Menu Close

Στη Γέννηση του Χριστού Α΄

Όποιος πλησιάζει τον Κύριο Ιησού Χριστό με υπακοή και ταπείνωση, δε θα θελήσει ποτέ να τον αποχωριστεί.

Η πρώτη δοκιμασία για να συμπεριληφθεί κάποιος στο στρατό του Χριστού, είναι η άσκηση στην υπακοή και την ταπείνωση.

Ο νέος κόσμος, η νέα κτίση, ο νέος άνθρωπος, όλα ξεκίνησαν με υπακοή και ταπείνωση. Ο παλαιός κόσμος αψήφισε την υπακοή στο Θεό, την καταπάτησε, μαζί με την ταπείνωσή του. Έτσι γκρέμισε τη γέφυρα που ένωνε τη γη με τον ουρανό. Τα πνευματικά υλικά για την ανακατασκευή της γέφυρας αυτής είναι κυρίως η υπακοή και η ταπείνωση.

Όσο ο Αδάμ αναπαυόταν στην υπακοή και την ταπείνωση ήταν εξαιρετικά δύσκολο να διαφοροποιηθεί το πνεύμα του από το Πνεύμα του Θεού, το θέλημά του από το θέλημα του Θεού κι ο τρόπος σκέψης του από εκείνον του Θεού. Οι σκέψεις, οι επιθυμίες και τα αισθήματά του ήταν πάντα επικεντρωμένα στο Θεό. Όπως έστεκαν οι άγγελοι έμφοβοι και πρόθυμοι μπροστά στο Θεό, έτσι έκανε κι ο Αδάμ. Ήταν κοντά στο Θεό και κοίταζε απευθείας την πηγή του φωτός, της σοφίας και της αγάπης. Δεν είχε ανάγκη ν’ ανάβει κάποιο φως από μόνος του, γιατί ζούσε κοντά στον ήλιο. Η λαμπάδα που θα ’ναβε μόνος του, κοντά στον ήλιο δεν θα ’δινε ούτε φλόγα ούτε φως.

Όταν ο Αδάμ παραβίασε την υπακοή του κι έχασε την ταπείνωση -αυτά τα δυο αποκτούνται ή χάνονται πάντα μαζί- τότε διακόπηκε η άμεση επικοινωνία του με το Θεό, η γέφυρα επικοινωνίας γκρεμίστηκε. Ο Αδάμ βρέθηκε ξαφνικά σ’ ένα φοβερό και πηχτό σκοτάδι, όπου για να ’χει φως έπρεπε ν’ ανάψει τη δική του λαμπάδα, τη λαμπάδα του ελέους του Θεού που του δόθηκε όταν με την παράβασή του οδηγήθηκε έξω από τον παράδεισο. Κι από τότε άρχισε να διαφοροποιείται από το Θεό. Το θέλημά του δεν ήταν ταυτισμένο με το θέλημα του Θεού, τα αισθήματά του απομακρύνθηκαν από κοντά Του. Όχι μόνο άρχισε να ζει διαφορετικά και να βλέπει τη διαφορά αυτή, αλλά σπάνια αναγνώριζε στον εαυτό του την «ομοίωσή» του με το Θεό. Κι αυτό γινόταν πολύ σπάνια, μόνο σε στιγμές φωτισμού.

Αλίμονο! Σε τι άβυσσο, σε τι ελεεινή κατάσταση βρέθηκε εκείνος που δημιουργήθηκε «κατ᾿ εἰκόνα καὶ ὁμοίωσιν» του ίδιου του Τριαδικού Θεού! Κι ολ’ αυτά από την παρακοή και την υπερηφάνειά του. Αλίμονο! Είμαστε όλοι απόγονοι του Αδάμ, χαμόκλαδα του πεσμένου κυπαρισσιού που κάποτε στεκόταν μεγαλόπρεπα, πιο ψηλά απ’ όλα τ’ άλλα πλάσματα του Θεού στον παράδεισο. Χαμόκλαδα που πνίγηκαν από τα γερά ζιζάνια που πρόβαλαν στην άγρια φύση, που είχε γίνει πια σαν ένα παραπέτασμα που χώριζε τον πρώτο άνθρωπο από την πηγή της αθάνατης αγάπης.

Ο άγιος Φιλάρετος Μόσχας λέει στην ομιλία του στα Εισόδια της Θεοτόκου: «Στον αναμάρτητο άνθρωπο η εικόνα του Θεού είναι πηγή ευλογίας. Στον πεσμένο άνθρωπο η ίδια εικόνα είναι μόνο ελπίδα ευλογίας».

Η παρακοή κι η υπερηφάνεια του προπάτορά μας άλλαξαν πάραυτα, σαν με μαγικό ραβδί, όλη την κτίση γύρω του. Κι αμέσως ο πρώτος άνθρωπος κυκλώθηκε από ένα στρατό, που αποτελούνταν από ανυπάκουους και υπερήφανους.

Όσο ο Αδάμ ήταν υπάκουος και ταπεινός ενώπιον του Δημιουργού του, όλα γύρω του ανέπνεαν υπακοή και ταπείνωση. Και όμως, τι αλλαγή έγινε «εν ριπή οφθαλμού»! Την ίδια στιγμή της πτώσης του Αδάμ, όλα γύρω του έγιναν ανυπάκουα. Δίπλα του ήταν η παράκουη Εύα. Παρών ήταν κι ο αρχηγός και διασπορέας της παρακοής και της υπερηφάνειας, το πνεύμα της παρακοής, ο σατανάς. Αλλά κι η φύση μπροστά του ήταν πια ανυπάκουη, επαναστατική, εχθρική. Καρποί που ως τότε έλιωναν στο στόμα του με τη γλυκύτητά τους, τώρα άρχισαν να τον πικραίνουν. Η χλόη που κάλυπτε τα πόδια του μαλακά σαν μετάξι, ξαφνικά τον πλήγωνε με αγκάθια. Τα λουλούδια που χαίρονταν να δίνουν το άρωμά τους στον κύριό τους, άρχισαν να βγάζουν ζιζάνια για να τον κρατήσουν μακριά τους. Τα άγρια θηρία που χαϊδεύονταν κοντά του σαν αθώα αρνιά, ξαφνικά του έδειχναν τα δόντια τους με φλεγόμενα μάτια, επιθετικά. Τα πάντα έπαιρναν κάποια επιθετική κι εχθρική διάθεση προς τον Αδάμ. Έτσι το πλουσιότερο από τα πλάσματα, το πιο χαρισματούχο, τώρα έδειχνε το πιο φτωχό. Πριν ήταν στολισμένος με αγγελική δόξα, τώρα έγινε ταπεινός, καταφρονεμένος, γυμνός. Κι ένιωθε τόσο γυμνός, ώστε ένιωσε την ανάγκη να δανειστεί υλικά από τη φύση για να κρύψει τη γύμνια του, τόσο τη φυσική όσο και την πνευματική. Για το σώμα του αναζήτησε δέρματα από τα ζώα και φύλλα από τα δέντρα. Για το πνεύμα του άρχισε να δανείζεται από όλα τα πλάσματα -από τα πλάσματα!- γνώση και ικανότητες. Εκείνος που πριν έπινε από την αστείρευτη πηγή της ζωής, τώρα ήταν αναγκασμένος να συντροφεύει τα ζώα, να σκύβει μαζί τους στη λάσπη και να πίνει νερό σε γούρνες, για να σβήσει τη φυσική μα και την πνευματική του δίψα.

