Menu Close

16/11/2021

Για τη γνώση

Δεν υπάρχει τίποτα πολυτιμότερο από τη γνώση. Γιατί, αν η γνώση είναι το φως της λογικής ψυχής, αντίθετα η άγνοια είναι το σκοτάδι. Όπως δηλαδή η στέρηση του φωτός είναι σκοτάδι, έτσι και η στέρηση της γνώσης είναι σκοτάδι των λογισμών˙ γιατί χαρακτηριστικό των αλόγων ζώων είναι η άγνοια, ενώ των λογικών είναι η γνώση. Όποιος λοιπόν δε διαθέτει τη γνώση, ενώ έχει την ικανότητα για γνώση κι επιστήμη, αυτός, ενώ είναι φύση λογική, από αμέλεια και ραθυμία της ψυχής γίνεται χειρότερος από τα άλογα ζώα. Γνώση όμως εννοώ την αληθή γνώση των όντων. Αν οι γνώσεις αναφέρονται στα όντα, η ψευδής γνώση, επειδή είναι γνώση του μη όντος, είναι άγνοια μάλλον παρά γνώση˙ γιατί το ψέμα δεν είναι τίποτε άλλο, παρά το μη ον. Επειδή λοιπόν δε ζούμε με την ψυχή μόνο, αλλά η ψυχή μας καλύπτεται με το σαρκίο μας σαν με κάποιο παραπέτασμα, και είναι εφοδιασμένη με νου που βλέπει, σαν ένα είδος οφθαλμού γνωστικού και δεκτικού της γνώσης και της επιστήμης των όντων, τη γνώση όμως και την επιστήμη δεν την έχει από τον εαυτό της, αλλά χρειάζεται το δάσκαλο, ας πλησιάσομε στον αψευδή δάσκαλο, στην αλήθεια (ο Χριστός είναι η ενυπόστατη σοφία και αλήθεια, «στον οποίο υπάρχουν κρυμμένοι όλοι οι θησαυροί της γνώσης»[1] και «ο οποίος είναι η σοφία και η δύναμη του Πατέρα»[2]), κι ας ακούσομε μέσω των θείων Γραφών τη φωνή του κι ας αποκτήσομε την αληθινή γνώση όλων των όντων. Προσερχόμενοι όμως προς αυτόν ας πλησιάζομε προσεκτικά και ειλικρινά, χωρίς ν’ αφήνομε το νοερό μάτι της ψυχής να θαμπώσει από τα πάθη˙ γιατί μόλις και μετά δυσκολίας θα μπορέσει κανείς με καθαρότατο και διαυγέστατο μάτι να ενατενίσει καθαρά την αλήθεια. Κι «αν το μέσα μας φως, δηλαδή ο νους, είναι σκότος, πόσο βαθύ είναι το σκότος;»[3].

Ας πλησιάσομε λοιπόν με όλη την ψυχή και μ’ όλη τη διάνοιά μας. Γιατί, όπως ένα μάτι που περιστρέφεται συνέχεια και πηγαίνει εδώ κι εκεί είναι αδύνατο ν’ ατενίσει καθαρά το ορατό, αλλά πρέπει να προσηλώσει επίμονά το μάτι σ’ αυτό που βλέπει, έτσι ας αποτινάξομε την όποια ζάλη του λογισμού κι ας πλησιάσομε την αλήθεια χωρίς το βάρος της ύλης. Προσερχόμενοι όμως και πλησιάζοντας στην πύλη, ας μην αρκεσθούμε σ’ αυτό, αλλά ας χτυπήσομε δυνατά, ώσπου να μας ανοίξει η πόρτα του νυμφώνα και να δούμε τα κάλλη που υπάρχουν μέσα σ’ αυτόν. Πύλη βέβαια είναι το γράμμα, ενώ ο νυμφώνας είναι το κρυμμένο από το φράγμα κάλλος των νοημάτων, δηλαδή το πνεύμα της αλήθειας. Ας χτυπήσομε δυνατά, ας διαβάσομε δηλαδή μία, δύο, πολλές φορές, και έτσι εξορύσσοντας θα βρούμε το θησαυρό της γνώσης και θ’ απολαύσομε τον πλούτο. Ας αναζητήσομε, ας ερευνήσομε, ας εξετάσομε, ας ρωτήσομε. Γιατί «όποιος ζητάει παίρνει, κι όποιος αναζητάει βρίσκει, κι όποιος χτυπά του ανοίγουν»[4] και «ρώτησε τον πατέρα σου και θα σου πει, και τους γεροντότερούς σου και θα σε πληροφορήσουν»[5]. Αν λοιπόν είμαστε φιλομαθείς, θα γίνομε και πολυμαθείς˙[6] γιατί όλα αποκτούνται με φροντίδες και κόπους,[7] και πριν απ’ όλα κι έπειτ’ από όλα με τη χάρη που δίνεται από το Θεό.

