Menu Close

Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς

Η Β´ Κυριακή των Νηστειών -μετά την Κυριακή της Ορθοδοξίας- είναι αφιερωμένη σ’ έναν υπέρμαχο της Ορθοδοξίας: τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, Αρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης. Ο άγιος Γρηγόριος γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, τέλη του ιγ΄ αιώνα, γύρω στα 1296. Έχοντας «περιφανείς και ενδόξους γονείς», το συγκλητικό Κωνσταντίνο και την ευσεβέστατη Καλλονή, «οὐ τὸν ἔξω μόνον καὶ κατ᾿ αἴσθησιν ἄνθρωπον, ἀλλὰ πολλῷ μᾶλλον τὸν ἔνδον καὶ μὴ ὁρώμενον, ἀρετῇ καὶ παιδείᾳ κοσμῆσαί ἐσπούδασεν». Μικρός ακόμα, έμεινε ορφανός από πατέρα. Είχε την ευτυχία όμως να ’χει μητέρα την ευσεβέστατη Καλλονή, που η μόνη φροντίδα της ήταν ν’ αναθρέψει τα παιδιά της με την παιδεία του Κυρίου. Στα είκοσί του χρόνια ο αγ. Γρηγόριος, φλεγόμενος από το διάπυρο πόθο της μοναχικής ζωής, παίρνει τα δύο αδέρφια του, τον Μακάριο και το Θεοδόσιο, και πηγαίνει στ’ Άγιον Όρος. Εκεί υποτάσσεται στον γέροντα Νικόδημο, ένα πεπειραμένο αγιορείτη μοναχό της Ιεράς Μονής Βατοπεδίου. Σαν πέθανε ο γέροντάς του Νικόδημος, φεύγει για την έρημο του Αγ. Όρους, απ’ όπου οι συνεχείς επιδρομές των Αγαρηνών τον αναγκάζουν να φύγει, και να πάρει το δρόμο για τη Σκήτη του αγ. Προδρόμου, στη Βέροια. Πηγαίνει σε λίγο στη Θεσσαλονίκη, όπου χειροτονείται ιερεύς κ’ επιστρέφει πάλι στη Βέροια, όπου έμεινε πέντε χρόνια. Ο θείος έρωτας κ’ η δίψα του για την ησυχία, αναγκάζουν πάλι τον άγιο Γρηγόριο, να πάει στο Άγιον Όρος, όπου έμεινε είκοσι τρία ολάκερα χρόνια με προσευχή, μελέτη και πολύν ιδρώτα των ασκητικών αγώνων της ερήμου. Τότε παρουσιάστηκε ο δαιμόνιος εκείνος Βαρλαάμ ο Καλαβρός, που σήκωσε τον φοβερό πόλεμο, ο οποίος έχει μείνει στην ιστορία με το όνομα «ἡσυχαστικαὶ ἔριδες τοῦ ιδ´ αἰώνος».

Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς

***

Ο άγιος Γρηγόριος επάλεψε με τον αιρετικό Βαρλαάμ, με πολλή δύναμη και πολλή σοφία, και νίκησε στο τέλος και τον αντίπαλό του και τις αιρετικές κι από τη Δύση φερμένες διδασκαλίες του, αποδεικνύοντας με γραφικά και πατερικά πνευματικά επιχειρήματα, πως το Θαβώριο φως της Μεταμορφώσεως ήταν άκτιστο κι όχι κτιστό -όπως έλεγεν ο Βαρλαάμ. Στη Σύνοδο, μάλιστα, της Κωνσταντινουπόλεως επί Ανδρόνικου του Β´, η ήττα του Καλαβρού ήταν τόσο μεγάλη, που αναγκάστηκε να φύγει γρήγορα για την Ιταλία. Έτσι ο άγιος Γρηγόριος έσωσε την Ορθοδοξία, που διέτρεξε γι’ άλλη μια φορά τεράστιον κίνδυνο από τη Δύση, και κατέκτησε δίκαια μια υψηλή θέση στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Χειροτονείται μετά επίσκοπος και στέλνεται από την Κωνσταντινούπολη στο θρόνο της Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης. Οι Θεσσαλονικείς, που πανηγυρίζουν τη μνήμη του αγ. Γρηγορίου με πάνδημες γιορτές και λειτουργίες στο φερώνυμο ωραίο Ναό που του έχτισαν, τότε ήτανε μοιρασμένοι σε δύο φατρίες και δεν τον εδέχτηκαν. Αναγκάστηκε ο άγιος Γρηγόριος να φύγει στη Λήμνο, απ’ όπου ύστερ’ από λίγα χρόνια τον κάλεσαν οι ίδιοι οι Θεσσαλονικείς στη πόλη τους και τον υποδέχτηκαν με μεγάλες τιμές. Μετά από κάμποσο καιρό, από σεβασμό κ’ εκτίμηση στη μεγάλη του αγιότητα, τον κάλεσαν στην Κωνσταντινούπολη να συμφιλιώσει τ’ αντιμαχόμενα, για πολιτικούς λόγους, υψηλά βασιλικά πρόσωπα του Βυζαντίου. Στο δρόμο, συλλαμβάνεται απ’ τους Αγαρηνούς και ταλαιπωρείται και βασανίζεται επί ένα χρόνο, περιφερόμενος από χωριό σε χωριό κι από πολιτεία σε πολιτεία. Στην Προύσα, όπου τελικά δικάστηκε, ελευθερώθηκε μετά την αθώωσή του και αναχώρησε για το θρόνο του, αφού εστήριξε και με τα πάθη που υπέφερε και με τους θείους λόγους του, τις βασανισμένες απ’ τους Αγαρηνούς χριστιανικές εκκλησίες της Μικράς Ασίας. Κατάκοπος πια από τόσα δεινά και τόσους αγώνες για τη σωτηρία της Ορθοδοξίας, αναπαύτηκε εν Κυρίω στη Θεσσαλονίκη, γύρω στα 1360, σε ηλικία 63 χρονών. Το άγιο λείψανό του σώζεται ενταφιασμένο στον προς τιμή του και στο όνομά του αφιερωμένο ιερό ναό της Θεσσαλονίκης.

***

Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, που με μεγάλη συντομία και σε αδρές μόνο γραμμές αναφερθήκαμε πριν λίγο στον άγιο βίο του, εφύλαξε όσο ζούσε ανόθευτη την Ορθοδοξία από τις ξένες επιδράσεις. Αλλά και μετά την κοίμησή του, α’ με τα πολλά θαύματα, και β΄ με τα βαθιά σε ορθόδοξη πνευματικότητα και θεολογία συγγράμματά του, συνεχίζει να είναι ένας φύλαξ άγγελος της πονεμένης και χτυπημένης από χίλιους δύο αιρετικούς Ορθοδοξίας μας.

Ένα από τα πολλά θαύματά του, είναι κι αυτό που αναφέρεται στους Φράγκους της Σαντορίνης. Το αναφέρει ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Νεκτάριος (στα 1660), για ν’ αποδείξει στους Φράγκους ότι λένε ψέματα και συκοφαντίες, όταν λένε πως η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν ανέδειξε πια κανέναν άγιο, απ’ τον καιρό που χωρίσαμε με τους Δυτικούς, με το σχίσμα. Στη Σαντορίνη, λοιπόν, τη μέρα της μνήμης του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, δηλ. τη Β´ Κυριακή των Νηστειών, μερικοί Φράγκοι, Ρωμαιοκατόλικοι, μπήκαν σε μια βάρκα κ’ έκαναν βόλτα στη θάλασσα. Μέσα στη βάρκα είχαν και μερικά φραγκόπουλα, δασκαλεμένα να βλαστημούν τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά. Φώναζαν, λοιπόν, τα δασκαλεμένα φραγκόπουλα: «ανάθεμα στον Παλαμά· αν είναι ο Παλαμάς άγιος, ας κάμει να πνιγούμε»! Δεν πέρασε πολλή ώρα και -ω του θαύματος!- μέσα σε γαλήνια και ακύμαντη θάλασσα, καταποντίστηκε στο βυθό η βάρκα, με όλους τους Φράγκους και τα φραγκόπουλα, που πριν λίγο προκαλούσαν τον άγιο, με τα υβριστικά εκείνα λόγια «αν είναι άγιος ας μας πνίξει!»

Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, όπως προηγουμένως σημειώσαμε, στήριξε και στηρίζει την Ορθοδοξία όχι μονάχα με τα θαύματά του τα πολλά, μα και με τα πολύτιμα συγγράμματά του, τα οποία, δυστυχώς, όχι μόνον ο κόσμος ο πολύς, μα και οι κληρικοί κ’ οι θεολόγοι μας τα αγνοούν. Αυτά τα θεία συγγράμματα κι αυτούς τους αγιασμένους λόγους του αγνοούμε, για τους οποίους ο υμνωδός και ποιητής του κανόνος του αγίου έγραψε στην ε΄ ωδή:

Οἱ λόγοι σου πάνσοφε
καὶ τὰ σεπτὰ συγγράμματα,
δρόσος οὐρανία, μέλι πέτρας
ἄρτος ἀγγέλων τοῖς ἐντυγχάνουσι,
νέκταρ ἀμβροσία γλυκασμός,
ἥδυσμα, Γρηγόριε, καὶ πηγὴ ζῶντος ὕδατος.

***

Ο άγιος Γρηγόριος είναι απ’ τους μεγαλύτερους και μυστικότερους θεολόγους της Ορθοδοξίας, και συγχρόνως από τους λιγότερο γνωστούς. Κ’ επειδή αγνοούμε οι περισσότεροι τη διδασκαλία του και τα μυστικά του συγγράμματα, συμβαίνει, όχι σπάνια, όταν από ανάγκη καταπιανόμαστε μ’ αυτά, να τα παρερμηνεύουμε και να πέφτουμε στο αντίθετο στρατόπεδο, των αιρετικών, δίχως να το καταλάβουμε. Ύστερα πρέπει ευθύς αμέσως να σημειώσουμε, πως η μελέτη του έργου, ή πολύ περισσότερο, η παρουσίαση και η ερμηνεία του, χρειάζονται ιδιοσυγκρασίες συγγενικές πνευματικά, όχι μονάχα σε κλίση και σε ενδιαφέρον, αλλά και σε κατόρθωση αγιότητος. Γιατί με τη γνώση των θεωριών για τη θεωρία του ακτίστου φωτός, δεν κερδίζουμε απολύτως τίποτε, όταν είμαστε βυθισμένοι σε χίλιες δύο αμαρτωλές έγνοιες, που δεν μας επιτρέπουν να γνωρίζουμε το άκτιστο φως, με την κεκαθαρμένη κ’ εξαγνισμένη καρδιά μας. Γι’ αυτό, κι όταν ακούμε ή διαβάζουμε για τους αγώνες των ησυχαστών και τη σκληρή μέθοδό τους, με τη στροφή και του σωματικού τους βλέμματος προς την καρδιά επί ώρες ατέλειωτες, για να ιδούν το Θαβώριο φως, δείχνουμε μιαν απορία -αν δεν εκδηλώνουμε ορθολογιστικότερα την επιφύλαξή μας, ή δεν χαρακτηρίζουμε κ’ εμείς τους ησυχαστάς (όπως τους ονόμασε ο δυτικόφρονας Βαρλαάμ) «ομφαλοσκόπους» και «ομφαλοψύχους». Κι ακόμα -κ’ εδώ είναι ο πιο μεγάλος κίνδυνος- πιστεύουμε, πως με την ενδοστρέφεια θα ιδούμε το φως του Θαβώρ, ή -εμείς οι άνθρωποι του κόσμου- πως με την αυτοσυγκέντρωση και την ενδοστρέφεια θα βρούμε το Θεό μας, τη σωτηρία μας. Αλλά με την απλή αυτή ενδοστρέφεια, δεν κάνουμε τίποτ’ άλλο, παρά να γινόμαστε περίλαμπροι Νεοπλατωνικοί, οι οποίοι θεωρούσαν τη ψυχή ως θεία αρχή «καθεαυτήν», και πίστευαν ότι αρκεί να στραφεί κανείς προς τη ψυχή του για να θεωρήσει το Θείον. Κάτι ανάλογο βέβαια έπαθε και ο Βαρλαάμ, που ταύτισε αυτή την ενδοσκόπηση των Νεοπλατωνικών με τη «νοεράν προσευχήν» των ησυχαστών, «ἐκμεταλλευθεὶς ἐπί πλέον καὶ τὰς ἐκ παρανοήσεως καταχρήσεις ἐνίων Μοναχῶν, ὡς καὶ τὴν κακοποίησιν τῆς νοερᾶς προσευχῆς ὑπὸ τῶν λαϊκῶν μαζῶν τοῦ Βυζαντίου, εἰς τὰς ὁποίας εἶχε διαδοθῆ, διότι αὗται ἦσαν ἀπαράσκευοι διὰ τοιαύτην λεπτὴν ἐργασίαν» (Θεοκλ. Διονυσιάτου, Μεταξύ ουρανού και γης, σελ. 116).

Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, όμως, πολέμησε γενναιότατα τη νεοπλατωνική Μυστική και τον αιρετικό Βαρλαάμ, προασπίζοντας την πνευματικότητα και τον ασκητισμό της Ανατολικής Εκκλησίας, τον οποίο προσπαθούσε να διασύρει και να γελοιοποιήσει ο Βαρλαάμ. Εκήρυξε ότι η ψυχή δεν είναι απόρροια του Θεού -για να είναι σίγουρος κανείς, πως γυρνώντας μέσα της βρίσκει και θεωρεί το Θεό. Ύστερα -κι αυτό είναι το δογματικό σημείο που μπορεί καλύτερα να μας φωτίσει πάνω στο θέμα- διδάσκει, πως «ἐκτὸς τῆς διὰ τοῦ Χριστοῦ ἀνακαινίσεως τῆς φθαρείσης εἰκόνος τῆς ψυχῆς, ἡ ἐνδοσκόπησις εἰς οὐδὲν ἄλλο ὁδηγεῖ, ἢ εἰς τῆν θεώρησιν τῆς διεφθαρμένης ἀνθρωπίνης φύσεως, ἐφ᾿ ὅσον ἡ θεία είκὼν διὰ τῆς προπατορικῆς ἁμαρτίας ὑπέστη ἀμαύρωσιν. Διὸ καὶ τοὺς ἔξω τῆς χριστιανικῆς παλιγγενεσίας ἐνδοσκοποῦντας ὁ Παλαμᾶς ὠνόμασε «θεωροὺς εἰκόνων», ἐν ἀντιθέσει πρὸς τοὺς οἰκείους τοῦ Χριστοῦ, οἵτινες τῷ ὄντι ἐθεῶρουν τὴν θείαν εἰκόνα, έν φωτὶ ἀπλέτῳ ἠγλαϊσμένην» (π. Θεόκλητος Διονυσιάτης).