Ας γυρίσουμε τώρα στον Κύριο Ιησού Χριστό. Όλα εδώ είναι υπακοή και ταπείνωση. Ο αρχάγγελος Γαβριήλ, εκπρόσωπος της αγγελικής υπακοής και ταπείνωσης. Η Παρθένος Μαρία -υπακοή και ταπείνωση. Ο Ιωσήφ -υπακοή και ταπείνωση. Οι ποιμένες -υπακοή και ταπείνωση. Οι μάγοι από την Ανατολή -υπακοή και ταπείνωση. Οι άνεμοι υπακούουν, οι καταιγίδες επίσης. Ο ήλιος και το φεγγάρι κάνουν υπακοή, όπως κι οι άνθρωποι και τα θηρία. Τα πάντα υπακούουν στο Νέο Αδάμ, όλα είναι ταπεινά μπροστά Του, γιατί κι ο ίδιος κάνει απροϋπόθετη υπακοή στον Πατέρα Του, ταπεινώνεται μπροστά Του.

 

Είναι γνωστό πως όσο καλλιεργεί κανείς τη γη, μαζί με τους καρπούς που σπέρνει, φυτρώνουν κι άλλα χόρτα και φυτά που ούτε τα έσπειρε κανείς ούτε τα καλλιέργησε. Το ίδιο γίνεται και με τις αρετές. Πρέπει να φροντίζεις να σπέρνεις και να καλλιεργείς στην ψυχή σου την υπακοή και την ταπείνωση και θα δεις ότι μαζί τους θα ξεφυτρώσει ολόκληρη ανθοδέσμη από άλλες αρετές. Μια απ’ αυτές θα είναι η απλότητα, εσωτερική κι εξωτερική. Η υπάκουη και ταπεινή Παρθένος Μαρία ήταν ταυτόχρονα στολισμένη και με παιδική απλότητα. Το ίδιο γινόταν και με το δίκαιο Ιωσήφ, καθώς και με τους αποστόλους κι ευαγγελιστές. Πρόσεξε με τι απαράμιλλη απλότητα περιγράφουν οι ευαγγελιστές τα ύψιστα ιστορικά γεγονότα που αναφέρονται στη σωτηρία του ανθρώπου και της κτίσης ολόκληρης. Μπορείς να φανταστείς με πόσες λεπτομέρειες και παραστατικότητα θα περιέγραφε ένας κοσμικός συγγραφέας την έγερση του Λαζάρου, για παράδειγμα, αν είχε παραστεί μάρτυρας σ’ ένα τέτοιο περιστατικό; Ή τι είδους πρόζα ή δράμα θα ’χε γράψει για όλα όσα δοκίμασε η ψυχή του υπάκουου, ταπεινού και απλού Ιωσήφ τη στιγμή που ανακάλυψε πως η κόρη που είχε αναλάβει να προστατέψει με τη μνηστεία ήταν έγκυος; Κι αυτά τα περιγράφει ο ευαγγελιστής στο Ευαγγέλιο της σημερινής ημέρας με λίγες απλές προτάσεις: «Τοῦ δὲ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἡ γέννησις οὕτως ἦν. μνηστευθείσης γὰρ τῆς μητρὸς αὐτοῦ Μαρίας τῷ Ἰωσήφ, πρὶν ἢ συνελθεῖν αὐτοὺς εὑρέθη ἐν γαστρὶ ἔχουσα ἐκ Πνεύματος Ἁγίου» (Ματθ. α΄ 18).

***

Λίγο νωρίτερα ο ευαγγελιστής είχε αναφέρει τη γενεαλογία του Ιησού ή μάλλον του δίκαιου Ιωσήφ, από τη φυλή Ιούδα του οίκου Δαβίδ. Στη γενεαλογία αυτή ο ευαγγελιστής αναφέρει άντρες που γεννήθηκαν με φυσικό τρόπο από άλλους άντρες, όπως γεννιούνται όλοι οι άνθρωποι στη γη. Και ξαφνικά εξιστορεί τη γέννηση του Χριστού λέγοντας: Τοῦ δὲ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἡ γέννησις οὕτως ἦν… θέλοντας μ’ αυτό το «δὲ» να δείξει τον ασυνήθιστο και υπερφυσικό τρόπο της γέννησής Του, που διαφέρει διαμετρικά από τον τρόπο γέννησης όλων των προγόνων του Ιωσήφ που ανέφερε πριν. Η Μαρία, η μητέρα του, ήταν μνηστευμένη με τον Ιωσήφ. Στα μάτια του κόσμου η μνηστεία αυτή ήταν σαν μια προετοιμασία για έγγαμη ζωή. Στα μάτια του Ιωσήφ και της Μαρίας όμως τα πράγματα δεν έδειχναν έτσι. Η Μαρία ήταν καρπός δακρύων και προσευχής. Αφιερώθηκε στο Θεό από τους γονείς της. Από την πλευρά της η ίδια δέχτηκε με τη θέλησή της την αφιέρωση που έκαναν οι γονείς της, όπως φαίνεται κι από την πολυετή υπηρεσία της στο ναό της Ιερουσαλήμ. Αν είχε ακολουθήσει την κλίση της, σίγουρα θα είχε περάσει το υπόλοιπο του βίου της στο Ναό όπως η προφήτιδα Άννα, η κόρη του Φανουήλ (Πρβλ. Λουκ. β΄ 36-37). Ο νόμος όμως όριζε διαφορετικά. Κι έτσι έπρεπε να γίνουν τα πράγματα. Αρραβωνιάστηκε με τον Ιωσήφ. Κι αυτό όχι για να ζήσει έγγαμη ζωή, αλλ’ ακριβώς για ν’ αποφύγει το γάμο. Όλες οι λεπτομέρειες της μνηστείας της και το νόημά της υπάρχουν στην παράδοση της Εκκλησίας. Κι αν οι άνθρωποι εκτιμούσαν την παράδοση που αναφέρεται στη Μητέρα του Θεού, στο δίκαιο Ιωσήφ και σ’ όλους εκείνους που εμπλέκονται στο ευαγγέλιο με το θέμα αυτό, όπως εκτιμούν τις άλλες παραδόσεις (μερικές μάλιστα από τις πιο υπερβολικές) για βασιλιάδες, επαναστάτες και σοφούς αυτού του κόσμου, το νόημα της μνηστείας της Παναγίας Παρθένου με τον Ιωσήφ θα ήταν ξεκάθαρο σε όλους.

