Menu Close

13/7/2023

Το μεγάλο στοίχημα

«Τὶ γὰρ ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐὰν κερδίσῃ τὸν κόσμον ὅλον καὶ ζημιωθῇ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ»
(Μάρκ. Η΄ 86)

Όλοι μας ξέρομε περίπου τι είναι το στοίχημα! Παίζομε με άλλους ένα παιγνίδι και βάζομε στοίχημα: Χρήματα, δώρα, φαγητά, κεράσματα και άλλα. Συζητούμε με κάποιον ένα ζήτημα που υπάρχουν πιθανότητες και αμφιβολίες και βάζομε στοίχημα. Παρακολουθούμε συχνά μικρά και μεγάλα και παγκόσμια πολλές φορές γεγονότα και επειδή νομίζομε πως θα πάρουν τούτο ή εκείνο το δρόμο βάζομε με κείνο πούχει διαφορετική γνώμη στοίχημα.

Και ξέρομε ακόμη πως το στοίχημα είναι ένα πράγμα στο οποίον χάνομε ή κερδίζομε. Μα πόσοι άραγε να ξέρουν πως κι ολόκληρη η ζωή μας δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα στοίχημα; Ένα στοίχημα που το παίζομε με το Θεό, με το διάβολο, με τον κόσμο και με τον ίδιο τον εαυτό μας, για να κερδίσομε ή για να χάσομε τον εαυτό μας. Ένα στοίχημα που το βάζομε και το παίζομε σε κάθε στιγμή της ζωής μας, για να χάσομε ή να κερδίσομε την ίδια την αιωνιότητά μας.

Γιατί η ζωή είναι πάντα ένα παιγνίδι, παρ’ όλη τη σοβαρότητα που θέλομε να της δίνομε. Ένα παιγνίδι που το παίζομε σαν τα παιδιά και στη νιότη μας και στα γεράματά μας.

Τα μικρά παιδιά μαζεύουν πέτρες και κτίζουν μικρά σπιτάκια, χαράζουν δρόμους, ανοίγουν καταστήματα, κάνουν πετροπόλεμο, γιορτές, γάμους και κηδείες κι ύστερα τα γκρεμίζουν και τ’ αλλάζουν όλα, γιατί ήταν «παιγνίδια» και πάνε αλλού να ξανακτίσουν άλλα. Και τι ωφελούνται μ’ αυτά; Τίποτε άλλο βέβαια παρά μόνο πως ασκούνε και πληθαίνουνε τις ψυχικές και σωματικές των δυνάμεις. Μα και μείς οι μεγάλοι που κτίζομε τα αληθινά σπίτια και τις αληθινές πολιτείες και κάνομε τους αληθινούς πολέμους και τις αληθινές κηδείες, τι άλλο έχομε να κερδίσομε παρά κείνο μόνο που θα προστεθεί στο ψυχικό μας μεγάλωμα; Και τι άλλο μένει σ’ ολόκληρη την ανθρωπότητα σ’ όλα εκείνα τα ερείπια και τα Μουσεία και τα Νεκροταφεία των πολιτισμών της παρά μόνο ό,τι απ’ όλα αυτά γεννάται μέσα στο πνεύμα της και μπαίνει σιγά σιγά στο άθροισμα των αιωνίων θησαυρών της;

Δεν κατηγορώ κανένα πολιτισμό και δε θέλω να πω μάταιο κανένα πράγμα απ’ όσα οι μεγάλες προσωπικότητες, οι μεγάλοι λαοί και οι «χρυσοί αιώνες» επράξανε στο πέρασμά των. Μα όλα αυτά, κοιταγμένα τώρα ύστερα από τόσο χρόνο κι από τόσο μόχθο κι ακόμη κοιταγμένα ψηλά από τη σκοπιά της αιωνιότητος, οδηγούν στο μελαγχολικό συμπέρασμα πως πολλές φορές έγινε «πολύς θόρυβος για το τίποτε…».

Στ’ αλήθεια η ζωή είναι παιγνίδι που όσο και να το παίζομε με πολύ πάθος δεν είναι πάντα γόνιμο και μεγάλο. Γιατί πρέπει βέβαια να ζούμε τη ζωή μας με «πάθος», να ζούμε δηλ. στα σοβαρά όλα της τα καθήκοντα κι’ όλα της τα ιδανικά, μα το πάθος αυτό πρέπει νάρχεται από τον κόσμο των μεγάλων και των αιωνίων πραγμάτων για να γίνεται κι η ζωή μας μεγάλη κι αιώνια και να μην ξεφτύνει μόνο σε αφρούς και σε καπνούς. Πολλοί άνθρωποι κάνουνε στη ζωή των πολύ θόρυβο και την διαβαίνουν με καπνούς κι αστραπές κι όμως τι, μένει απ’ όλα αυτά; Τίποτε, γιατί οι αστραπές κι οι βροντές στη ζωή των ανθρώπων αυτών γίνονται πάντα από ψεύτικα πυροτεχνήματα.

