Menu Close

Η Κυριακή του Τελώνου και του Φαρισαίου

Την πρώτη Κυριακή, του Τελώνου και Φαρισαίου, οι άγιοι Πατέρες την ονόμασαν «προάγγελο» των πνευματικών αγώνων, διότι αυτή σαν μία σάλπιγγα μας προειδοποιεί για την προετοιμασία του πολέμου εναντίον των δαιμόνων στην νηστεία που έρχεται.

Κυριακή του Τελώνου και του Φαρισαίου

Το πρώτο μήνυμα αυτής της ετοιμασίας του πολέμου μας το αναφέρουν τρία Στιχηρά, τα οποία ψάλλονται αμέσως μετά το Ευαγγέλιο του Όρθρου: «Τῆς μετανοίας ἄνοιξόν μοι πύλας, Ζωοδότα…», «Τῆς σωτηρίας εὔθυνόν μοι τρίβους…», και «Τὰ πλήθη τῶν πεπραγμένων μοι δεινῶν…». Αυτά είναι σύντομα τροπάρια, τα οποία μας ταπεινώνουν και ξυπνούν τις καρδιές μας. Υπό το φως αυτών βλέπουμε την έκταση και το πλήθος των ψυχικών και σωματικών κακών, που διαπράξαμε μέχρι τώρα στην ζωή μας. Βλέπουμε την σπατάλη, την ασωτία και την οκνηρία στη ζωή μας και την ημέρα της φοβεράς Κρίσεως να πλησιάζει ξαφνικά. Τι θα κάνουμε; Βαθιά θλίψις και φόβος μας κυριεύουν και συννεφιάζουν την ψυχή μας. Αλλά σε τέτοιες στιγμές προβάλλεται και μία ακτίνα ελπίδος: το άπειρο έλεος του Θεού, οι ακαταμάχητες πρεσβείες της Μητέρας του Κυρίου μας και η εργασία της καθάρσεως και, αναγεννήσεώς μας, μέσω της μετανοίας, της οποίας τώρα ανοίγει η θύρα. Η ελπίδα μας ενισχύει και μας δίνει την τόλμη να κράξουμε με παρρησία μέσα από την καρδιά μας, όπως ο προφήτης Δαβίδ: «Ἐλέησόν με ὁ Θεός, κατὰ τὸ μέγα ἔλεός σου…».

Αυτά τα τρία τροπάρια, που αναφέραμε, μας ομιλούν για την μετάνοια και μας διδάσκουν πάντοτε ότι πρέπει να την εκτελούμε:

– επιστρέφοντας στον εαυτό μας και συλλογιζόμενοι την αμαρτωλή ζωή μας,

– διατηρώντας στην μνήμη μας τον φόβο της Μελλούσης Κρίσεως, και

– έχοντας την ελπίδα και την εμπιστοσύνη μας στο έλεος του Θεού.

Τα αισθήματα φόβου και ελπίδος, που διεγείρονται μέσα μας από τα τροπάρια αυτά, πρέπει να μας συνοδεύουν ανελλιπώς στην ζωή μας καθ’ όλο το διάστημα της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Γι’ αυτό θα τα ακούμε από τώρα στον όρθρο της κάθε Κυριακής, μέχρι και της Πέμπτης.

Το δεύτερο παράδειγμα προετοιμασίας μας το δίνει το ευαγγελικό παράδειγμα του Τελώνου και Φαρισαίου (Λουκά 18, 10-14), το οποίο, μαζί με τις αναγνώσεις και τις ψαλμωδίες Εσπερινού και Όρθρου, μας προτρέπει:

«Μὴ προσευξώμεθα φαρισαϊκῶς, ἀδελφοί· ὁ γὰρ ὑψῶν ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται. Tαπεινωθῶμεν ἐναντίον τοῦ Θεοῦ τελωνικῶς, διὰ νηστείας κράζοντες· Ἱλάσθητι ἡμῖν ὁ Θεός, τοῖς ἁμαρτωλοῖς»· ή άλλο τροπάριο: «Φαρισαῖος κενοδοξίᾳ νικώμενος… ἐστερήθη τῶν ἀγαθῶν ὁ δὲ μῆ φθεγξάμενος, ἠξιώθη τῶν δωρεῶν. Ἐν τούτοις τοῖς στεναγμοῖς, στήριξόν με, Χριστὲ ὁ Θεός, ὡς φιλάνθρωπος».

