Menu Close

21/7/2020

Ἐγώ εἰμι ὁ ποιμὴν ὁ καλός…

Παιδί μου -μιλάει ο Κύριος- έχω τόσα να σου πω! Θα ήθελα τόσο να μιλήσω μαζί σου, να σου αποκαλύψω τον εαυτό μου! Φθάνει μόνο να στρεφόσουν προς εμένα, να έμενες σιωπηλός και να μ’ άκουγες! Αλλά δεν το κάνεις. Μου δίνεις ελάχιστες ευκαιρίες για να σου ανοίξω την καρδιά μου. Θέλεις να μιλήσεις μαζί μου; Έστω και για λίγα λεπτά κάθε μέρα;

Όταν ακούμε τον Ιησού, πολύ σύντομα εξοικειωνόμαστε με τη φωνή του. Γινόμαστε ικανοί να διακρίνουμε -θα τολμούσα να πω- ακόμη και τον τόνο του Ιησού, το ύφος του το καθαρά δικό του. Απλότητα, ήρεμη διαύγεια. Ένας γνήσιος λόγος του Λυτρωτού έχει τελείως διαφορετικό τόνο από τις φωνές του υποσυνειδήτου μας ή τις κατηγορίες ενός εχθρού μας. Σε κάθε λόγο του Χριστού νοιώθει κανείς μιαν ανακούφιση γεμάτη σιγουριά, κάτι το τελικό, κάτι που θέτει τέρμα στις αβεβαιότητες και τις έντονες συζητήσεις.

«Τὰ πρόβατα οἴδασι τὴν φωνὴν αὐτοῦ…» (Ιωάν. 10, 4). Ακούοντας τον Ιησού, κάνοντας οικεία κι αγαπημένη στον εαυτό μας τη φωνή του, ανακαλύπτουμε στο πρόσωπό του, στο πρόσωπο του Διδασκάλου, τον Ποιμένα. Γινόμαστε πρόβατά του. Η σχέση βοσκού και προβάτου είναι κάτι καινούργιο, κάτι διαφορετικό από τη σχέση μαθητού και Διδασκάλου. Ο βοσκός τρέφει το πρόβατό του. Το προφυλάσσει. Το φορτώνεται στους ώμους. Στη σχέση βοσκού και αμνού υπάρχει μια ξεχωριστή τρυφερότητα.

«Ἐγώ εἰμι ὁ ποιμὴν ὁ καλός…» (᾿Ιωάν. 10, 14). Η αρχική σημασία του καλός είναι ωραίος. Το ωραίο και το αγαθό είναι αχώριστα. Η καλοσύνη του καλού ποιμένος δεν είναι μόνο εσωτερική. Εκδηλώνεται και προς τα έξω σαν μια υπέροχη ομορφιά. Ακτινοβολεί και γοητεύει. Στην πρώτη χριστιανική τέχνη ο καλός βοσκός έχει τη χάρη, τη θερμή γοητεία του εφήβου. Σ’ αυτές τις παλαιοχριστιανικές εικόνες φτερουγίζει η δροσιά μιας ανοιξιάτικης ποιήσεως. Αιωνία νεότης του Ιησού!…

Ο βοσκός «τὰ ἴδια πρόβατα καλεῖ κατ᾽ ὄνομα καὶ ἐξάγει αὐτὰ» (Ιωάν. 10, 3). Ο Ιησούς προτού επιτελέσει την ποιμαντική του αποστολή, προτού οδηγήσει το κοπάδι στη βοσκή, προχωρεί σε μια προσωπική αναγνώριση του κάθε προβάτου. Η προσωπική σχέση έχει τα πρωτεία στο ιερό έργο του Ιησού.

«Ἐγώ εἰμι ἡ θύρα τῶν προβάτων…» (Ιωάν. 10, 7). Ο Ιησούς δεν λέει: ἐγώ εἰμι ἡ θύρα τῆς μάνδρας. Κι εδώ ακόμη ο τόνος πέφτει στην προσωπική σχέση.

«Δι᾿ εμού ἐάν τις εισέλθη» (Ιωάν. 10, 9). Πρέπει να περάσουμε απ’ αυτήν τη θύρα. Πρέπει, κατά κάποιον τρόπο, να διασχίσουμε τον Ιησού Χριστό. Είναι συγχρόνως η τεράστια πύλη και η «στενή πύλη». Για να περάσει κανείς απ’ Αυτόν, πρέπει να συμμορφωθεί προς τις διαστάσεις του. Πρέπει να μεγαλώσει και να πλατύνει, αλλά και να χαμηλώσει και να προσαρμοσθεί στα μέτρα του Ιησού.

Να χαμηλώσει, να ταπεινωθεί, μάλιστα. Είναι πολύ φυσικό. Αλλά γιατί να μεγαλώσει; Διότι αυτή η θύρα που λέγεται Χριστός είναι τόσο μεγάλη, τόσο ψηλή, ώστε εκείνος που δεν υψώνει το βλέμμα, εκείνος που δεν υψώνεται, να μην μπορεί να την ιδεί ούτε να την βρει.

Τι θα συναντήσει όποιος δρασκελίσει τη θύρα, όποιος περάσει από το Χριστό; Πρώτα πρώτα την ασφάλεια: «…σωθήσεται». Έπειτα την ελευθερία, την ελευθερία να γευθεί και να χαρεί τους καρπούς του κόσμου που δημιούργησε ο Θεός: «…εἰσελεύσεται καὶ ἐξελεύσεται…». Τέλος την απαραίτητη τροφή: «…καὶ νομὴν εὑρήσει…» (Ιωάν. 10, 9).

Αμέσως μετά τη διακήρυξή του ότι είναι ο καλός βοσκός, ο Ιησούς λέει: «Ὁ ποιμὴν ὁ καλὸς τὴν ψυχὴν αὐτοῦ τίθησιν ὑπὲρ τῶν προβάτων» (Ιωάν. 10, 11). Με τη φράση αυτή ο Λυτρωτής δεν προσθέτει ένα καινούργιο χαρακτηριστικό στην εικόνα του καλού ποιμένος. Απλώς παρουσιάζει μια πλευρά που περικλείεται ήδη στην εικόνα αυτή. Το νόημα δηλ. δεν είναι: Είμαι ο ποιμήν ο καλός και επί πλέον προσφέρω και τη ζωή μου υπέρ των προβάτων. Αλλά: Επειδή είμαι ο ποιμήν ο καλός, γι’ αυτό δίδω τη ζωή μου υπέρ των προβάτων. Η θυσία της ζωής περιέχεται στον ορισμό του καλού ποιμένος. Το ποιμαντικό θέμα συνδέεται με το θέμα της θυσίας. Η γενναιοδωρία που φθάνει και ως το θάνατο ακόμη αποτελεί ουσιαστικό στοιχείο της καλοσύνης, της ομορφιάς του ποιμένος. Στην ποιμαντική εικονογραφία ανακαλύπτουμε κάτι περισσότερο από μιαν ειδυλλιακή εικόνα. Διακρίνουμε ήδη το Πάθος σαν μέσα από διάφανο πέπλο.

Lev Gillet, Ιησούς: Ατενίζοντας τον Σωτήρα, μετάφραση Δημήτριος Τρακατέλλης Επίσκοπος Βρεσθένης, Αθήνα, Δόμος, 2001