Menu Close

28/6/2022

Αγάπη

Η πνευματική αγάπη είναι ανώτερη από την αγάπη που έχουν τα κατά σάρκα αδέλφια, γιατί συγγενεύει κανείς από Χριστό και όχι από μάνα. Όσοι έχουν αυτή την αγνή (Αρχοντική) αγάπη, είναι γεμάτοι από καλοσύνη, γιατί μέσα τους έχουν τον Χριστό και στο πρόσωπο τους ζωγραφισμένη την Θεότητα. Αδύνατο είναι φυσικά να έλθει η αγάπη του Χριστού μέσα μας, εάν δεν βγάλουμε έξω τον εαυτό μας από την αγάπη μας, και να την δώσουμε στον Θεό και στις εικόνες Του και να δινόμαστε πάντα στους άλλους, χωρίς να θέλουμε να μας δίνονται ο άλλοι.

Όσοι πονάνε πολύ και για την σωτηρία όλου του κόσμου και βοηθάνε με τον τρόπο τους (αγωνιζόμενοι) και εμπιστεύονται τον εαυτό τους ταπεινά στα χέρια του Θεού, αυτοί νιώθουν και την μεγαλύτερη χαρά του κόσμου, και η ζωή τους τότε είναι μια συνεχής δοξολογία, γιατί φτερουγίζουν εσωτερικά σαν Άγγελοι, δοξολογώντας μέρα‐νύχτα τον Θεό. Ενώ εκείνοι που αδιαφορούν για την σωτηρία της ψυχής τους και προσπαθούν να βρουν χαρά και ανάπαυση στην μάταιη τούτη ζωή, συνέχεια βασανίζονται και μπλέκονται στα ατέλειωτα κοσμικά γρανάζια και ζουν από εδώ την κόλαση.

Οι φιλότιμοι, επειδή κινούνται στον Ουράνιο χώρο της δοξολογίας, δέχονται με χαρά και τις δοκιμασίες και δοξάζουν τον Θεό και γι’ αυτές, όπως και για τις ευλογίες, και δέχονται συνέχεια την ευλογία του Θεού από όλα και λιώνουν εσωτερικά τότε από ευγνωμοσύνη στον Θεό, την οποία εκδηλώνουν με κάθε πνευματικό τρόπο, σαν παιδιά του Θεού.

Ενώ ο Καλός Θεός μας δίνει άφθονες ευλογίες και ενεργεί πάντα για το καλό μας και όλα τα έκανε, για να εξυπηρετούν το πλάσμα Του και να θυσιάζονται για τον άνθρωπο, από φυτά μέχρι ζώα και πτηνά, μικρά και μεγάλα -ακόμη και ο ίδιος ο Θεός θυσιάστηκε, για να λυτρώσει τον άνθρωπο-, δυστυχώς όμως, πολλοί από εμάς αδιαφορούμε για όλα αυτά και Τον πληγώνουμε με την μεγάλη μας αχαριστία και αναισθησία, ενώ μας έδωσε κληρονομική την συνείδηση μαζί με όλα τα άλλα Του καλά.

Η συνείδηση είναι ο πρώτο νόμος του Θεού, τον οποίο χάραξε βαθιά στις καρδιές των Πρωτοπλάστων, και στην συνέχεια τον παίρνει ο καθένας μας φωτοτυπία από τους γονείς του, όταν γεννιέται. Εκείνοι που κατόρθωσαν να λεπτύνουν την συνείδηση τους με την καθημερινή μελέτη του εαυτού τους, αισθάνονται πια τον εαυτό τους ξένο από τούτον τον κόσμο, και παραξενεύονται οι κοσμικοί από την λεπτή τους συμπεριφορά. Όσοι όμως δεν μελετάνε την συνείδηση τους, δεν ωφελούνται ούτε από τις πνευματικές μελέτες ούτε και από συμβουλές γεροντοτέρων, ούτε και τις εντολές του Θεού θα μπορέσουν τότε να τηρήσουν, διότι γίνονται πια αναίσθητοι.