Όπως μας εξηγεί το Συναξάριο της Κυριακής, τίθενται μπροστά μας δύο ψυχικές καταστάσεις: η μία του Τελώνου, την οποία πρέπει ν’ αγωνισθούμε να την επιτύχουμε, και η άλλη του Φαρισαίου, την οποία πρέπει ν’ αποφύγουμε και να φυλαγώμεθα μακριά απ’ αυτή. Διότι η ταπείνωσις και η μετάνοια του Τελώνου απεδείχθησαν καταλυτικές στον πόλεμο εναντίον των δαιμόνων, ενώ η υπερηφάνεια και η υψηλοφροσύνη του Φαρισαίου έγιναν η αρχή και η πηγή κάθε αμαρτίας. Διότι με την υπερηφάνεια έπεσε ο διάβολος και με την ίδια αμαρτία διώχθηκε ο Αδάμ από τον παράδεισο. Ενώ όλη η θεραπεία του κόσμου ήλθε με την ταπείνωση, την ταπείνωση του Υιού του Θεού, ο οποίος έλαβε μορφήν δούλου και υπέμεινε τον διά σταυρού οδυνηρό θάνατο.

Ζωντανό παράδειγμα μας δίνει αυτή η παραβολή. Ο Φαρισαίος ήτο δίκαιος άνθρωπος, ενώ ο Τελώνης άνθρωπος αμαρτωλός. Αυτός όμως επέστρεψε δικαιωμένος στο σπίτι του. Αναγνωρίζοντας την αμαρτία του απέκτησε την δικαιοσύνη γρήγορα και χωρίς κόπους. Όχι μόνο αυτός, αλλά και όλοι, όσοι ταπεινώθηκαν, δικαιώθηκαν, καθώς μας λέγει το Δοξαστικό του εσπερινού της Κυριακής: «Παντοκράτορ Κύριε, οἶδα (γνωρίζω) πόσα δύνανται τὰ δάκρυα. Ἐζεκίαν γὰρ ἐκ τῶν πυλῶν τοῦ θανάτου ἀνήγαγον· τὴν ἁμαρτωλὸν ἐκ τῶν χρονίων πταισμάτων ἐρρύσαντο τὸν δὲ τελώνην, ὑπὲρ τὸν φαρισαῖον ἐδικαίωσαν…».

Ιδού λοιπόν, ότι η ταπείνωσις εξαγνίζει γρήγορα και αποβάλλει το βάρος της αμαρτίας, καθώς το λέγει και ο ίδιος ο Χριστός: «Πᾶς ὁ ταπεινῶν ἑαυτὸν ὑψωθήσεται…» (Λουκά 18, 14).

Αυτή η ύψωσις είναι μεγαλύτερη και ανώτερη από ό,τι είναι η κάθαρσις από την αμαρτία. Διότι, ο άνθρωπος, όταν ταπεινωθεί, καθαρίζεται από την αμαρτία και αρχίζει ν’ αποκτά την θεία χάρη, η οποία τον σκεπάζει και δεν αφήνει την αμαρτία να τον πολιορκεί. Γι’ αυτό ο Απόστολος Πέτρος λέγει ότι «ὁ Κύριος τοῖς ταπεινοῖς δίδωσι χάριν» (Α΄ Πέτρου 5, 5). Η ταπείνωσις γίνεται ο λειτουργός της χάριτος στον άνθρωπο, ενώ η εργασία για την απόκτηση αυτής είναι η ανωτέρα οδός αποκτήσεως όλων των αρετών. Όπως η υπερηφάνεια είναι η πηγή κάθε κακίας, έτσι και η ταπείνωσις είναι η πηγή κάθε αρετής. Από αυτήν πηγάζει σαν από πηγή ο παράδεισος, αλλά και επιτυγχάνεται ευκολότερα η απόκτησις όλων των αρετών.