(Ο άγιος Ιγνάτιος λέει πως η Παρθένος μνηστεύθηκε «ώστε η γέννησή Του να μείνει κρυφή στο διάβολο. Ώστε ο διάβολος να νομίσει πως ο Ιησούς γεννήθηκε από μια έγγαμη γυναίκα, όχι από Παρθένο». Το ίδιο το συναντάμε και στον Ιερώνυμο στα Σχόλια στο Ματθαίο και στον άγιο Γρηγόριο Νεοκαισαρείας στη Δεύτερη Ομιλία στον Ευαγγελισμό).

Πρὶν ἢ συνελθεῖν αὐτοὺς… Τα λόγια αυτά δεν σημαίνουν πως μετά συνήλθαν σαν αντρόγυνο ή πως αυτό βρισκόταν στο νου του ευαγγελιστή. Ο ευαγγελιστής στην περίπτωση αυτή ενδιαφέρεται μόνο να περιγράψει τη γέννηση του Κυρίου Ιησού Χριστού, τίποτ’ άλλο. Τα παραπάνω λόγια τα γράφει για να δείξει πως η γέννησή Του δεν έγινε από μίξη άντρα και γυναίκας. Επομένως τα λόγια του ευαγγελιστή πρέπει να τα εννοήσουμε ως εξής: «καὶ χωρὶς νὰ συνέλθουν μεταξύ τους, εὑρέθη ἐν γαστρὶ ἔχουσα ἐκ Πνεύματος Ἁγίου». Μόνο εκ Πνεύματος Αγίου θα μπορούσε να γεννηθεί Εκείνος που, μέσα στη βασιλεία του σκότους και του πονηρού, έμελλε να ιδρύσει τη Βασιλεία του Πνεύματος του φωτός και της αγάπης. Πώς θα μπορούσε να εκπληρώσει τη θεϊκή αποστολή Του στη γη, αν είχε έρθει όπως όλοι οι φυσιολογικοί άνθρωποι που είναι αιχμαλωτισμένοι από την αμαρτία και δέσμιοι της φθοράς; Θα ήταν τότε σαν να βάζουμε καινούργιο κρασί σε παλιά ασκιά. Εκείνος που ήρθε για να σώσει τον κόσμο θα είχε κι αυτός έτσι ανάγκη να σωθεί. Ο κόσμος θα μπορούσε να σωθεί μόνο μ’ ένα θαύμα του Θεού. Όλοι οι άνθρωποι στον κόσμο αυτό πίστευαν. Κι όταν το θαύμα του Θεού επιτελέστηκε δεν έπρεπε ν’ αμφισβητηθεί. Έπρεπε να το πιστέψουν και να το εκτιμήσουν, γιατί απ’ αυτό προκύπτει λύτρωση και σωτηρία.

Πώς αντέδρασε ο Ιωσήφ με το που έμαθε για την εγκυμοσύνη της Παρθένου Μαρίας; «Ἰωσὴφ δὲ ὁ ἀνὴρ αὐτῆς, δίκαιος ὢν καὶ μὴ θέλων αὐτὴν παραδειγματίσαι, ἐβουλήθη λάθρᾳ ἀπολῦσαι αὐτήν» (Ματθ. α΄ 19). Όπως βλέπουμε, ενήργησε σύμφωνα με το νόμο του Θεού. Έκανε υπακοή στο θέλημα του Θεού, όπως τουλάχιστον αυτός είχε αποκαλυφθεί στους Ισραηλίτες. Ενήργησε όμως και με ταπείνωση ενώπιον του Θεού. Ο σοφός Σολομών προειδοποιεί: «Μὴ δικαιοῦ ἔναντι Κυρίου». Μην εφαρμόζεις σκληρή δικαιοσύνη σ’ αυτούς που αμάρτησαν. Νιώσε τη δική σου αδυναμία, τις δικές σου αμαρτίες, και προσπάθησε να ελαφρύνεις τη δικαιοσύνη σου προς τους αμαρτωλούς. Εμποτισμένος με τέτοιο πνεύμα ο Ιωσήφ, δεν ήθελε να παραδώσει στη δικαιοσύνη την Παρθένο Μαρία για την αμαρτία που υποπτευόταν. Καὶ μὴ θέλων αὐτὴν παραδειγματίσαι, ἐβουλήθη λάθρᾳ ἀπολῦσαι αὐτήν. Η πρόθεσή του αυτή μας δείχνει τι υποδειγματικός άνθρωπος ήταν ο Ιωσήφ. Υποδειγματικός στη δικαιοσύνη και το έλεος, όπως τον ήθελε το πνεύμα του παλιού νόμου. Για τον Ιωσήφ όλα ήταν απλά και καθαρά, όπως στην ψυχή κάθε θεοφοβούμενου ανθρώπου.