Οι ευαίσθητοι και φιλότιμοι, που τα τηρούν όλα με ακρίβεια, συνήθως αδικούνται από τους αναίσθητους, με τις συνεχείς παραχωρήσεις που κάνουν από αγάπη· αλλά και η αγάπη του Θεού πάντα κοντά τους βρίσκεται. Πολλές φορές αδικούνται και μόνοι τους από την υπερευαισθησία τους, μεγαλοποιώντας τις μικρές τους αμαρτίες, ή φορτώνονται τα ξένα σφάλματα, αλλά πάλι ο Θεός τους γλυκαίνει με την Παραδεισένια Του καλοσύνη και τους δυναμώνει παράλληλα και πνευματικά.

Αυτοί που πληγώνουν ή αδικούν ευαίσθητους ανθρώπους, δεν είναι άνθρωποι εσωτερικά.

Όσοι λένε ότι είναι ευαίσθητοι και έχουν αγάπη και λεπτότητα και ανέχονται μεν τις αδικίες που τους κάνουν οι άνθρωποι, αλλά λένε: «ας το βρουν από τον Θεό», κοροϊδεύονται από τον πονηρό και δεν το καταλαβαίνουν, διότι με αυτόν τον τρόπο καταριένται με ευγένεια. Σ’ αυτήν την ζωή όλοι οι άνθρωποι δίνουμε εξετάσεις, για να περάσουμε στην άλλη την αιώνια, στον Παράδεισο. Μου λέει ο λογισμός ότι η ευγενική κατάρα αυτή είναι κάτω από την πνευματική βάση.

Όσοι λοιπόν αδικούν, τον ίδιο εαυτό τους αδικούν αιώνια, και όσοι δέχονται με χαρά τις αδικίες που τους κάνουν, δικαιούνται αιώνιο μισθό τοκισμένο.

Πολλές φορές ο Καλός Θεός αφήνει τους καλούς ανθρώπους στα χέρια των κακών, για να αφήσουν την καλοσύνη τους και να μάσουν μισθό Ουράνιο.

Ο κάθε άνθρωπος, φυσικά, θα πληρωθεί από το αφεντικό, που εργάσθηκε. Όσοι εργάζονται στον Χριστό, θα λάβουν εδώ ἑκατονταπλάσια, και ζωὴν αἰώνιον[1], και όσοι εργάζονται στο μαύρο αφεντικό, τους κάνει την ζωή μαύρη και από εδώ.

Εκείνοι που εργάζονται μεν στον Χριστό αλλά με υπερηφάνεια, μουρνταρεύουν τις αρετές τους, όπως μουρνταρεύονται τα τηγανητά αυγά, όταν πέσει λίγη κουτσουλιά, που είναι πια για πέταγμα μαζί με το τηγάνι.

Όσοι όμως εργάζονται ταπεινά και αποκτούν αρετές και σκορπούν ταπεινά, από αγάπη, τα μυστικά τους βιώματα, είναι οι μεγαλύτεροι ευεργέτες, διότι δίνουν πνευματική ελεημοσύνη και βοηθούν πολύ θετικά τις αδύνατες ή τις κλονισμένες ψυχές στην πίστη. Εκείνοι πάλι που πετάνε ακόμη και τον εαυτό τους στον κόσμο, από αγάπη, αφού πέταξαν πια τον κόσμο από μέσα τους, αυτοί πετάνε πια στον Ουρανό και δεν πιάνονται από τον κόσμο.

Η αγάπη με την εξωτερική ακτημοσύνη πολύ βοηθάει για να αποκτήσει κανείς και την εσωτερική ακτημοσύνη από πάθη. Οι δυο αυτές ακτημοσύνες κάνουν τον άνθρωπο πλούσιο από καλοσύνη Θεού.

Οι καλοί άνθρωποι φυσικά δεν κρατάνε κακία στην καρδιά τους, αλλά ούτε και την καλοσύνη τους την κρατάνε για τον εαυτό τους. Γι’ αυτό δεν κρατάνε ούτε όμορφα πράγματα ούτε και συγκινούνται από τις ομορφιές του κόσμου, και φανερώνουν με αυτό και την θερμή τους πίστη στον Θεό, με την πολλή τους αγάπη.