Το έργο της ταπεινώσεως όμως δεν σταματά εδώ. Όπως ακριβώς ο επίγειος πλούτος κινδυνεύει, έτσι και ο πνευματικός πλούτος των αρετών κινδυνεύει από τους αοράτους εχθρούς, τους δαίμονες. Το πώς μας κλέβουν αυτοί τον καρπό των καλών μας έργων, μας το διηγείται ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής: «Όταν ο άνθρωπος αγωνίζεται ν’ αποκτήσει την αρετή και την πνευματική γνώση, τον πλησιάζουν οι δαίμονες της υπερηφανείας, της κενοδοξίας, της κακής επιθυμίας και υποκρισίας, όχι μόνον για να τον εμποδίσουν από την αρετή, αλλά και για να τον “βοηθήσουν” με τις πονηρές δολοπλοκίες τους, ώστε κατόπιν να τον τραβήξουν από τα αριστερά». (Απάντησις εις Θαλάσσιον). Πλησιάζουν οι πονηροί δαίμονες τους εργάτες της αρετής και τους ψιθυρίζουν: «Μεγάλα έργα κάνεις: νηστεύεις, προσεύχεσαι, κοπιάζεις σε ασκήσεις, κάνεις ελεημοσύνες, είσαι ανώτερος από τους άλλους ανθρώπους». Εάν ο άνθρωπος παύσει να σκέπτεται ταπεινά και αρχίζει να εμπιστεύεται τον εαυτό του, υπερυψώνεται σαν τον Φαρισαίο, ότι είναι πράγματι δυνατότερος και ανώτερος από τους άλλους, και χάνει τους καρπούς των κόπων του, επειδή «πᾶς ὁ ὑψῶν ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται» (Λουκ. 18, 14).

Όλα τα καλά έργα είναι μεγάλα και αξιοτίμητα, όχι διότι τα κάνει ο άνθρωπος, αλλά διότι είναι καρποί του Αγίου Πνεύματος, χωρίς το οποίο δεν ημπορούμε να κάνουμε τίποτε. Γι’ αυτό μας διδάσκει ο Κύριος: «Οὕτω καὶ ὑμεῖς, ὅταν ποιήσητε πάντα τὰ διαταχθέντα ὑμῖν, λέγετε ὅτι δοῦλοι ἀχρεῖοί ἐσμεν, ὅτι ὅ ὀφείλομεν ποιῆσαι πεποιήκαμεν» (Λουκ. 17, 10).

«Ἐργάζου καὶ φύλαττε», μας διδάσκουν οι άγιοι Πατέρες. Να εργάζεσαι όλα τα καλά έργα, αλλά να μην αδιαφορείς και για την προστασία των καρπών σου. Προφύλαξέ τους από τους αοράτους ληστές. Η ακαταμάχητη δύναμις που τους συντρίβει και ο μοναδικός οίκος προστασίας των πνευματικών θησαυρών, όπου δεν ημπορούν να πλησιάσουν οι δαίμονες, είναι η ταπείνωσις.

Κάποτε ο Μέγας Αντώνιος είδε όλες τις παγίδες του εχθρού στημένες σαν δίχτυ στην γη και στενάζοντας ερώτησε: «Ποιος άραγε ημπορεί να γλυτώσει απ’ αυτές;». Και άκουσε μία φωνή να του λέγει: «Η ταπείνωσις». Μια άλλη φορά ο διάβολος είπε στον όσιο Μακάριο τον Μέγα: «Μεγάλη οργή μου προκαλείς, Μακάριε, διότι δεν έχω καμία δύναμη εναντίον σου. Διότι να, οτιδήποτε κάνεις εσύ, το κάνω κι εγώ: Νηστεύεις εσύ; Εγώ δεν τρώγω καθόλου· αγρυπνείς εσύ; Εγώ δεν κοιμούμαι ποτέ. Μόνο μ’ ένα έργο με νικάς». Και τότε τον ερώτησε ο Άγιος:

– Ποιο είναι αυτό το έργο; Και ο διάβολος του απήντησε:

-Η ταπείνωσίς σου. Εξ αιτίας αυτής δεν έχω καμία εξουσία επάνω σου.

Ιδού λοιπόν τα θαυμαστά δώρα της ταπεινώσεως:

-ακοπίαστη κάθαρση από κάθε αμαρτία,

-ευνοϊκή βοήθεια για την απόκτηση των αρετών,

-καταφύγιο διαφυλάξεως των καλών έργων,

-ανίκητο όπλο κατά των υπερηφάνων δαιμόνων.

Γι’ αυτό δεν είναι δυνατόν να γίνει σωστή προετοιμασία για την είσοδό μας στην αγία Τεσσαρακοστή, χωρίς την ταπείνωση. Ποιο είναι το έργο που πρέπει να κάνουμε στην περίοδο της Νηστείας; Καθαριζόμεθα από την αμαρτία με την μετάνοια και την ταπείνωση, βιάζουμε τον εαυτό μας στην επιτέλεση των καλών έργων, στην προστασία των καρπών της πνευματικής μας ασκήσεως, και πολεμούμε διαρκώς με τα ακάθαρτα πνεύματα. Λοιπόν, όλα αυτά τα κατορθώματα τα φέρει εις πέρας με πολλή ευκολία η ταπείνωσις.