Αυτά σκεφτόταν ο Ιωσήφ. Βρήκε έναν πολύ κατάλληλο τρόπο για να δώσει λύση στο πρόβλημα. Ξαφνικά όμως επενέβη ο ουρανός στο σχέδιό του και δέχτηκε μια αναπάντεχη εντολή:

«Ταῦτα δὲ αὐτοῦ ἐνθυμηθέντος ἰδοὺ ἄγγελος Κυρίου κατ᾿ ὄναρ ἐφάνη αὐτῷ λέγων· Ἰωσὴφ υἱὸς Δαυῒδ, μὴ φοβηθεῖς παραλαβεῖν Μαριὰμ τὴν γυναῖκά σου· τὸ γὰρ ἐν αὐτῇ γεννηθὲν ἐκ Πνεύματός ἐστιν Ἀγίου» (Ματθ. α΄ 20). Ο άγγελος του Θεού που λίγο νωρίτερα είχε ανακοινώσει στην Παρθένο την έλευση του Θεανθρώπου στον κόσμο, τώρα έρχεται να ξεκαθαρίσει σ’ αυτόν τα πράγματα. Η αμφιβολία του Ιωσήφ ήταν ένα εμπόδιο σ’ αυτό το σχέδιο. Ένα μεγάλο και επικίνδυνο εμπόδιο που πρέπει να παραμεριστεί. Για να δείξει πόσο εύκολο είναι για τις ουράνιες δυνάμεις να κάνουν πράγματα που είναι πολύ δύσκολα για τους ανθρώπους, ο άγγελος δεν του εμφανίστηκε σε όραμα, αλλά στον ύπνο του, σε όνειρο. Με τα λόγια αυτά στον Ιωσήφ, τον υιό του Δαβίδ, ο άγγελος θέλησε από τη μια να τον επιβραβεύσει κι από την άλλη να τον προειδοποιήσει. Σαν απόγονος του Βασιλιά Δαβίδ πρέπει να χαρείς περισσότερο από κάθε άλλον άνθρωπο για το μυστήριο αυτό και πρέπει να το κατανοήσεις καλύτερα από κάθε άλλον.

Γιατί όμως ο άγγελος αποκαλεί την Παρθένο γυναίκα του; Μὴ φοβηθεῖς παραλαβεῖν Μαριὰμ τὴν γυναῖκά σου, του είπε. Με τον ίδιο τρόπο που ο Κύριος είπε στη μητέρα Του από το σταυρό: «Γύναι, ἴδε ὁ υἱός σου», και στο μαθητή Του, «ἰδοὺ ἡ μήτηρ σου» (Ἰωάν. ιθ΄ 26-27). Ο ουρανός δε λέει παραπανίσια λόγια. Κι αν αυτό δεν ήταν απαραίτητο, γιατί να το πει ο άγγελος; Αν το γεγονός ότι ο άγγελος αποκάλεσε τη Μαρία γυναίκα του Ιωσήφ έχει γίνει πέτρα σκανδάλου σε μερικούς άπιστους, αυτό είναι μια άμυνα της αγνότητας εναντίον της ανηθικότητας. Γιατί τα λόγια του Θεού δεν απευθύνονται μόνο σε ανθρώπους, αλλά σ’ όλους τους κόσμους, αγαθούς και πονηρούς. Εκείνος που θέλει να εισχωρήσει στην καρδιά των μυστηρίων του Θεού, τότε θα πρέπει να βλέπει και με το μάτι του Θεού όλα τα πράγματα, ορατά και αόρατα.

«Τὸ γὰρ ἐν αὐτῇ γεννηθὲν ἐκ Πνεύματός ἐστιν Ἀγίου». Αυτή είναι θεϊκή ενέργεια, όχι ανθρώπινη. Μην προσέχεις τη φύση, μη φοβάσαι τους νόμους της. Αυτή είναι ενέργεια Εκείνου που είναι μεγαλύτερος από τη φύση, ισχυρότερος από το νόμο. Χωρίς αυτόν δε θα υπήρχε φύση, ούτε και νόμος της βέβαια.

Απ’ όσα είπε ο άγγελος στον Ιωσήφ είναι φανερό πως η Παρθένος Μαρία δεν του είχε πει τίποτα για την προηγούμενη συνάντησή της με τον αρχάγγελο Γαβριήλ. Είναι φανερό επίσης πως τώρα, που ο Ιωσήφ θέλησε να την διώξει, δε δικαιολογήθηκε με κανένα τρόπο. Το μήνυμα του αγγέλου, όπως κι όλα τα ουράνια μυστήρια που της αποκαλύπτονταν στη συνέχεια, η Μαρία τα «διετήρει… ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτῆς» (Λουκ. β΄ 51). Ο φόβος του Θεού κι η υπακοή της σ’ Αυτόν την έκαναν να μην τη νοιάζει αν ταπεινώνεται μπροστά στους ανθρώπους. «Αν τα βάσανά μου είναι ευάρεστα στο Θεό, γιατί να μην τα υπομείνω;» έλεγε κάποιος από τους αγίους Μάρτυρες αργότερα. Η πάναγνη Παρθένος που ζούσε με αδιάλειπτη προσευχή και θεωρία του Θεού σίγουρα θα μπορούσε να πει: «Αν η ταπείνωσή μου είναι ευάρεστη στο Θεό, γιατί να μην την υπομείνω; Μου αρκεί να είμαι δίκαιη ενώπιον του Θεού, που ετάζει καρδίας, κι ο κόσμος ας μου συμπεριφερθεί όπως θέλει». Γνώριζε καλά πως ο κόσμος δε θα μπορούσε να της κάνει τίποτα αν ο Θεός δεν το επέτρεπε. Τι γνήσια ταπείνωση είναι αυτή, τι θαυμαστή αφοσίωση στο θέλημά Του! Αλλά και τι ηρωικό φρόνημα διακρίνει κανείς σε μια λεπτή κι ευαίσθητη παρθένο!

