγος υπάρξεώς μου. Και ότι οφείλω τώρα, τούτη τη στιγμή, να πλησιάσω τον σκοπό αυτό μ’ έναν τρόπο άμεσο και ευθύ.

Πώς να σε πλησιάσω; Θα το κάνω με τον τρόπο τον πιο απλό. Θα διαβάσω στο Ευαγγέλιό σου αυτά που είπες, αυτά που έκαμες. Θα δοκιμάσω -πολύ απλά, το επαναλαμβάνω- να διαποτίσω με Ευαγγέλιο τις πράξεις στη διάρκεια αυτής της μέρας.

Τιμώ και σέβομαι εκείνους, που ξέρουν περισσότερα από μένα και ενεργούν καλύτερα. Αλλά γνωρίζω τα όριά μου. Δεν θα επιδιώξω εδώ τις υψηλές κορυφές του στοχασμού επί του δόγματος. Δεν θα δοκιμάσω να εμβαθύνω στα μεγάλα μυστήρια της ενσωματώσεώς μας εν τω Χριστώ και στις εκφράσεις και διατυπώσεις τους, τις εκκλησιολογικές και μυστηριακές. Φυσικά ούτε καν διανοούμαι να αγνοήσω ή να υποτιμήσω τις μεγάλες, τις πλούσιες αυτές πηγές που αναβλύζουν και μας προσφέρονται. Αλλά εκείνο που θα ήθελα σήμερα, είναι να έλθω, μικρός, φτωχός κι αδύνατος, μόνο για ν’ ακολουθήσω, και να υπηρετήσω, και ν’ αγκαλιάσω ταπεινά τον ταπεινό Ιησού.

Ναι, θα ήθελα τουλάχιστον κατά τη διάρκεια μιας ημέρας, να σε αγκαλιάσω, να σε φτάσω, να σε «αποκτήσω». Θα ήθελα την Παρουσία σου σήμερα. Διδάσκαλε, κάνε αυτή η μέρα, που θα επιχειρήσω να περάσω κοντά σου, να γίνει στη ζωή μου «ἡ μικρὰ ζύμη» η οποία «ὅλον τὸ φύραμα ζυμοῖ» (Α΄ κορ. 5,6).

Ενός μοναχού της Ανατολής (Lev Gillet), Παρουσία Χριστού, Εκδ. Δόμος, Αθήνα, 1998