Αλλά τα έργα αυτά δεν τα κάνουμε μόνο την Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Ολόκληρη η επί γης ζωή μας είναι μία μάχη με τα πνεύματα της πλάνης, ένας αγώνας για την κάθαρση των παθών και τον στολισμό μας με αρετές. Γι’ αυτό πάντοτε, και όχι μόνο την περίοδο της Νηστείας, έχουμε ανάγκη από την ταπείνωση.

Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός μας έδωσε πολλές σωτήριες διδασκαλίες, τις οποίες επεσφράγισε ο ίδιος με το παράδειγμά Του, ώστε να τις επιτελούμε σωστά. Μας αγάπησε περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο πλάσμα στον κόσμο και μας εδίδαξε ν’ αγαπάμε κι εμείς κατά τον ίδιο τρόπο: «Ὑπόδειγμα γὰρ δέδωκα ὑμῖν, ἵνα καθὼς ἐγὼ ἐποίησα ὑμῖν, ἵνα καὶ ὕμεῖς ποιῆτε» (Ιωάν. 13, 15). Μας είπε ακόμη: «Μάθετε ἀπ᾿ ἐμοῦ ὅτι πρᾶός εἶμι καὶ ταπεινὸς τῇ καρδίᾳ» (Ματθ. 11, 29). Ολόκληρη η ζωή του Κυρίου είναι μία αδιάκοπη και απερίγραπτη ταπείνωσις. Γεννήθηκε ταπεινός στην φάτνη των ζώων, έζησε ταπεινός, απέθανε με τον πλέον έσχατο τρόπο του εξευτελισμού και της ταπεινώσεως. Ταπεινώθηκε λαμβάνοντας «δούλου μορφήν», «μέχρι θανάτου, θανάτου δὲ σταυροῦ» (Φιλ. 2, 8). Γι’ αυτό ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος ονόμασε την ταπείνωση «στολή της θεότητος», την οποία ο Κύριος εφόρεσε σ’ όλη την επί γης ζωή Του. Όχι μόνο εφόρεσε ως ένδυμα αυτήν, αλλά ήτο και ο ίδιος η ενσάρκωσις της ταπεινώσεως, ώστε να ημπορούμε να ειπούμε ότι Αυτός είναι «Η Ταπείνωσις», όπως είναι και «Η Αγάπη».

Ο Κύριος προτρέποντάς μας να μάθουμε απ’ Αυτόν την ταπείνωση, μας φανερώνει με ολόκληρη την επί γης ζωή Του τι είναι ταπείνωσις και μας ανοίγει μία αλάνθαστη οδό, την οποία πρέπει να διανύσουμε σ’ όλη την περίοδο της ζωής μας. Γι’ αυτή την οδό της ταπεινώσεως ακούμε την ευχή της απολύσεως της Μεγάλης Πέμπτης: «Χριστὸς ὁ ἀληθινὸς Θεός ἡμῶν, ὁ ἐξ ἀμετρήτου ἀγαθότητος δείξας ἡμῖν τὴν καλὴν ὁδὸν τῆς ταπεινώσεως…», διότι έπλυνε τους πόδας των μαθητών Του, και «ἐταπεινώθη δι᾽ ἡμᾶς μέχρι Σταυροῦ καὶ τάφου…». Μας άφησε, λοιπόν, την αγία ταπείνωση, σαν την σπουδαιότερη οδό, την οποία πρέπει να βαδίσουμε στην ζωή μας.

Είναι πράγματι η μοναδική οδός, διότι, όπως είδαμε, μας αξιώνει πολλών χαρισμάτων. Γι’ αυτήν οι άγιοι Πατέρες έλεγαν: «Χωρίς την ταπείνωση δεν υπάρχει ελπίς σωτηρίας», ή «Η ταπείνωσις είναι το ακριβότερο αδαμαντοστόλιστο στεφάνι του μοναχού». Ενώ ο Αββάς Δωρόθεος έλεγε: «Περισσότερο από οτιδήποτε έχουμε ανάγκη την ταπείνωσι».

Εκτός από τον πλούτο των χαρισμάτων που αναφέραμε μέχρι τώρα, η ταπείνωσις μας δίνει και την «ανάπαυση». Μας το εφανέρωσε ο Χριστός, όταν είπε: «Μάθετε ἀπʾ ἐμοῦ ὅτι πρᾶός εἶμι καὶ ταπεινὸς τῇ καρδίᾳ καὶ εὑρήσετε ἀνάπαυσιν ταῖς ψυχαῖς ὑμῶν» (Ματθ. 11, 19).