Οι αμαρτωλοί, σήμερα όπως και παλιά, καλούν ψευδομάρτυρες για να τους δικαιώσουν. Η Παρθένος Μαρία, αντίθετα, δεν είχε κανέναν άνθρωπο να μαρτυρήσει υπέρ της, αλλά ούτε και προσπάθησε να δικαιολογηθεί. Μάρτυρα είχε μόνο τον παντοδύναμο Θεό. Δεν ταράχτηκε, έμεινε ήρεμη και σιωπηλή. Περίμενε μόνο το Θεό να την δικαιώσει, όποτε Εκείνος το έκρινε. Κι ο Θεός δεν άργησε να δικαιώσει την εκλεκτή Του. Ο ίδιος άγγελος που της είχε αποκαλύψει το μέγα μυστήριο της σύλληψής της, έσπευσε τώρα να μιλήσει εκ μέρους της σιωπηλής Παρθένου. Κι αφού εξήγησε στον Ιωσήφ όσα είχαν προηγηθεί, ο άγγελος του Θεού προχώρησε και του εξήγησε αυτό που έπρεπε να γίνει:

«Τέξεται δὲ υἱὸν καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν· αὐτὸς γὰρ σώσει τὸν λαὸν αὐτοῦ ἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν» (Ματθ. α΄ 21). Λέει ο ιερός Χρυσόστομος: «Δεν είπε ο άγγελος, θα σου κάνει γιο, αλλά τέξεται, θα γεννήσει. Γιατί ο υιός αυτός δεν προοριζόταν μόνο για εκείνον, αλλά και για τον κόσμο ολόκληρο». Ο άγγελος είπε στον Ιωσήφ να φερθεί στο Νεογέννητο σα να ’ταν πραγματικός του πατέρας. Και καλέσεις το όνομα αυτού, του είπε. «Ιησούς» σημαίνει «Σωτήρ». Γι’ αυτό κι η επόμενη παράγραφος αρχίζει με το «αὐτὸς γὰρ», που είναι αιτιολογικό. Γιατί Αυτός θα σώσει. Εξηγεί έτσι γιατί παίρνει την εντολή να τον ονομάσει Ιησού, δηλαδή Σωτήρα.

Ο αρχάγγελος είναι αληθινός αγγελιοφόρος του Θεού. Αυτά που λέει, του τα είπε ο Θεός. Βλέπει την αλήθεια του Θεού. Γι’ αυτόν η φύση κι οι νόμοι της είναι σα να μην υπάρχουν. Το μόνο που γνωρίζει είναι η παντοδυναμία του ζώντος Θεού, όπως κάποτε τη γνώριζε κι ο Αδάμ. Λέγοντας «αὐτὸς γὰρ σώσει τὸν λαὸν αὐτοῦ ἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν», ο αρχάγγελος αποκάλυψε το μέγιστο έργο του Χριστού. Ο Χριστός έπρεπε να έρθει για να σώσει τον κόσμο όχι από κάποιο εξωτερικό κακό αλλά από το μέγιστο κακό: την αμαρτία. Γιατί η αμαρτία είναι η πηγή κάθε κακού στον κόσμο. Ο Χριστός ήρθε για να σώσει το δέντρο της ανθρωπότητας όχι από κάποιο πλήθος κάμπιες που κατατρώγουν τα φύλλα του κάθε χρόνο, αλλά από το σκουλήκι που καταστρέφει τις ρίζες του και το μαραίνει. Δεν ήρθε για να σώσει τον άνθρωπο από τους ανθρώπους, το λαό από τους λαούς, αλλά να σώσει όλους τους ανθρώπους κι όλους τους λαούς από το σατανά, τον σπορέα κι αρχηγό της αμαρτίας. Δεν ήρθε σαν τους Μακκαβαίους ή τον Βαραββά για να ξεσηκώσει επανάσταση εναντίον των Ρωμαίων που καταπίεζαν τους Ισραηλίτες και τους δυνάστευαν. Ήρθε ως αθάνατος και παγκόσμιος γιατρός, μπροστά στον Οποίο έρχονταν Ισραηλίτες και Ρωμαίοι, Έλληνες και Αιγύπτιοι κι όλοι οι άλλοι λαοί της γης, άρρωστοι και ταλαίπωροι, για ν’ απαλλαγούν από τον ένα και μόνο ιό: την αμαρτία. Ο Χριστός εκπλήρωσε αργότερα στο ακέραιο την προφητεία του αρχάγγελου. «Ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι», ήταν η νικηφόρα διακήρυξή Του σε όλη τη διάρκεια της επίγειας διακονίας Του στους ανθρώπους. Τα λόγια αυτά περιέχουν μέσα τους τόσο τη διάγνωση της αρρώστιας όσο και τη θεραπεία. Αμαρτία είναι η διάγνωση της αρρώστιας. Άφεση αμαρτιών είναι η θεραπεία. Ο Ιωσήφ ήταν ο πρώτος θνητός της Νέας Κτίσης που αξιώθηκε να γνωρίσει τον αληθινό σκοπό της έλευσης του Μεσσία και την αληθινή φύση της διακονίας Του.

Αυτά που είπε ως τώρα ο αρχάγγελος στον Ιωσήφ ήταν αρκετά για να τον κάνουν να υπακούσει στην καινούργια και άμεση αυτή εντολή του Θεού, ν’ αφήσει κατά μέρος κάθε σκέψη που είχε κάνει για ν’ απομακρύνει τη Μαρία. Ο ουρανός διατάζει κι ο Ιωσήφ υπακούει. Αυτός όμως δεν είναι ένας συνηθισμένος τρόπος για τον ουρανό, να δίνει δηλαδή εντολές στους ανθρώπους χωρίς να καταφύγει στην κατανόησή τους και να ζητήσει την ελεύθερη αποδοχή τους. Από την αρχή της Δημιουργίας είναι φανερό πως ο Θεός ήθελε τον άνθρωπο να ενεργεί με ελεύθερη θέληση, να ’ναι ελεύθερη ύπαρξη. Στην ελευθερία, στην ελεύθερη απόφαση του ανθρώπου έγκειται όλο το μεγαλείο της ανθρώπινης ύπαρξης. Χωρίς ελευθερία ο άνθρωπος θα ’ταν μόνο ένα μηχανικό δημιούργημα του Θεού, ενεργούμενό Του, που θα λειτουργούσε μόνο με τη θέληση και τη δύναμή Του. Υπάρχουν πολλά τέτοια πλάσματα του Θεού στη φύση. Για τον άνθρωπο όμως προόρισε μια ξεχωριστή θέση, ήταν ελεύθερος να πιστεύει στο Θεό ή να στραφεί εναντίον Του, να ζήσει ή να πεθάνει. Ήταν μια πολύ τιμητική θέση, αλλά ταυτόχρονα και πολύ επικίνδυνη. Η εντολή που έδωσε ο Θεός στον Αδάμ δεν ήταν κάτι απλό: «Ἀπὸ παντὸς ξύλου τοῦ ἐν τῷ παραδείσῳ βρώσει φαγῇ, ἀπὸ δὲ τοῦ ξύλου τοῦ γινώσκειν καλὸν καὶ πονηρόν, οὐ φάγεσθε ἀπ᾿ αὐτοῦ». Και πρόσθεσε στη συνέχεια «ᾗ δ᾿ ἂν ἡμέρᾳ φάγητε ἀπ᾿ αὐτοῦ, θανάτῳ ἀποθανεῖσθε» (Γεν. β΄ 16-17). Με την τελευταία αυτή φράση ο Θεός έδωσε στον άνθρωπο την αφορμή να κατανοήσει γιατί δεν έπρεπε να φάει από τον απαγορευμένο καρπό. «Ἧ δ᾿ ἂν ἡμέρᾳ φάγητε ἀπ᾿ αὐτοῦ, θανάτῳ ἀποθανεῖσθε».

