Menu Close

Ο όσιος τελώνης

Είμαστε στο κατώφλι του Τριωδίου. Η Εκκλησία μας ανοίγει ξανά ένα νέο δρόμο. Μπορεί νάναι ανηφορικός. Είναι όμως σημαντικός. Οδηγεί σε αληθινή άνεση. Σημασία δεν έχει απλά να τον βαδίσουμε, αλλά το πώς θα τον βαδίσουμε. Τον ξαναβαδίσαμε δίχως ουσιαστικό αποτέλεσμα. Φαίνεται δεν τον βαδίσαμε σωστά, προσεκτικά και καλά. Έτσι δεν είχαμε αίσιο αποτέλεσμα.

Αν δεν διανύσουμε ορθά το στάδιο που ανοίγεται μπροστά μας όχι μόνο θα χάσουμε το τελικό κέρδος, αλλά και μπορεί να πελαγοδρομήσουμε, να σκοντάψουμε, να καθυστερήσουμε σε περιττά και ασήμαντα, να λοξοδρομήσουμε και να πλανευτούμε ακόμη.

Καλούμεθα, αγαπητοί μου, να πορευθούμε με γνώση, ειλικρίνεια, αφοβία, θάρρος, εγρήγορση, ελπίδα, φιλότιμο και λαχτάρα. Να δούμε κατάματα τον εαυτό μας, να παρουσιασθούμε δίχως μάσκες στον Θεό, να συναντήσουμε με κατανόηση τον πλησίον. Να παρατηρήσουμε ενδελεχώς την ασχήμια μας, την πονηριά μας, τη φιλαυτία μας, την υποκρισία μας και το ψέμα μας.

Η αγία μητέρα μας Ορθόδοξη Εκκλησία τα έχει όλα τακτοποιημένα ωραία από αιώνες και δεν είμαστε εμείς σοφότεροι των πατέρων μας για να τ’ αλλάξουμε. Η ευαγγελική περικοπή του Τελώνου και του Φαρισαίου δεν τέθηκε τυχαία την ημέρα αυτή. Τοποθετείται στην αρχή του Τριωδίου για να νοηματοδοτήσει και να μας εμπνεύσει τ’ απαραίτητα γνήσια στοιχεία για τον αγώνα μας. Πρόκειται για μία γνωστή παραβολή του Κυρίου. Μικρή ιστορία με μεγάλη αξία και σημασία.

όσιος τελώνης

Ο Καρδιογνώστης Χριστός «Εἶπε πρός τινας τοὺς πεποιθότας ἐφ᾿ ἑαυτοῖς ὅτι εἰσὶ δίκαιοι», καθώς αναφέρει ο ευαγγελιστής Λουκάς. Ο στίχος αυτός, αδελφοί μου, είναι ιδιαίτερα μεγάλης σημασίας και χρήζει δυνατής προσοχής. Απευθύνεται ο Κύριος σε κάποιους που θεωρούν τον εαυτό τους ότι είναι δίκαιοι. Πιστεύουν ακράδαντα ότι είναι πιστοί, καλοί, ευσεβείς, ενάρετοι, άψογοι, αξιοπρεπείς και αξιοσέβαστοι. Θα λέγαμε σήμερα ότι είναι αρκετά καλοί χριστιανοί. Αλλά όμως «καὶ ἐξουθενοῦντας τοὺς λοιπούς». Δεν αρκούνται στην πεποίθησή τους αλλά θεωρούν ότι η νομιζόμενη αρετή τους μπορεί άνετα πάντοτε να κρίνει, να καταδικάζει, να ντροπιάζει, να βάζει στη θέση τους όλους τους άλλους. Αντιλαμβάνεσθε το μέγεθος της νοσηρότητός τους. Ο μακαριστός Γέροντας Παΐσιος ο Αγιορείτης έλεγε πως το χειρότερο απ’ όλα είναι να νομίζεις ότι είσαι καλός και πας καλά!