Η επίγεια αυτή ζωή μας είναι γεμάτη από πόνους και στεναγμούς. «Ἐν τῶ κόσμῳ θλῖψιν ἕξετε, ἀλλὰ θαρσεῖτε, ἐγῶ νενίκηκα τὸν κόσμον…» (Ιωάν. 16, 33), ενώ ο Απόστολος προσθέτει: «Διὰ πολλῶν θλίψεων δεῖ ἡμᾶς εἰσελθεῖν εἰς τὴν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ». (Πραξ. 14, 22). Μόλις μετά το τέλος αυτής της ζωής ελπίζουμε να πάμε «ἔνθα οὐκ ἔστι πόνος, οὐ λύπη, οὐ στεναγμός», ν’ απολαύσουμε την ανάπαυση και την πολυπόθητη ειρήνη, που δεν ευρίσκεται στην γη. Ο Κύριος όμως μας διαβεβαίωσε ότι και εδώ στην γη, μπορούμε να έχουμε ανάπαυση στις ψυχές μας, και συγκεκριμένα με την μετάνοια.

Άραγε δεν είναι ένα σημείο των καιρών μας αυτή η ταραχή, η αναστάτωσις, η εξουδένωσις, η αναποτελεσματική αναζήτησις και η νευρασθένεια του ανθρώπου;

Οι γιατροί συνιστούν για όλους τους ασθενείς ανάπαυση και ησυχία. Ιδρύθηκαν οίκοι αναπαύσεως και σταθμοί ψυχικής γαλήνης για τους νευρασθενείς. Επενοήθησαν μέθοδοι τεχνικής αναπαύσεως, ώστε να επαληθεύει ο λόγος του αββά Δωροθέου, ότι ο άνθρωπος σήμερα, περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, έχει ανάγκη αναπαύσεως. Λοιπόν δεν την βρήκε ακόμη; Μάθετε από Μένα, μας προτρέπει ο Κύριος, ότι είμαι πράος και θα ευρείτε ανάπαυση στις ψυχές σας.

Επειδή ο άνθρωπος εμπιστεύθηκε τον εαυτό του στις δυνάμεις του και δοξάσθηκε με τα κατορθώματά του, γι’ αυτό ελησμόνησε κι έχασε την ωραία οδό της ταπεινώσεως, απομακρύνθηκε από την πηγή παντός αγαθού και δεν έχει πλέον ανάπαυση. Όμως, λέγει ο ιερός Αυγουστίνος, ότι η ψυχή του ανθρώπου δεν ημπορεί να εύρει πουθενά ανάπαυση, παρά μόνο κοντά στον Θεό.

Ακόμη, η ταπείνωσις μας επαναφέρει μια για πάντα στην φυσική κατάσταση της υπάρξεώς μας. Αυτή δεν είναι μία αρετή ανάμεσα στις άλλες, η οποία προστίθεται στην πνευματική ζωή μας, αλλά είναι το θεμελιώδες γνώρισμα της ζωής του ανθρώπου, ο οποίος βλέπει την παρουσία του Θεού, αναγνωρίζει την παντοδυναμία Του και εκπλήσσεται μπροστά την μεγαλοπρέπεια της δόξης του προσώπου Του. Κατόπιν βλέπει την δική του σμικρότητα και μηδαμινότητα και παραδέχεται ταπεινά ότι κάθε τι που έχει, ακόμη και η ίδια η ύπαρξή του, είναι ένα δώρο της ανεκφράστου αγάπης και ευσπλαχνίας του Θεού, χωρίς την βοήθεια του οποίου δεν ημπορεί να κάνει τίποτε.

Η αρχή της ψυχικής μας αναγεννήσεως δεν γίνεται με άλλο τρόπο παρά με την είσοδό μας στους κανόνες της ταπεινώσεως. Γι’ αυτό, την προετοιμασία για την αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή την αρχίζουμε με ταπείνωση, για να την ζήσουμε εντονότερα αυτή την περίοδο και μαζί της να συνταξιδεύσουμε καθ’ όλο το μήκος της επιγείου ζωής μας. Πάντοτε λοιπόν ας μην ξεχνάμε ότι, μόνο εάν βαδίσουμε αυτή την αγιωτάτη οδό, θ’ αποκτήσουμε ανάπαυση στις ψυχές μας, τόσο στην παρούσα, όσο και στην μέλλουσα ζωή.

Γέροντας Πετρώνιος Τανάσε, Οι Πύλες της Μετανοίας – Στοχασμοί στο Τριώδιο, Ορθόδοξος Κυψέλη, Θεσσαλονίκη, 2003.