Menu Close

8/2/2024

Η ευθύνη μας είναι μεγάλη…

Σύντομο σχόλιο για την λατρεία

Λίγους μήνες αφότου χειροτονήθηκα ιερέας, με κάλεσε μία οικογένεια, νέο ζευγάρι με δύο μικρά παιδιά προσχολικής ηλικίας, για να κάνω αγιασμό στο σπίτι τους. Λίγα λεπτά μετά την έναρξη της ακολουθίας, παρατήρησα ότι όλα τα μέλη της οικογένειας, διαδοχικά το ένα μετά το άλλο, και τα παιδιά και οι γονείς, αποχώρησαν από τον χώρο όπου έκανα τον αγιασμό. Θεώρησα ότι κάτι έγινε με τα παιδιά και έστρεψαν οι γονείς την προσοχή τους εκεί. Παρατήρησα όμως με την άκρη των ματιών μου ότι ο ένας γονέας κάθισε μπροστά στον υπολογιστή και τα παιδιά ακούγονταν να παίζουνε χαρούμενα. Παραξενεύτηκα, και αποφάσισα να διακόψω τον αγιασμό και να τους ρωτήσω τι συμβαίνει. Απόρησαν που διέκοψα τον αγιασμό και με αφέλεια είπαν ότι εγώ πρέπει να κάνω τη δουλειά μου (δηλαδή τον αγιασμό) «για το καλό» αφού είμαι «άνθρωπος του Θεού» και η παρουσία τους δεν είναι απαραίτητη για την τέλεση του αγιασμού. Τότε συνειδητοποίησα ότι είχαν μια μαγική αντίληψη για τον αγιασμό, τη λατρευτική ζωή της εκκλησίας γενικότερα, και για τον ρόλο του ιερέα-λειτουργού. Με έβλεπαν ως τον «μάγο της φυλής». Συνειδητοποίησα όμως παράλληλα ότι μερίδιο της ευθύνης για την κατάσταση αυτή είχα και εγώ, γιατί όταν «κλείσαμε» τον αγιασμό, δεν τους ρώτησα γιατί θέλουν τον αγιασμό, ούτε όταν έφτασα στο σπίτι τους τους εξήγησα τι είναι ο αγιασμός, γιατί τελείται, και ποιος ο ρόλος του πιστού στην ακολουθία. Ξαφνικά έγινε ένας σεισμός μέσα μου. Εμείς οι ιερείς εύκολα κατακρίνουμε και κοροϊδεύουμε προβληματικές εκφράσεις της λαϊκής ευσέβειας και προκαταλήψεις, αλλά σπάνια αναλαμβάνουμε την ευθύνη της (έλλειψης) ποιμαντικής επιμόρφωσης και κατήχησης των πιστών.

Μια παρόμοια εμπειρία είχα με την ευλόγηση της λεγόμενης φανουρόπιτας. Ως νέος ιερέας, μου έκανε εντύπωση ότι οι περισσότεροι άνθρωποι που έφερναν φανουρόπιτες στον ναό για να ευλογηθούν ήταν μη τακτικά εκκλησιαζόμενα μέλη της εκκλησίας — τους περισσότερους δεν τους είχα δει ποτέ. Η απορία μου αυτή με οδήγησε να ρωτώ κάθε φορά για ποιο λόγο έφερναν φανουρόπιτα για ευλογία. Τις περισσότερες φορές ήταν για να τους φανερώσει ο άγιος Φανούριος ποιόν θα παντρευόντουσαν. Διαπίστωσα και πάλι μια μαγική νοοτροπία του «δώσε πάρε» σχετικά με το πώς κατανοούμε πολλές φορές τη σχέση μας με τον Θεό, και κατά συνέπεια τη λειτουργική ζωή της εκκλησίας, όπου η λατρεία είναι μια δοσοληψία παρά άφημα στη Χάρη του Θεού και ανταπόκριση στη θυσιαστική Του αγάπη που οδηγεί σε έναν αλλιώτικο τρόπο ζωής βγαλμένο μέσα από το Ευαγγέλιο. Διαπίστωσα όμως επίσης ότι πολλές φορές εμείς οι ιερείς καλλιεργούμε αυτήν την «πελατειακή» σχέση, μην κάνοντας καμία προσπάθεια ευθυγράμμισης ή διόρθωσης των κακώς κειμένων. Μάλιστα φοβούμαστε ότι, αν πούμε κάτι, οι άνθρωποι αυτοί θα πάνε σε άλλη ενορία. Και έτσι, στην καλύτερη περίπτωση, κάνουμε απλώς τα στραβά μάτια ή, στη χειρότερη περίπτωση, καλλιεργούμε αυτές τις προβληματικές νοοτροπίες προς ίδιον όφελος. Χτίζοντας πολλές φορές παράλληλα το προφίλ του αλάνθαστου και απυρόβλητου, και διδάσκοντας, επιβάλλοντας μάλλον, μια υπακοή απόλυτης εξάρτησης και ανελευθερίας.