Με τον ίδιο τρόπο ενεργεί τώρα ο άγγελος στον Ιωσήφ. Αφού του έδωσε την εντολή να κρατήσει τη Μαρία και να μην την εγκαταλείψει, αφού του εξήγησε πως ο καρπός της παρθενικής κοιλιάς ήταν εκ Πνεύματος Αγίου, ο αρχάγγελος θυμίζει στον Ιωσήφ όσα προφήτεψε ο μέγας προφήτης: «Ἰδοὺ ἡ παρθένος ἐν γαστρὶ ἕξει καὶ τέξεται υἱόν, καὶ καλέσουσι τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἐμμανουήλ» (Ησ. ζ΄ 14). Και ο Ματθαίος δίνει στη συνέχεια την εξήγηση: «ὅ ἐστι μεθερμηνευόμενον μεθ᾿ ἡμῶν ὁ Θεός» (Ματθ. α΄ 23).

Αυτό που ειπώθηκε νωρίτερα καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν δεν έρχεται σε αντίθεση με αυτό που αναφέρεται εδώ καὶ καλέσουσι τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἐμμανουήλ, ὅ ἐστι μεθερμηνευόμενον μεθ᾿ ἡμῶν ὁ Θεός. Στην πρώτη περίπτωση ο Ιωσήφ πήρε την εντολή να Τον ονομάσει Ιησού, δηλαδή Σωτήρα. Στη δεύτερη αναφέρεται πως το παιδίον θα ονομαστεί από ανθρώπους και λαούς Εμμανουήλ (ὁ Θεός μεθ᾿ ἡμῶν). Και το ένα όνομα και το άλλο δίνουν, το καθένα με τον τρόπο του, πλήρες νόημα της αιτίας της έλευσης του Χριστού στον κόσμο και της διακονίας Του σ’ αυτόν. Θα έρθει για να συγχωρήσει αμαρτίες, να σπλαχνιστεί τους ανθρώπους και να τους λυτρώσει από την αμαρτία, και γι’ αυτό θα ονομαστεί Ιησούς (Σωτήρας). «Τίς δύναται ἀφιέναι ἁμαρτίας εἰ μὴ εἷς ὁ Θεός;» (Μαρκ. β΄ 7). Κανένας άνθρωπος στον κόσμο. Καμια ύπαρξη, ούτε στον ουρανό ούτε στη γη δεν έχει το δικαίωμα να συγχωρεί αμαρτίες, να λυτρώσει από την αμαρτία, αλλά μόνο ο Θεός. Γιατί η αμαρτία είναι σκουλήκι στην καρδιά της αρρώστιας αυτού του κόσμου. Κανένας δε γνωρίζει τον αβυσσαλέο τρόμο της αμαρτίας όπως ο αναμάρτητος Θεός. Και κανένας δεν μπορεί ν’ αποκαλύψει και να καταστρέψει το σκουλήκι της αμαρτίας, παρά μόνο ο Θεός. Έτσι, αφού ο Ιησούς συγχωρούσε αμαρτίες κι έκανε τους ανθρώπους υγιείς, είναι Θεός ανάμεσα στους ανθρώπους. Αν κάποιος έπρεπε να βάλει τα ονόματα με τη σειρά, πρώτα έπρεπε ν’ αναφερθεί το όνομα Εμμανουήλ κι έπειτα το Ιησούς. Για να φέρει σε πέρας το έργο της σωτηρίας ο νεογέννητος Θεάνθρωπος, έπρεπε να είναι Εμμανουήλ, ὁ Θεός μεθ᾿ ἡμῶν. Με όποια σειρά και να βάλει κανείς τα ονόματα όμως, και τα δυο έχουν το ίδιο νόημα: Εμμανουήλ είναι ο Σωτήρας και Σωτήρας είναι ο Εμμανουήλ. Σε κάθε περίπτωση ένα πράγμα είναι πιο σαφές απ’ οτιδήποτε άλλο. Πως δεν υπάρχει σωτηρία στον κόσμο αν ο Θεός δεν έρθει σ’ αυτόν, δεν ενανθρωπήσει. Πως δεν υπάρχει λύτρωση και σωτηρία για μας τους ανθρώπους αν ο Θεός δεν είναι μαζί μας όχι σαν ιδέα ή ένα όμορφο όνειρο, αλλά όπως είμαστε, με ψυχή, με σώμα, φτωχοί και ταλαιπωρημένοι και τελικά, σ’ αυτό που διαφέρουμε όλοι από το Θεό, θνητοί, υποκείμενοι στο θάνατο. Γι’ αυτό και κάθε πίστη που διδάσκει πως ο Θεός δε σαρκώθηκε ή πως δεν μπορεί να σαρκωθεί, είναι ψεύτικη. Γιατί παρουσιάζει το Θεό ως αδύνατο, ως κάποιον που δεν προνοεί και δε φροντίζει. Τον θεωρεί μητριά, όχι μητέρα. Τον δείχνει αδύναμο, αφού τον κρατά πάντα μακριά από τη μεγαλύτερη μάχη: τη μάχη ενάντια στο σατανά, την αμαρτία και το θάνατο. Ο σατανάς πρέπει να περιοριστεί. Η πρώτη ανάπτυξη της αμαρτίας πρέπει να ξεριζωθεί από την ψυχή του ανθρώπου. Η γλώσσα του όφη πρέπει να συνθλιβεί. Πρέπει ν’ αναληφθεί ένα έργο που είναι μεγαλύτερο και δυσκολότερο από εκείνο που είχε ο Άτλαντας να μεταφέρει στους ώμους του τον κόσμο. Ο Θεός μας την έκανε αυτήν τη μάχη και την έκανε νικηφόρα. Οι άνθρωπο που έχουν διαφορετική πίστη φοβούνται ακόμα και με τη σκέψη τους να επιτρέψουν στο Θεό τους να κάνει τέτοια μάχη, όπου οι εχθροί τους μπορεί να βγουν νικητές. Τι σόι μητέρα μπορεί να είναι αυτή που δε σκύβει από αγάπη για το παιδί της να το παίξει, να το παρηγορήσει, να του σιγοτραγουδήσει; Πολύ περισσότερο μάλιστα όταν το παιδί της κινδυνεύει από πυρκαγιά ή από άγρια θηρία;