Δεν υπάρχει εξυπνότερος άνθρωπος από τον ελεήμονα, που δίδει γήινα, φθαρτά πράγματα, και αγοράζει άφθαρτα, ουράνια. Όπως δεν υπάρχει πιο ανόητος στον κόσμο από τον πλεονέκτη, που μαζεύει συνέχεια και στερείται συνέχεια και, στο τέλος, αγοράζει την κόλαση με τις συγκεντρωμένες του οικονομίες. Αυτοί φυσικά που χάνονται με υλικά πράγματα, το ’χουν τελείως χαμένο, γιατί χάνουν και τον Χριστό.

Ο κυριευμένος από υλικά πράγματα είναι κυριευμένος πάντα από στενοχώρια και άγχος, γιατί πότε τρέμει μην του τα πάρουν και πότε μην του πάρουν την ψυχή. Ο τσιγκούνης πάλι, που αγκύλωσε το χέρι του από το πολύ σφίξιμο, έσφιξε και την καρδιά του και την έκανε πέτρινη. Για να θεραπευθεί, θα πρέπει να επισκεφθεί δυστυχισμένους ανθρώπους, να πονέσει, οπότε θα αναγκασθεί να ανοίξει σιγά‐σιγά το χέρι του, και θα μαλακώσει τότε και η πέτρινη καρδιά του και θα γίνει καρδιά ανθρώπινη, και έτσι θα του ανοιχθεί και η πύλη του Παραδείσου.

Η καλοσύνη μαλακώνει και ανοίγει την καρδιά, σαν το λάδι την σκουριασμένη κλειδαριά.

Όσοι πλησιάζουν τους πονεμένους, πλησιάζουν στον Θεό φυσιολογικά, διότι ο Θεός πάντα βρίσκεται κοντά στα πονεμένα Του παιδιά.

Τα φιλότιμα παιδιά του Θεού, που βοηθάνε στο σήκωμα των Σταυρών των συνανθρώπων τους, ο Θεός τα δυναμώνει πνευματικά και τα απαλλάσσει από Σταυρούς (δοκιμασίες).

Όσοι σκέφτονται τους μεγάλους Σταυρούς των δικαίων, ποτέ δεν στενοχωριούνται για τις δικές τους μικρές δοκιμασίες, διότι, ενώ έσφαλαν περισσότερο στην ζωή τους, εν τούτοις όμως υποφέρουν λιγότερο από τους δικαίους.

Εκείνοι που ταλαιπωρούνται άδικα, μιμούνται τον Χριστό, και όσοι ταλαιπωρούνται για τις αμαρτίες τους, είναι μακάριοι, διότι εξοφλούν τις αμαρτίες τους σ’ αυτήν την ζωή.

Όσοι δεν συμπάσχουν με τους πονεμένους, αυτοί πάσχουν από θανάσιμη πνευματική αρρώστια, την ασπλαχνία. Εκείνοι πάλι που ενοχλούνται από τα βογκητά των αρρώστων και αγανακτούν, επειδή δεν μπορούν να συγκεντρωθούν, πάσχουν από πολλές πνευματικές αρρώστιες.

Εκείνοι που αγαπούν αληθινά και αγωνίζονται σωστά, ανέχονται με αγάπη, θυσιάζονται, στερούνται και αναπαύουν τον πλησίον τους, που είναι ο Χριστός.

Όσοι θέλουν όλο να τους δίνονται οι άλλοι, χωρίς να δίνουν οι ίδιοι στους άλλους τίποτα, και ζητάνε και από τον Θεό συνέχεια, χωρίς να δίνουν στον Θεό ούτε και τις αμαρτίες τους (με την μετάνοια), αποξενώνονται τελείως πια από τον Θεό και παραδίδονται μόνοι τους στα χέρια του ανθρωποκτόνου. Επειδή καλλιέργησαν την αγάπη για τον εαυτό τους, επόμενο ήταν να αναπτυχθεί το μεγάλο άγχος, και να υποφέρουν μέρος της κολάσεως από τούτη την ζωή.

Όσοι δεν έρχονται στην θέση των πονεμένων συνανθρώπων τους, εγκαταλείπονται από τον Θεό, και πέφτουν τότε άσχημα και μαθαίνουν να πονάνε. Ενώ εκείνοι που πονάνε και ενδιαφέρονται όλο για τους άλλους και αδιαφορούν για τον εαυτό τους, προστατεύονται από τον Θεό και φροντίζονται από τον Θεό και από τους ανθρώπους.