Η αφορμή λοιπόν του Ιησού για την ωραία αυτή διδαχή ήταν κάποιοι που είχαν πιστέψει πως είναι άψογοι και περιφρονούσαν τους άλλους. Δεν λογάριαζαν πραγματικά τους αδελφούς τους για τίποτε. Οι τύποι αυτοί υπάρχουν πάντοτε. Είναι δυστυχώς άφθονοι και σήμερα. Συχνά μονοπωλούν την πίστη. Έχουν φανατισμό, υπερβολές, ακρότητες, νοσηρότητες και πείσματα.

Υποβλέπουν τους άλλους και είναι τρομερά καχύποπτοι. Πρόκειται για ανθρώπους δύσκολους και σκληρούς.

Υπάρχει και μέσα στον χώρο της Εκκλησίας μια σκληρότητα. Κάποιοι μεγαλοποιούν τα σφάλματα κάποιων του ίδιου ιερού χώρου., ειρωνεύονται αδυναμίες και διασύρουν σκόπιμα συμπεριφορές. Η σπίλωση του άλλου καταντά κάτι ευχάριστο. Ευφάνταστοι σκανδαλοθήρες εκθέτουν αντιπάλους. Παρατηρούν, ψάχνουν και βρίσκουν μόνο ατέλειες, μόνο λάθη και μόνο ελλείψεις. Οι αυτοδικαιωμένοι δίκαιοι αυξάνουν τη δικαιοσύνη τους αδικώντας με πράξεις, λόγους και σκέψεις τούς συνανθρώπους τους. Πολύς χρόνος αφιερώνεται με την ενασχόληση των άλλων. Εύκολη η κριτική και δύσκολη η αυτοκριτική. Ο κόσμος θ’ αλλάζει με το ν’ αλλάξουμε εμείς τον εαυτό μας. Το τηλεσκόπιο να γίνει ενδοσκόπιο.

Η αγιότητα ελέγχει και σιωπώσα. Ας γίνουμε φως και θα λιγοστέψει το γύρω σκοτάδι. Τα σιωπηλά παραδείγματα είναι πάντα φωτεινά και αξιομίμητα. Ας γίνει ο σκληρός έλεγχος εγκάρδια δέηση καλύτερα. Ας αφήσουμε τον Θεό να επέμβει. Ας τον παρακαλέσουμε θερμά. Ας θυμηθούμε και τα όχι λίγα δικά μας λάθη παλαιά και τωρινά.

Δηλαδή δεν θα πρέπει να υποστηρίξουμε τα καλά μας, τις κατακτήσεις μας, τα κέρδη μας, την αξιοπρέπειά μας και να προκαλέσουμε τον σεβασμό, την εκτίμηση και την αποδοχή; Δεν θα καυτηριάσουμε τις ανηθικότητες, τις αδικίες, τις προσβολές μας, τη μη αναγνώριση του κύρους και της αυθεντίας μας; Θα επιτρέψουμε στον οποιονδήποτε να μη μας αναγνωρίζει, να μη μας τιμά, να μη μας σέβεται και μας υπολογίζει;

Την απάντηση θα μας δώσει σε λίγο ο ίδιος ο Κύριος. Ανοίγει το Τριώδιο κι έχουμε αμέσως το νου μας στο Πάσχα. Το Τριώδιο είναι μία συνεχής και εντατική προετοιμασία. Ο κόσμος λησμόνησε τη σημασία και την αξία του Τριωδίου και κοιτά να κατανυγεί στη μέθη, την ηδονή, τη φυγή, τη μεταμφίεση, δίχως ήθος και ύφος κόσμιο, δίχως αιδώ και συστολή. Η Εκκλησία δικαιολογημένα θα καυτηριάσει τις εκτροπές και ασωτίες.