***

Πρέπει, τελειώνοντας, να πούμε δυο λόγια και για το θέμα που συγκλόνισε την Εκκλησία του Χριστού τον ιδ´ αιώνα, στον δογματικό τομέα. Ο Βαρλαάμ, χτυπώντας τη «νοερά προσευχή» των ησυχαστών, χρησιμοποιούσε τα γνωστά όπλα του Θωμά Ακινάτου, «τὰς κτιστὰς χάριτας» της «καθαρᾶς ἐνεργείας» του Θεού κ.λπ. Ο Βαρλαάμ και οι ομόφρονές του, έλεγαν, όπως είπαμε και πιο πάνω, πως το Θαβώριον φως της Μεταμορφώσεως ήταν κτιστόν. Και επομένως οι Μοναχοί του Αγίου Όρους, που με τις μεθόδους του ησυχασμού έλεγαν πως βλέπουν το άκτιστο φως, πέφτουν σε αίρεση, γιατί είναι σα να λένε, πως βλέπουν το Θεό, ενώ, όπως λέγει το Ευαγγέλιο, «Θεὸν οὐδεὶς ἑώρακε πώποτε». Την άποψη του Βαρλαάμ, που ακολουθούν ακόμα και σήμερα οι διάδοχοι του Θωμά και του Βαρλαάμ στη Δύση, ανέτρεψε ο άγιος Γρηγόριος, χρησιμοποιώντας τη διδασκαλία της αγίας Γραφής και των Πατέρων της Ορθοδόξου Εκκλησίας. «Ἡ θεία καὶ θεοποιὸς ἔλλαμψις καὶ χάρις οὐκ οὐσία, ἀλλ᾿ ἐνέργειά ἐστι Θεοῦ». Και όπως λέγει ο Μ. Βασίλειος: «ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ, διὰ τὸν ἄνθρωπον εἶναι παντελῶς ἀπερινόητος καὶ ἄρρητος· ὅμως αἱ ἐνέργειαι αὐτοῦ πρὸς ἡμᾶς καταβαίνουσι». Γι’ αυτό και οι ησυχασται με τη μεγάλην άσκηση και τον κυκλικό τρόπο της νοεράς προσευχής, μπορούσαν να ιδούν το άκτιστον φως, που δεν ήταν η ουσία του Θεού η ακατάληπτος, αλλά «θεία τις χάρις καὶ θεοποιός ἐνέργεια, χάρη και θεοποιός ενέργεια, ἧς τὰ μετέχοντα θεοῦνται». Όμως αυτή την ορθόδοξη άποψη και διδασκαλία, είναι αδύνατο να την καταλάβει η δυτική αριστοτελίζουσα και σχολαστική θεολογία. Κάνουν σύγχυση μεταξύ ουσίας και ενεργείας του Θεού, τον Οποίο θεωρούν ως «actus purus», δηλ. καθαρά ενέργεια. Και γι’ αυτό δεν κατάλαβαν ποτέ την «πρόοδον ἐπὶ τὰ ἔξω» του αγίου Μαξίμου του Ομολογητού, ούτε την «θείαν ἔλλαμψιν καὶ ἐνέργειαν», για την οποία μιλά ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός. Πάντως η Εκκλησία, στις τοπικές Συνόδους Κωνσταντινουπόλεως του 1341, 1347, και 1351, εδικαίωσε τον άγιο Γρηγόριο και την ορθόδοξη διδασκαλία του και καταδίκασε ως αιρετικούς τους αντιπάλους του.