Επειδή όμως ο θείος απόστολος λέει, «όλα να τα δοκιμάζετε, αλλά να κρατάτε το ωφέλιμο»,[8] ας ερευνήσομε τους λόγους και των μη Χριστιανών σοφών. Ίσως βρούμε και σ’ αυτούς κάτι από όσα διδάσκουν και καρπωθούμε κάποιο ωφέλιμο στην ψυχή. Γιατί κάθε τεχνίτης έχει ανάγκη και από κάποια εργαλεία, για να ολοκληρώσει αυτά που κατασκευάζει, και τη βασίλισσα πρέπει να την υπηρετούν κάποιες θεραπαινίδες. Ας χρησιμοποιήσομε λοιπόν τους λόγους τους υπηρέτες της αλήθειας κι ας απομακρύνομε την ασέβεια που τους επέβαλε κατά την τυραννία της κι ας μη χρησιμοποιήσομε κακώς το καλό, ούτε να μεταχειριστούμε την τέχνη των λόγων προς εξαπάτηση των απλουστέρων, αλλά, αν και δεν έχει ανάγκη η αλήθεια από ποικίλα σοφίσματα, ας τα χρησιμοποιήσομε όμως προς ανατροπή των δολίων μαχητών και της ψευδώνυμης γνώσης.

Ας κάνομε λοιπόν αρχή από τούτα, επειδή είναι στοιχεία που αρμόζουν σ’ αυτούς που έχουν ακόμα ανάγκη από γάλα, αφού επικαλεστούμε ως βοηθό το Χριστό τον ενυπόστατο Λόγο του Θεού, από τον οποίο χορηγείται «κάθε δωρεά ωφέλιμη και κάθε τέλεια προσφορά».[9] Σκοπός εκείνων που θα διαβάσουν αυτά θα είναι να καθοδηγηθεί ο νους τους στο μακάριο τέλος. Κι αυτό είναι να αναχθούν διαμέσου των αισθήσεων προς τον πάνω από κάθε αίσθηση και κατάληψη, ο οποίος είναι ο αίτιος και ποιητής και δημιουργός των όλων. Γιατί «από την ομορφιά των κτισμάτων του παρατηρείται κατ’ αναλογία ο δημιουργός»![10], και «τα αόρατα του Θεού από τότε που έγινε ο κόσμος γίνονται ορατά με τη σκέψη μέσω των δημιουργημάτων».[11] Θα επιτύχομε λοιπόν το ποθούμενο επιθυμώντας τη γνώση χωρίς κενοδοξία, και με ταπεινό φρόνημα. Γιατί ο Χριστός, η αλήθεια, είπε: «δεν μπορείτε να πιστεύετε σ’ εμένα τη στιγμή που δέχεστε δόξα από τους ανθρώπους»˙[12] και «όποιος υψώνει τον εαυτό του, θα ταπεινωθεί, ενώ όποιος ταπεινώνει τον εαυτό του, θα υψωθεί».[13]

Ι. Δαμασκηνού έργα 2, Πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς», Θεσσαλονίκη, 1991.

[1] Κολ. 2,3.

[2] Α΄ Κορ. 1,24.

[3] Ματθ. 6,23.

[4] Ματθ. 7,8.

[5] Δευτ. 32,7.

[6] Ισοκρ. Προς Δημόνικον.

[7] Ησιόδου.

[8] Α΄ Θεσ. 5,21

[9] Ιακ. 1,17.

[10] Σοφ. Σολ. 13,5.

[11] Ρωμ. 1,20.

[12] Ιω. 5,44.

[13] Λουκά 18,14.