Menu Close

1/8/2023

Τί σημαίνει το θείο σύμβολο της πίστεως

Η ομολογία πάλι του θείου συμβόλου της πίστεως, που γίνεται από όλους, προδηλώνει τη μυστική ευχαριστία, που θα κάνωμε στην άλλη ζωή, για τους θαυμαστούς λόγους και τρόπους της πάνσοφης Πρόνοιας του Θεού για μας.[1] Με την Ευχαριστία αυτή οι άξιοι παρουσιάζουν τον εαυτό τους να ευγνωμονή για τη θεία ευεργεσία. Κι έξω απ’ αυτή δεν έχουν τίποτ’ άλλο ν’ αντιπροσφέρουν για κάθε ένα από τα άπειρα θεία αγαθά που έχουν δεχθή.

Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, Μυσταγωγία, μετάφραση Ιγνάτιος Σακαλής, 3η έκδ., Αθήνα, Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος, 1997

[1] Από την εσχατολογική εξήγηση του συμβόλου της πίστεως, που απαγγέλλεται από όλους, πρέπει να συγκρατήσωμε τρία πράγματα. Πρώτα, ότι η ανέκφραστη ευχαριστία του μέλλοντος αιώνος θ’ αναφέρεται στους λόγους και στους παραδοξικούς τρόπους της θείας Πρόνοιας, με τους οποίους έχομε σωθή. Δεύτερο, ότι αυτή η ευχαριστία, με την οποία οι δίκαιοι θα δείχνουν την ευγνωμοσύνη τους για τις θείες ευεργεσίες που τους έγιναν, θα είναι το μόνο πράγμα που θα προσφέρουν στο Θεό σ’ αντάλλαγμα των αγαθών που θα τους δώση. Και τρίτο, ότι τα αγαθά που θα δεχθούν θα είναι άπειρα. Εδώ ο άγιος Μάξιμος κάνει τη συνηθισμένη του διάκριση ανάμεσα στους λόγους και τους τρόπους, ανάμεσα στην αμετάβλητη οντολογική βάση μιας πραγματικότητας και στις ποικίλες μορφές, από τις οποίες περνά αυτή η βάση ή στις δυνατότητες που έχει να χρησιμοποιήση. (P. Sherwood. The Earlier Ambigua of St. Maxime the Confessor σ. 155 – 166). Ο άγιος Μάξιμος δηλώνει ότι είναι παραδοξικοί τόσο οι λόγοι, όσο κι οι τρόποι, με τους οποίους ο Θεός μας έχει σώσει. Θα μπορούσαμε να πούμε στην περίπτωση αυτή, ότι οι λόγοι που βρίσκονται στη βάση της σωτηρίας μας, είναι οι πραγματικότητες ή τα κίνητρα για και με τα οποία ο Θεός οδηγείται να μας σώση. Η κύρια ανάμεσα σ’ αυτές τις πραγματικότητες είναι ο σαρκωμένος Υιός του Θεού και το κύριο από τα κίνητρα αυτά είναι η αγάπη προς εμάς, δημιουργήματα ασήμαντα. Μέσα σ’ αυτή την πραγματικότητα και σ’ αυτή την αγάπη, υπάρχει ένας λόγος, ένας πολύ υψηλός λόγος. Μα ακριβώς επειδή είναι τόσο υψηλός, ξεπερνά τους λόγους μας, το νόημα μέσα στο οποίο κατανοούμε εμείς ένα πρόσωπο και την αγάπη. Οι νέοι και παραδοξικοί τρόποι εφαρμογής αυτού του λόγου είναι ο θάνατος και η ανάσταση του Χριστού για μας. Εννοούμε ότι αυτοί οι τρόποι δεν απομακρύνονται από το λόγο της αγάπης του, με την οποία νοούνται. Αλλά και αυτοί οι τρόποι ξεπερνούν την κατανόησή μας σαν μια ανώτερη εφαρμογή της ανώτατης αγάπης του. Με την ομολογία πίστεως μέσα σ’ αυτούς τους ακατανόητους λόγους και τρόπους, εκφράζομε με τον πιο έγκυρο τρόπο την ευγνωμοσύνη μας στη μεγαλωσύνη της δύναμης και της αγάπης του Θεού, που υπερβάλλει κάθε δύναμη και κάθε αγάπη. Και η ευγνωμοσύνη αυτή είναι το κι που μπορούμε να προσφέρωμε στο Θεό σ’ αντάλλαγμα των ευεργεσιών του. Μόνο που φαίνεται ότι αυτή η ευγνωμοσύνη δεν αντιπροσωπεύει μια ενεργητική δική μας προσφορά, αντίστοιχη στις ευεργεσίες που Θεού, δεν είναι ωστόσο μια κατάσταση καθαρά παθητική, αλλά μια ενεργητική απάντηση σ’ αυτές και με κάποιο τρόπο μια απάντηση στο μέτρο τους. Γιατί η ευγνωμονούσα ψυχή πιστεύει κατά το μέτρο των ευεργεσιών που έχει δεχθή και της αγάπης του Θεού, που αποκαλύπτονται πάντοτε μεγαλύτερες. Πιστεύει κατά το μέτρο τους, ομολογώντας τες πάντοτε σύμφωνα με την αποκάλυψή τους και, γι’ αυτό, απαντώντας με την αντίστοιχη κατανόηση κι αγάπη. Σε τελευταία ανάλυση η ουσία των δώρων του Θεού, εκείνο που μας φέρνει τη μεγαλύτερη ευτυχία, την ευτυχία την ανέκφραστη, είναι η αγάπη του Θεού. Αλλά απαντούμε σ’ αυτή την αγάπη με την αγάπη μας, που είναι η αντανάκλαση της αγάπης του σ’ εμάς και που δείχνεται μέσα στην κατανόηση του μεγαλείου της αγάπης του για μας.

Η αιώνια ομολογία του συμβόλου της πίστεως θα είναι η απόδειξη της αιώνιας κι ολοένα βαθύτερης κατανόησης όλων των έργων του Θεού για χάρη μας, η απόδειξη της προσοικείωσης από μας της αγάπης του και της κατανόησης του μεγαλείου της, θα είναι η απόδειξη της αγάπης μας σαν απάντησης στην αγάπη του, η απόδειξη ότι η αγάπη του προς εμάς δεν έμεινε χωρίς αποτέλεσμα. Βέβαια θα κατανοούμε πάντοτε σ’άλλους βαθμούς τα έργα του Θεού που ομολογούνται μέσα στο Πιστεύω. Το σύμβολο που ομολογούμε θα δείχνη πάντα νέες φωτεινές απόψεις, μη προσιτές στη φαντασία, πριν γίνουν γνωστές. Κι έτσι θα εκφράζωμε εξάρσεις της αγάπης μας προς το Θεό που δε φανταστήκαμε πιο πριν. Τα άπειρα θεία αγαθά της μέλλουσας ζωής θα δίνουν στην κατανόησή μας και στην ερωτική ευγνωμοσύνη μας, εκφρασμένες μέσα στο σύμβολο της πίστεως, μια απεραντοσύνη, αυξανόμενη διαρκώς προς το άπειρο κι ένα είδος βίωσης της απεραντοσύνης τους σε κάθε βαθμό, όχι βέβαια χάρη στην πεπερασμένη φύση μας, αλλά στην ικανότητά τους ν’ ανοίγωνται προς το άπειρο και ν’ αντανακλούν το άπειρο.