***

Βέβαια, «τὸ νὰ ἴδωμεν τὸ Ἒν, τὸν Θεόν, δὲν εἶναι ἴδιον δημιουργηθείσης δυνάμεως». Αλλά αυτή την ικανότητα τη δίνει μόνον ο Χριστός στους «καθαροὺς τῇ καρδίᾳ» χριστιανούς. «Πῶς οὖν, γράφει ο Παλαμάς, εἶδον οἱ ὀφθαλομοὶ (τῶν Ἀποστόλων) τὴν ἄκτιστον δόξαν; Μετασκευασθέντες τῇ δυνάμει τοῦ πνεύματος καὶ δύναμιν σχόντες, ἣν οὐ πρότερον εἶχον καὶ Πνεῦμα γεγονότες, καὶ ἐν Πνεύματι ὁρῶντες». Κι αλλού πάλι λέγει για τον απόστολο Παύλο: «κτιστὸς οὖν ἦν ὁ Παῦλος μόνον, μέχρις ἅν ἔζη τὴν προστάγματι Θεοῦ ἐξ οὐκ ὄντων γεγονυῖαν ζωήν, ὅτε δὲ μὴ ταύτην ἔζη, ἀλλὰ τῇ ἐνοικήσει τοῦ Θεοῦ προσγενομένην, ἄκτιστος γέγονε τῇ χάριτι». Έτσι η Ορθόδοξος θεολογία, με το στόμα του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, απορρίπτει τον φυσιοκρατικό αγνωστικισμό της Δυτικής θεολογίας και διδάσκει «τὴν ἐν Χριστῷ γνῶσιν τῶν ἀκτίστων ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ὑπὸ τῶν χριστιανῶν μέθεξιν αὐτῶν» (Θεοκλήτου Διονυσιάτου, Αθωνικά άνθη, σελ. 95). Ας μου επιτρέψουν οι αγαπητοί αναγνώστες την παράθεση ενός χαρακτηριστικού αποσπάσματος, από τα «θεολογικά» κεφάλαια του αγ. Γρηγορίου «Οἱ γοῦν ἐναντίοι, μὴ δεχόμενοι, μηδὲ δυνάμενοι γνῶναι τὴν ἐπὶ τοῦ Θεοῦ ἀδιαίρετον διαίρεσιν, καὶ διῃρημένην ἔνωσιν ἀκούοντες ἡμῶν λεγόντων συμφώνως τοῖς ἁγίοις, ὅτι τοῦ Θεοῦ τὸ μέν ἐστιν ἀκατάληπτον, τὸ δὲ καταληπτόν, εἷς δε ἐστι Θεός, ὁ αὐτὸς ἀκατάληπτος τῇ οὐσίᾳ ὤν, καταληπτὸς δὲ ἀπὸ τῶν ποιημάτων· κατὰ τὰς αὐτοῦ θείας ἐνεργείας, τὴν προαιώνιον αὐτοῦ δηλαδὴ περὶ ἡμᾶς θέλησιν, τὴν προαιώνιον αὐτοῦ περὶ ἡμᾶς πρόνοιαν, τὴν προαιώνιον αὐτοῦ περὶ ἡμᾶς σοφίαν, καὶ ἵνα κατὰ τὸν θεῖον Μάξιμον εἴπω, τὴν ἄπειρον αὐτοῦ δύναμιν καὶ σοφίαν καὶ ἀγαθότητα· ταῦτα δὲ ἦσαν ἀναγκαίως ἡμῶν εἰπόντων, ἀκούσαντες οἱ ἀντικείμενοι καὶ οἱ μετ᾿ ἐκείνους κατ᾿ ἐκείνους κατηγοροῦσιν, ὡς πολλοὺς θεοὺς καὶ πολλὰ λεγόντων ἄκτιστα καὶ σύνθετον ποιούντων τὸν Θεόν. Ἀγνοοῦσι γάρ, ὡς ὁ Θεὸς ἀδιαιρέτως διαιρεῖται καὶ συνάπτεται διῃρημένως καὶ οὔτε πολυπλασιασμὸν παρὰ τοῦτο πάσχει, οὔτε σύνθεσιν» (κεφ. πα΄).

***

Πραγματικά, άγιοι λόγοι της χάριτος είναι οι λόγοι του αγ. Γρηγορίου: «ἄρτος ἀγγέλων, δρόσος οὐρανία, νέκταρ, ἀμβροσία, γλυκασμός, μέλι τὸ ἐκ πέτρας». Αλλά εμείς έχουμε συνηθίσει το στομάχι μας με τις κοσμικές λογοτεχνίες και φιλοσοφίες, και δεν έχουμε τόπο για τέτοια πολυτέλεια πνευματικής τροφής. Νομίζουμε πως γενήκαμε πάνσοφοι, γιατί ξέρουμε πέντε γράμματα. Και νομίζουμε πως γίναμε άγιοι, γιατί διαβάζομε ένα θρησκευτικό περιοδικό ή βιβλίο. Τα πόσα σκοτάδια έχουμε μέσα μας κανένας δεν μπορεί να μας το πει και κανένας ήλιος δεν μπορεί να τα φωτίσει. Μα το φως που ζητούμε, θα έρθει μονάχα με τη συντριβή, το γονάτισμα, το κομποσκοίνι, τη μετάνοια, την εγκράτεια, τη νοερά προσευχή και με την ασταμάτητη τραγική κραυγή του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά: «Κύριε, φώτισόν μου τὸ σκότος! Φώτισόν μου τὸ σκότος!»

Π.Β. Πάσχος, Έρως Ορθοδοξίας, εκδ. Ε΄ Αποστολικής Διακονίας, Αθήνα 2006.