Αχ, Κύριε! Συγχώρεσέ μας που κάνουμε τέτοιες σκέψεις, που έχουμε τέτοιους προβληματισμούς. Πῶς θα μπορούσες να είσαι ο στοργικός Δημιουργός αν η ευσπλαχνία Σου δε σε παρακινούσε να κατέβεις στη γη και να κινηθείς ανάμεσα στους ανθρώπους; Πῶς θα μπορούσες να κοιτάξεις την αθλιότητά μας από απόσταση ασφαλείας και να μη βάλεις το χέρι Σου στη φωτιά για μας ή να κατέβεις στο λάκκο όπου είμαστε εγκλωβισμένοι μαζί με άγρια θηρία;

Κατέβηκες πραγματικά ανάμεσά μας, έκανες πολύ περισσότερα απ’ ό,τι απαιτεί οποιοδήποτε είδος ανθρώπινης αγάπης. Έλαβες σάρκα, για να σώσεις εκείνους που φορούν σάρκα. Ήπιες από το ποτήρι των θλίψεων όλων των πλασμάτων Σου, χωρίς να το μοιραστείς με κανέναν, το ρούφηξες όλο μόνος Σου. Γι’ αυτό είσαι ο Σωτήρας μας, γιατί έζησες ανάμεσά μας, αν και είσαι Θεός. Έζησες ως Θεός ανάμεσά μας γιατί ήσουν ο Σωτήρας μας. Δόξα Σοι, Ιησού, Εμμανουήλ!

Στη Γέννηση του Χριστού Α΄

Ας πάμε πίσω στον Ιωσήφ τώρα. Είδε πάρα πολύ καθαρά, με φόβο και δέος, πως γύρω του υφαινόταν ένα χαλί που όμως ήταν διάφανο σαν το φως του ήλιου κι ευχάριστο σαν τον αέρα. Ένα χαλί του οποίου καμβάς ήταν ο Παντοδύναμος, τα μεταξωτά νήματα οι άγγελοι κι όλη η κτίση. Ήταν προορισμός του να λειτουργήσει ως όργανο του Θεού σ’ αυτό το χαλί της Νέας Κτίσης. Όταν ο άνθρωπος δεν είναι σίγουρος πως μεσ’ απ’ αυτόν ενεργεί ο Θεός, είναι αδύναμος, διστακτικός, προσεχτικός. Όταν όμως νιώσει πως ο Θεός τον έχει πάρει στα χέρια Του, όπως ο σιδηρουργός κρατάει το σίδερο για να φτιάξει ένα εργαλείο, τότε αισθάνεται ταυτόχρονα δυνατός και ταπεινός, αποφασιστικός στις ενέργειές Του, στηριγμένος από το Θεό.

Όταν ξύπνησε ο Ιωσήφ έπραξε όπως του είπε ο άγγελος. Πήρε τη Μαρία μαζί του «καὶ οὐκ ἐγίνωσκεν αὐτὴν ἕως οὗ ἔτεκε τὸν υἱὸν αὐτῆς τὸν πρωτότοκον, καὶ ἐκάλεσε τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν» (Ματθ. α΄ 25). Όταν διαβάζουμε το ευαγγέλιο πρέπει να προσπαθούμε να μπούμε στο πνεύμα στο ευαγγελιστή, όχι να προβάλουμε το δικό μας πνεύμα στο ευαγγέλιο. Ο ευαγγελιστής μιλάει με θαυμασμό για τη θαυμαστή γέννηση του Σωτήρα μας. Βασικό μέλημά του είναι να μας δείξει ότι η γέννηση αυτή έγινε με θαυμαστό τρόπο. Αυτό που τονίζει ο ευαγγελιστής Ματθαίος στο ευαγγέλιο είναι ήδη η τέταρτη απόδειξη του γεγονότος αυτού. Πρώτα λέει πως η Παρθένος Μαρία ήταν απλά μνηστευμένη με τον Ιωσήφ. Δεύτερο, ότι εὑρέθη ἐν γαστρὶ ἔχουσα ἐκ Πνεύματος Ἁγίου. Τρίτο, ότι ο άγγελος έδειξε σε όνειρο πως η εγκυμοσύνη της ήταν θαυμαστή, υπερφυσική. Και τέταρτο, βλέπουμε τώρα ότι ο άγγελος επαναλαμβάνει με τα λόγια αυτά πως ο Ιωσήφ οὐκ ἐγίνωσκεν αὐτὴν ἕως οὗ ἔτεκε τὸν υἱὸν αὐτῆς τὸν πρωτότοκον.