Αλλά η ζωή είναι ακόμη ένα παιγνίδι που παίζομε πολλά, που βάζομε πολλά, που κερδίζομε πολλά ή που χάνομε πολλά, που κερδίζομε ή χάνομε το ΠΑΝ. Γιατί οι άνθρωποι μπορούνε πες χονδρά – χονδρά να ξεχωρίζουνε και να ξέρουνε πότε χάνουνε τα χρήματα και τα κτήματά των, τις τιμές και τις φιγούρες των, μα υπάρχουν και πράγματα που τα χάνομε σιγά – σιγά και δεν το βλέπομε ή το νοιώθομε μόνο πολύ αργά.

Ένας κυνηγά τα χρήματα και κερδίζει παντού. Στο εμπόριο, στο κουμάρι, στις επιχειρήσεις κι όπου αλλού συχνάζει ο μεγάλος αυτός αφέντης, ο Μαμωνάς. Μα ωστόσο ο άνθρωπος αυτός χάνει το χρόνο του, την υγεία του, τον οίκτο και τον ανθρωπισμό του. Τι κέρδισε λοιπόν; Ένας άλλος κυνηγά την ηδονή και κερδίζει παντού: Στην καλοπέραση, στη μέθη, στην κατάκτηση της σάρκας, μα γίνεται ύστερα κι ο ίδιος σκλάβος στο πάθος του και θυσιάζει ό,τι μεγάλο και υψηλό έχει η ζωή στα ένστικτά του. Τι κέρδισε λοιπόν;

Κι ένας άλλος ακόμη κυνηγώντας την εφήμερη δόξα τη φτάνει παντού. Πατά πάνω στους ώμους, στις καρδιές και στα «πνεύματα» των άλλων κι ανεβαίνει. Γιατί όποιος θέλει ν’ ανεβεί πρέπει αναγκαστικά να πατήσει κάπου με μόνη τη διαφορά πως άλλοι πατούνε στους άλλους για ν’ ανεβούν κι’ άλλοι πατούν μόνο στον ίδιο τον εαυτό των. Ο πρώτος τρόπος βέβαια είναι ο ευκολότερος μα και ο εγκληματικότερος. Ο δεύτερος είναι ο οδυνηρός μα και ο ίσιος δρόμος του σταυρού προς την αληθινή δόξα. Μα αυτός που ανεβαίνει πατώντας στους άλλους, στ’ αλήθεια κατεβαίνει και γκρεμίζεται. Γκρεμίζεται στη ζωή του, γκρεμίζεται στη συνείδηση των άλλων και γκρεμίζεται ακόμη στην κρίση του Θεού.

Αυτό είναι το κέρδος όλων εκείνων που κερδίζουν στη ζωή με το συνηθισμένο ανθρώπινο τρόπο. Μα είναι κι αυτοί που χάνουν, αυτοί που αστοχούν ολότελα ή μερικά σ’ όλες τις επιχειρήσεις και τις κατακτήσεις που ανάφερα πλειό πάνω. Αυτοί που παίζουν το παιγνίδι της ζωής των και μισοχάνουν ή μισοκερδίζουν ή χάνουν περισσότερα ή τα χάνουν όλα πέρα για πέρα και μένουν κουρέλια και ναυάγια στη ζωή. Αυτοί που τα παίζουν και τα χάνουν όλα και μένουν ύστερα μ’ ένα άγονο σταυρό στη ζωή των. Γιατί υπάρχουνε και άγονοι σταυροί στη ζωή των ανθρώπων. Ποιο λοιπόν θα είναι το κέρδος όλων αυτών; Και ποιο είναι το κέρδος όλων εκείνων που χάνουν ακόμη καλύτερα πράγματα; Διατί πέρα από τα χρήματα και τα κτήματα και τις δόξες και τα αγαπημένα πρόσωπα που χάνομε μπορούμε να χάσομε και την ίδια την ψυχήν μας. Κι ότι και να χάσει ο άνθρωπος δεν χάνει τίποτα όταν δεν χάσει την ψυχήν του, μα όταν χάνει την ψυχή του τα χάνει όλα.

«Τὶ γὰρ ὠφελήσει ἄνθρωπον, ἐάν κερδίσῃ τὸν κόσμον ὅλον καὶ ζημιωθῆ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ;», Αυτό λοιπόν. είναι το μεγάλο στοίχημα που μπορεί καθένας μας να χάσει ή να κερδίσει την αιωνιότητα. Και το παίζομε όλοι μας. Το παίζομε σε κάθε στιγμή και σ’ όλη μας τη ζωή. Εκεί που τρέχομε κι εκεί που καθόμαστε, εκεί που δουλεύομε κι εκεί που αργούμε, εκεί που γλεντίζομε κι εκεί που πονούμε, εκεί που ανεβαίνομε κι εκεί που γκρεμιζόμαστε αδιάκοπα, αόρατα, ανεπαίσθητα, μα και πραγματικά το στοίχημα αυτό παίζεται.

Κι από όλο τούτο το παίξιμο αργά στο τέρμα της ζωής μας και πάνω στην πλάκα του τάφου μας ο Θεός θα κάμει τη μεγάλη πρόσθεση. για να φανεί αν κερδίσαμε ή αν χάσαμε στο Μεγάλο αυτό Στοίχημα, στο μεγάλο αυτό παιγνίδι που λέγεται Ζωή.

Μητροπολίτης Ειρηναίος Γαλανάκης, Αθάνατα λόγια, εκδ. Εμμ. Σ. Πετράκη, Χανιά, 1956.