Δυστυχώς αφήνουμε ευκαιρίες σαν τις παραπάνω να φύγουν, ευκαιρίες όπου μας δίνεται η δυνατότητα να κεντρίσουμε την καλόπιστη λαϊκή ευσέβεια (με όλες τις προκαταλήψεις της) με ένα μπόλι βγαλμένο μέσα από την λειτουργική ζωή της εκκλησίας, οδηγώντας τους ανθρώπους που μας έχει εμπιστευθεί ο Θεός ως ποιμένες σε μία ζωντανή σχέση τους με τον Χριστό μέσα από μία υγιή αντίληψη της λειτουργικής ζωής, η οποία δεν είναι τίποτε άλλο από την λατρευτική βίωση της εν Χριστώ σωτηρίας. Και η ευθύνη μας είναι μεγάλη.

Μήπως όμως αυτό συμβαίνει γιατί κι εμείς οι ίδιοι έχουμε επιτρέψει να υπεισέλθει στη διακονία μας ως ιερουργών μία διαδικαστική και κληρικαλιστική νοοτροπία, όπου βλέπουμε την ιερατική μας διακονία όχι ως διακονία και πολύτιμο προνόμιο αλλά ως κτήση και αναφαίρετο δικαίωμα, όπου σημείο αναφοράς δεν είναι ο Χριστός και η εν Χριστώ σωτηρία αλλά το εγώ μας; Μήπως γιατί, ενώ «διαβάζουμε όλα τα γράμματα» και ακολουθούμε όλες τις τυπικές διατάξεις, δεν κάνουμε καμία προσπάθεια να καταλάβουμε και να διδάξουμε το περιεχόμενο και το νόημα αυτών των γραμμάτων; Διότι τα «γράμματα» εμπεριέχουν ένα μήνυμα, ένα κάλεσμα, μία πρόσκληση. Μας υπενθυμίζουν ποιοι είμαστε ως Χριστιανοί, τι κάνουμε και γιατί κάνουμε αυτό που κάνουμε. Είναι οδοδείκτες πραγματικής χριστιανικής ευσέβειας, χάρτες που μας οδηγούν στο πώς να βιώνουμε την εν Χριστώ σωτηρία.

Ως παράδειγμα, θα ήθελα να αναφερθώ στην ευχή του Ευαγγελίου που λέγεται από τον λειτουργό (δυστυχώς όχι εις επήκοον των πιστών) πριν από την ανάγνωση του Ευαγγελίου. Η ευχή αυτή συνήθως διαβάζεται επί τροχάδην από τους λειτουργούς και σπάνια δίνουμε σημασία στο νόημα της ευχής αυτής. Η ευχή έχει ως εξής:

Ἔλλαμψον ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν, φιλάνθρωπε Δέσποτα, τὸ τῆς σῆς θεογνωσίας ἀκήρατον φῶς καὶ τοὺς τῆς διανοίας ἡμῶν ὀφθαλμοὺς διάνοιξον εἰς τὴν τῶν εὐαγγελικῶν σου κηρυγμάτων κατανόησιν. Ἔνθες ἡμῖν καὶ τὸν τῶν μακαρίων σου ἐντολῶν φόβον, ἵνα τὰς σαρκικὰς ἐπιθυμίας πάσας καταπατήσαντες πνευματικὴν πολιτείαν μετέλθωμεν, πάντα τὰ πρὸς εὐαρέστησιν τὴν σὴν καὶ φρονοῦντες καὶ πράττοντες. Σὺ γὰρ εἶ ὁ φωτισμὸς τῶν ψυχῶν καὶ τῶν σωμάτων ἡμῶν, Χριστὲ ὁ Θεός, καὶ σοὶ τὴν δόξαν ἀναπέμπομεν, σὺν τῷ ἀνάρχῳ σου Πατρὶ καὶ τῷ παναγίῳ καὶ ἀγαθῷ καὶ ζωοποιῷ σου Πνεύματι, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Η ευχή αυτή με τρόπο σύντομο αλλά και περιεκτικό συνοψίζει την Ορθόδοξη ερμηνευτική προσέγγιση στις Γραφές. Η προσέγγιση αυτή γίνεται σε τέσσερα βήματα. Το πρώτο βήμα έχει να κάνει με την δεκτικότητά μας στην φώτιση και έμπνευση του Αγίου Πνεύματος («ἔλλαμψον ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν») που εδράζεται στην πίστη μας και την απόλυτη εμπιστοσύνη μας στον Θεό. Το πρώτο αυτό βήμα μας οδηγεί στο δεύτερο, που έχει να κάνει με την κατανόηση των Γραφών («τοὺς τῆς διανοίας ἡμῶν ὀφθαλμοὺς διάνοιξον εἰς τὴν τῶν εὐαγγελικῶν σου κηρυγμάτων κατανόησιν»). Δεν είναι τυχαίο ότι και στο πρωτότυπο κείμενο το δεύτερο αυτό βήμα εκφράζεται με τους όρους «διάνοια» και «κατανόηση». Η χάρη του Θεού μας βοηθά να καταλάβουμε (νοητικά) τα λεγόμενα, απαραίτητή προϋπόθεση για την ενσυνείδητη χριστιανική πίστη που μεταφράζεται σε συνειδητή χριστιανική βιοτή. Η κατανόηση αυτή δηλαδή των Γραφών και η επακόλουθη αποδοχή τους οδηγούν στο τρίτο βήμα, που δεν είναι άλλο από την προσωπική μας μεταμόρφωση. την αλλαγή του τρόπου ζωής μας υπερνικώντας τα πάθη μας και ζώντας πνευματική ζωή. Το επακόλουθο αυτής της προσωπικής μεταμόρφωσης είναι το τέταρτο βήμα, που συνεπάγεται έναν χριστιανικό τρόπο ζωής («καὶ πράττοντες»), πράξη, δηλαδή, που δεν απορρέει από την καταπιεστική ή και υποκριτική υπακοή στους κανόνες και στα ήθη, αλλά εκφράζει ελεύθερα και αυθόρμητα, αλλά και συνειδητά («καὶ φρονοῦντες») την εφαρμογή του Ευαγγελίου στην καθημερινότητά μας («πάντα τὰ πρὸς εὐαρέστησιν τὴν σὴν»). Σχηματικά θα μπορούσαμε να αποδώσουμε τα παραπάνω με τον εξής τρόπο στον παρακάτω πίνακα:

(1) Φώτιση, Έμπνευση
Ἔλλαμψον ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν, φιλάνθρωπε Δέσποτα, τὸ τῆς σῆς θεογνωσίας ἀκήρατον φῶς

(2) Κατανόηση
καὶ τοὺς τῆς διανοίας ἡμῶν ὀφθαλμοὺς διάνοιξον εἰς τὴν τῶν εὐαγγελικῶν σου κηρυγμάτων κατανόησιν.

(3) Προσωπική μεταμόρφωση
Ἔνθες ἡμῖν καὶ τὸν τῶν μακαρίων σου ἐντολῶν φόβον, ἵνα, τὰς σαρκικὰς ἐπιθυμίας πάσας καταπατήσαντες πνευματικὴν πολιτείαν μετέλθωμεν,

(4) Πράξη
πάντα τὰ πρὸς εὐαρέστησιν τὴν σὴν καὶ φρονοῦντες καὶ πράττοντες.