Όταν δώσει κανείς την καρδιά του στον Θεό, τότε και τα μυαλά του ανθρώπου είναι παρμένα από την αγάπη του Θεού, και αδιαφορεί πια για όλα τα του κόσμου και σκέπτεται συνέχεια τον Ουράνιο Πατέρα, ερωτευμένος πια θεϊκά, και δοξολογεί σαν Άγγελος μέρα‐νύχτα τον Πλάστη του.

Είναι αρκετό και μόνον οι ευεργεσίες του Θεού, εάν τις σκεφτεί κανείς, να τινάξουν στον αέρα μια φιλότιμη καρδιά· πόσο μάλλον, εάν σκεφτεί και τις πολλές του αμαρτίες και την πολλή ευσπλαχνία του Θεού!

Όσοι αγωνίζονται και συναισθάνονται την αμαρτωλότητά τους και τις ευεργεσίες του Θεού και εμπιστεύονται στην μεγάλη Του ευσπλαχνία, ανεβάζουν την ψυχή τους στον Παράδεισο με πολλή σιγουριά και με λιγότερο κόπο σωματικό, όταν έχουν καλή προαίρεση.

Εκείνοι που αγωνίζονται πολύ, με πολλή ευλάβεια, και έφθασαν κάπως σε Αγγελική κατάσταση και τρέφονται πια από το Παραδεισένιο μέλι, πάλι δεν προσφέρουν τίποτε το σπουδαίο στον Θεό εν συγκρίσει μ’ αυτά που μας πρόσφερε Εκείνος. Διότι μέλι τρώνε, κερί Του προσφέρουν. Γλυκούς καρπούς τρώνε, την ρετσίνη των δένδρων προσφέρουν στον Θεό με το θυμιατήρι. Επομένως, τίποτε δεν κάνουμε και τίποτα δεν προσφέρουμε στον Θεό, εν συγκρίσει με τις μεγάλες ευεργεσίες Του. Ενώ ο Καλός Θεός μας φτιάχνει και με τα σκουπίδια μας, ακόμη και με την κοπριά, ωραίους καρπούς, και τρεφόμαστε, εμείς όμως, οι ταλαίπωροι άνθρωποι, τους κάνουμε τους ωραίους καρπούς μετά κοπριά!

Όπως η καλοσύνη του Θεού τα πάντα αξιοποιεί για το καλό, έτσι και εμείς, τα πλάσματα Του, θα πρέπει όλα για το καλό να τα αξιοποιούμε, για να ωφελούμαστε και να ωφελούμε.

Οι καλοί άνθρωποι, φυσικά, ωφελούνται ακόμη και από τις πτώσεις των συνανθρώπων τους, τις οποίες χρησιμοποιούν για γερό φρένο στον εαυτό τους, για να προσέχουν να μην εκτροχιασθούν. Ενώ οι πονηροί δεν ωφελούνται, δυστυχώς, ούτε και από τις αρετές των άλλων, διότι και αυτές ακόνη τις ερμηνεύουν με το πονηρό τους λεξικό, γιατί είναι σκοτισμένοι από την μαυρίλα του ανθρωποκτόνου, και αδικούν πνευματικά τον εαυτό τους και τους άλλους και βρίσκονται πάντα στενοχωρημένοι και πάντα στενοχωρούν τους συνανθρώπους τους με την πνευματική τους αυτή μαυρίλα· ενώ ο συννεφιασμένος καιρός προξενεί στενοχώρια μόνο στους ανθρώπους που πάσχουν από θλίψη.

Η καλοσύνη είναι μία από τις πολλές ιδιότητες του Θεού, γι’ αυτό πάντα σκορπάει χαρά, διώχνει σύννεφα, ανοίγει καρδιές σαν την ανοιξιάτικη λιακάδα που βγάζει άνθη από την γη, θερμαίνει ακόμη και τα φίδια και τα βγάζει από τις παγωμένες τους τρύπες, για να χαρούν και αυτά την καλοσύνη του Θεού.