Είναι καθαρότερο κι από το φως της ημέρας πως ο ευαγγελιστής εδώ δε λέει σε καμιά περίπτωση πως μετά τη γέννηση ο Ιωσήφ είχε σαρκικές σχέσεις με τη Μαρία. Αυτό που δεν έγινε ἕως οὗ ἔτεκε τὸν υἱὸν αὐτῆς, δεν έγινε και μετά, όταν Τον είχε γεννήσει. Αν πούμε για κάποιον πως όσο κρατούσε η Θεία λειτουργία δεν πρόσεχε τα λόγια του ιερέα, δε σημαίνει πως όταν τέλειωσε η λειτουργία πρόσεχε τα λόγια αυτά. Ή αν πούμε πως ο τσοπάνος τραγουδάει ενόσω τα πρόβατα βόσκουν, δε σημαίνει πως ο τσοπάνος σταμάτησε το τραγούδι όταν τα πρόβατα σταμάτησαν τη βοσκή. Ο Θεοφύλακτος λέει: «Όταν ειπώθηκε την εποχή του κατακλυσμού ότι ο κόρακας δε γύρισε στην κιβωτό ωσότου στεγνώσει η γη, δε σημαίνει ότι γύρισε μετά, ή όταν είπε ο Χριστός, «Ἰδοὺ ἐγὼ μεθ᾿ ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας, ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος», δε σημαίνει πως μετά δε θα είναι μαζί τους.

Η λέξη «πρωτότοκος» ισχύει μόνο για τον Κύριο Ιησού, που είναι ο πρώτος απ’ όλους τους βασιλείς, «πρωτότοκος ἐν πολλοῖς ἀδελφοῖς» (Ρωμ. η΄ 29), που σημαίνει: πρώτος απ’ όλους τους σεσωσμένους και υιοθετημένους ανθρώπους. Αν η λέξη πρωτότοκος γραφόταν με κεφαλαίο γράμμα, ως κάποιος ειδικός τίτλος, δε θα υπήρχε αμφιβολία για τη σημασία της. Το ίδιο θα γινόταν αν πριν από τη λέξη πρωτότοκος είχε κόμμα, δε θα υπήρχε τότε αμφιβολία ή σύγχυση. Έτσι λοιπόν πρέπει να διαβάσουμε τη φράση: καὶ ἔτεκε τὸν Υἰό αὐτῆς, τὸν Πρωτότοκον. Ο Κύριος Ιησούς είναι ο Πρωτότοκος ως Δημιουργός της Νέας Βασιλείας, ως ο Νέος Αδάμ.

Στο βίο του οσίου Αμμούν (που γιορτάζεται στις 4 Οκτωβρίου) αναφέρεται πως έζησε ως έγγαμος δεκαοκτώ χρόνια χωρίς να ’χει καμιά σαρκική επαφή με τη γυναίκα του. Η αγία μάρτυς Αναστασία (22 Δεκεμβρίου) ήταν αρκετά χρόνια παντρεμένη με το ρωμαίο συγκλητικό Πούπλιο, χωρίς να ολοκληρωθεί ποτέ σαρκικά ο γάμος τους. Παραθέτουμε εδώ δυο μονάχα μαρτυρίες ανάμεσα από χιλιάδες άλλες. Η Παρθένος Μαρία, η υπέρτατη και πάναγνη παρθένος προ, κατά και μετά τη γέννηση, ενέπνευσε χιλιάδες νέους και νέες να ζήσουν παρθενική ζωή στη μακρόχρονη ιστορία της Εκκλησίας. Ατενίζοντας το μεγαλείο της παρθενίας της πολλές έγγαμες γυναίκες έσπασαν τα δεσμά του γάμου και αφοσιώθηκαν στην παρθενική αγνότητα. Βλέποντας το υπέροχο παράδειγμά της πολλοί άνθρωποι που ζούσαν μια εντελώς ανήθικη ζωή, εγκατέλειψαν την αμαρτία και καθάρισαν την ψυχή τους με δάκρυα και προσευχή. Πώς θα μπορούσε να σκεφτεί κανείς λοιπόν ότι η πάναγνη Παρθένος, ο στύλος και η έμπνευση της χριστιανικής αγνότητας και παρθενίας διά μέσου των αιώνων, βρίσκεται σε χαμηλότερη βαθμίδα αγνότητας και παρθενίας από την Αναστασία, τη Θέκλα, τη Βαρβάρα, την Αικατερίνα, την Παρασκευή κι όλες τις άλλες αναρίθμητες παρθένες; Πὠς είναι δυνατό και να φανταστεί κανείς πως εκείνη που γέννησε κατά σάρκα τον απαθή Κύριο, θα μπορούσε να ζήσει στη σκιά του σαρκικού πάθους; Εκείνη που εγκυμονούσε και γέννησε το Θεό «ήταν παρθένος όχι μόνο σαρκικά αλλά και πνευματικά», λέει ο άγιος Αμβρόσιος. Κι ο ιερός Χρυσόστομος παρομοιάζει το Άγιο Πνεύμα με μέλισσα λέγοντας: «Όπως η μέλισσα δεν μπαίνει σε κάποιο βρώμικο δοχείο, έτσι και το Άγιο Πνεύμα δεν εισέρχεται σε ακάθαρτη ψυχή».

Ας σταματήσουμε τώρα την ομιλία μας εδώ. Γι’ αυτά τα θέματα πρέπει λιγότερο να μιλάμε και περισσότερο να θαυμάζουμε. Όπου κατοικεί η υπακοή κι η ταπείνωση στο Θεό, εκεί υπάρχει αγνότητα. Ο Κύριος θεραπεύει τους υπάκουους και ταπεινούς δούλους Του από κάθε πάθος κι επιθυμία αισχρή. Εμείς ας προσπαθήσουμε να καθαρίσουμε τη συνείδησή μας, την ψυχή μας, την καρδιά και το νου μας, για ν’ αξιωθούμε να δεχτούμε την ευλογημένη δύναμη του Αγίου Πνεύματος. Να ευχηθούμε να πάψει η γη να βγάζει ζιζάνια στον μέσα μας άνθρωπο, ώστε το Άγιο Πνεύμα να μας οδηγήσει σε καινούργια ζωή, να μας κάνει καινούργιους ανθρώπους, κατά μίμηση του Κυρίου και Σωτήρα μας Ιησού Χριστού. Σ’ Αυτόν πρέπει η δόξα, η τιμή και η προσκύνηση, μαζί με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα, την ομοούσια και αδιαίρετη Τριάδα, τώρα και πάντα και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν!

Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς, Θεός επί γης, άνθρωπος εν ουρανώ: Από τον Ευαγγελισμό στην Χριστού Γέννηση: Ομιλίες Α΄, μετάφραση-επιμέλεια Πέτρος Μπότσης, 2η έκδ., Αθήνα, Μπότσης Πέτρος, 2014.