Η ευχή αυτή θα έλεγα ότι αποτελεί και ένα ερμηνευτικό «κλειδί» για να κατανοήσουμε όχι μόνο τις Γραφές (τα «ευαγγελικά κηρύγματα» σύμφωνά με την ευχή) αλλά και τη θεία λατρεία. Σχεδόν σε κάθε έκφραση της θείας λατρείας εμπεριέχονται τα παραπάνω τέσσερα βήματα. Και σκοπός της θείας λατρείας δεν είναι μόνο η λατρεία του Θεού αλλά και η δική μας μεταμόρφωση, ώστε να γίνουμε «Χριστο-φόροι» ή, όπως ο Απόστολος Παύλος λέει, «ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ ὁ Χριστός» (Γαλ. 2:20). Προϋπόθεση είναι η συνειδητή μας συμμετοχή στη θεία λατρεία, η δεκτικότητά μας στη Θεία Χάρη, η εντός της Θείας Χάριτος προσπάθειά μας να κατανοήσουμε το μήνυμα και την ουσία των τελουμένων, η συνειδητή εναρμόνιση της ζωής μας με το θέλημα του Θεού και η συνειδητή έκφραση αυτής της εναρμόνισης στην καθημερινότητά μας. Η λειτουργική ζωή της Εκκλησίας δεν είναι παρά η λατρευτική βίωση της εν Χριστώ σωτηρίας, η λατρευτική βίωση των ευαγγελικών κηρυγμάτων, τα οποία η ευχή του Ευαγγελίου μας καλεί, εντός της Χάριτος του Αγίου Πνεύματος, να κατανοήσουμε όσο μπορούμε με την διάνοιά μας. Η κάθε λειτουργική πράξη της Εκκλησίας μέσα κυρίως από τις ευχές της ουσιαστικά μας: εξηγεί ποιοι είμαστε ως Χριστιανοί, τι κάνουμε και ποιος ο σκοπός της κάθε λειτουργικής πράξης. Η κάθε επικλητική λειτουργική έκφραση συνήθως ακολουθείται από μία τελική πρόταση που εξηγεί τον σκοπό, τον στίχο. Για παράδειγμα, στην επίκληση της Θείας Λειτουργίας του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου η επίκληση «κατάπεμψον τὸ Πνεῦμά σου τὸ ἅγιον ἐφ᾽ ὑμᾶς καὶ ἐπὶ τὰ προκείμενα δῶρα ταῦτα καὶ ποίησον…» ακολουθείται από την τελική πρόταση «ὥστε γενέσθαι τοῖς μεταλαμβάνουσιν εἰς νῆψιν ψυχῆς, εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν, εἰς κοινωνίαν τοῦ ἁγίου σου Πνεύματος, εἰς βασιλείας οὐρανῶν πλήρωμα, εἰς παρρησίαν τὴν πρὸς σέ, μὴ εἰς κρῖμα ἢ εἰς κατάκριμα» (Ιερατικόν, σ. 133). Η τελική αυτή πρόταση, κεντρικότατη ως προς το νόημα και τη σημασία και τον σκοπό της συμμετοχής μας στη Θεία Λειτουργία, (θα έπρεπε να) αποτελεί τον πυρήνα κάθε απάντησης στο ερώτημα ποιος είναι ο σκοπός της συμμετοχής μας στη Θεία Λειτουργία και της μεταλήψεως. Με άλλα λόγια, τα ίδια τα λειτουργικά κείμενα μας δίνουν τις απαντήσεις… αν σταθούμε και τα ακούσουμε.

Η ευθύνη μας ως λειτουργών του θυσιαστηρίου και ως ποιμένων είναι τεράστια. Ο καλύτερος τρόπος να αντιμετωπίσουμε μαγικές αντιλήψεις περί της λατρείας, όπως αυτές που αναφέρθησαν δειγματοληπτικά στην αρχή αυτών των σύντομων σκέψεων, δεν είναι ούτε η ανοχή, ούτε η κοροϊδία, πόσο μάλλον η καλλιέργεια τέτοιων αντιλήψεων. Η απάντηση βρίσκεται στη συνειδητή τέλεση των τελουμένων και στην (επανα)κατήχηση και του εαυτού μας αλλά και των πιστών που μας έχει εμπιστευθεί η εκκλησία, με δάση τα λειτουργικά κείμενα και κυρίως με τις ευχές των μυστηρίων και ακολουθιών, που εκφράζουν με τον πιο επίσημο και λειτουργικό τρόπο την θεολογία της Εκκλησίας.

π. Στέφανος Αλεξόπουλος, Περιοδικό Σύναξη, αρ. φύλλου 168, 2023, σελ. 7-11