Οι κακότροποι άνθρωποι είναι πάντα πνιγμένοι από λογισμούς και με την παγωμένη τους καρδιά παγώνουν και πνίγουν με λογισμούς τους πονεμένους ανθρώπους, που καταφεύγουν σ’ αυτούς για να παρηγορηθούν, ενώ οι καλοκάγαθοι με την πνευματική τους (αρχοντική) αγάπη, την σφιχτή με πόνο, πνίγουν δαίμονες, ελευθερώνουν ψυχές και σκορπάνε θεϊκή παρηγοριά στους συνανθρώπους τους.

Η θερμή πνευματική αγάπη τους μεν ευαίσθητους τους κάνει πιο ευαίσθητους, τους δε αναιδείς τους κάνει πιο αναιδείς.

Το ορφανό όμως, ιδίως από μάνα, και σκαντζοχοιράκι να είναι, θα πρέπει να το αγκαλιάσουμε με πόνο και θερμή αγάπη, για να ζεσταθεί πρώτα, να ξεθαρρέψει, για ν’ ανοίξει και την καρδιά του.

Το φιλότιμο δε ορφανό θέλει φρένο γερό στον μεγάλο του ενθουσιασμό, για να μη βλαφτεί από υπερκόπωση, εκδηλώνοντας την μεγάλη του ευγνωμοσύνη.

Η θερμή αγάπη του Χριστού τρέφει περισσότερο από κάθε υλική τροφή και δίνει πολλές θερμίδες στην ψυχή και στο σώμα και πολλές φορές θεραπεύει και αγιάτρευτες αρρώστιες, δίχως φάρμακα, και αναπαύει ψυχές.

Όσοι δεν θυσιάζουν και την σωματική τους υγεία για την αγάπη του Χριστού, καταφρονώντας την σωματική τους ανάπαυση, ανάπαυση πνευματική δεν βρίσκουν ούτε σ’ αυτήν την ζωή ούτε στην μέλλουσα, την αιώνια.

Εκείνοι που θυσιάζουν ακόμη και την ζωή τους από καθαρή αγάπη, για να προστατέψουν τους συνανθρώπους τους, μιμούνται τον Χριστό. Αυτοί φυσικά είναι οι μεγαλύτεροι ήρωες, διότι τους τρέμει ακόμη και ο θάνατος, γιατί αψήφησαν τον θάνατο από αγάπη, κι έτσι νικάν με την αθανασία, παίρνοντας το κλειδί της αιωνιότητος κάτω από την πλάκα του τάφου, και προχωρούν ελαφρά στην αιώνια μακαριότητα.

Προτιμότερο φυσικά είναι για έναν ευαίσθητο άνθρωπο να σκοτωθεί ο ίδιος μια φορά από αγάπη, για να προστατέψει τον πλησίον του, παρά να αμελήσει ή να δειλιάσει, και μετά να σφάζεται συνέχεια από την συνείδηση του σ’ όλη του την ζωή.

Η θυσία για τον συνάνθρωπό μας κρύβει την μεγάλη μας αγάπη για τον Χριστό. Όσοι έχουν μεν την αγαθή προαίρεση για να ελεήσουν, αλλά δεν έχουν τίποτα και πονάνε γι’ αυτό, ελεούν με το αίμα της καρδιάς τους.

Εκείνοι πάλι που θέλουν μεν να μαρτυρήσουν για την αγάπη του Χριστού, αλλά δεν υπάρχει Μαρτύριο, μπορούν την αγάπη τους αυτή, από την οποία καίγονται, να την εκδηλώσουν με άσκηση σωματική για τις ψυχές των κεκοιμημένων που καίγονται, για να βρουν λίγη ανάπαυση.

Οι αδιάφοροι και άσπλαχνοι άνθρωποι που σκέφτονται μόνον τον εαυτό τους και τον χορταίνουν αναίσθητα, γεμίζουν παράλληλα και την καρδιά τους με πολύ άγχος, και μέσα τους δουλεύει το σαράκι, και ταλαιπωρούνται και από τούτη την ζωή. Ενώ οι εύσπλαχνοι, επειδή πάντα χορταίνουν τους άλλους με αγάπη, πάντοτε είναι χορτασμένοι από την αγάπη του Θεού και από τις άφθονες ευλογίες Του.

Γέροντας Παΐσιος ο Αγιορείτης, Επιστολές, 2η έκδ., Ιερόν Ησυχαστήριον «Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος», Θεσσαλονίκη 1995

[1] Βλ. Μάρκ.10, 30.