Όμως, συγχωρέστε με παρακαλώ, και θελήσετε να παρακολουθήσουμε την υπέροχη και παραστατική αυτή παραβολή. Ο Χριστός δεν τα βάζει με τον καρνάβαλο, με τους κλέφτες, τις πόρνες, τους ληστές και τον υπόκοσμο. Στιγματίζει τους μασκοφόρους Φαρισαίους. Καυτηριάζει τα μασκαριλίκια τους, την ηθοποιία τους, την ανειλικρίνειά τους, την προσποίησή τους, τη νοθεία και ατιμία τους. Δεν είναι δίχως σημασία ότι η παραβολή αυτή είναι ένα από τα τελευταία κηρύγματα του Κυρίου. Θέλει τους αγαπητούς ακολούθους του γνήσιους, καθαρούς και αληθινούς.

«Ἄνθρωποι δύο ἀνέβησαν εἰς τὸ ἱερὸν προσεύξασθαι, ὁ εἷς Φαρισαῖος καὶ ὁ ἕτερος τελώνης». Δύο άνθρωποι, μας λέγει το στόμα του Χριστού, πήγαν στον ιερό ναό να προσευχηθούν, Λέγει «ἀνέβησαν», όχι νομίζουμε, γιατί ο ναός του Σολομώντος ήταν σε ψηλό μέρος στα Ιεροσόλυμα, αλλά γιατί πάντα ο ναός είναι μεταξύ ουρανού και γης. Πατά στη γη και ατενίζει στον ουρανό. Κατευθύνεται ψηλά. Ο τρούλος είναι ο ουρανός. Η Εκκλησία δεν είναι του κόσμου τούτου. Ζει, κινείται, υπάρχει στον κόσμο, αλλά το πολίτευμα των χριστιανών είναι στον ουρανό. Ο καθολικισμός, λέγει ωραία ο Ντοστογιέφσκυ, θέλησε να κατεβάσει μόνιμα τον ουρανό στη γη. Η Ορθοδοξία ανεβάζει τη γη στον ουρανό. Μπορεί ο ναός να μην έχει σκαλοπάτια ν’ ανέβουμε, στην τουρκοκρατία κατέβαινες μάλιστα σκαλοπάτια, για να μπεις στο ναό, κι όμως ανεβαίνεις. Μέσα στο ναό αφήνεις κάθε βιοτική μέριμνα κι εκζητάς το θείο έλεος, την απαραίτητη παραμυθία, την ενίσχυση για την αντιμετώπιση των πειρασμών. Ο ορθόδοξος ναός είναι το όρος του Κυρίου. Δίνεται δρόσος Αερμών, χάρη, ευλογία, φως. Ανέβηκε ο θεόπτης Μωυσής στο όρος Σινά για να λάβει τον θείο νόμο. Ο προφήτης Ηλίας προσευχόταν στο όρος Χωρήβ και άνοιξε ο κλειστός ουρανός. Ο Χριστός μεταμορφώθηκε στο Θαβώρ. Προσευχήθηκε στον λόφο της Γεθσημανή. Σταυρώθηκε στην κορυφή του Γολγοθά. Ο άγιος Μάξιμος ο Καυσοκαλύβης έλαβε χάρη στην κορυφή του Άθωνα. Καλούμεθα στον εκκλησιασμό ν’ ανυψωθούμε από τα γήινα, να βρεθούμε ψηλότερα από τα φθαρτά κι επίκαιρα, ν’ αναπνεύσουμε ανανεωτικό και μεταμορφωτικό άνεμο αιωνιότητος. Να εισέλθουμε σ’ ένα άλλο κλίμα και ένα άλλο πνεύμα για ν’ αντιμετωπίσουμε τα κουραστικά καθημερινά πικρά γεγονότα και προβλήματα.

Δύο άνθρωποι, δύο άνδρες, δίχως ηλικία και δίχως όνομα, δύο τύποι θα λέγαμε, που μπορούσαν να είναι ο καθένας μας, εισέρχονται στο ναό. Πηγαίνουν για να προσευχηθούν. Πρόκειται για ιερό έργο, κίνηση αυθόρμητη, πράξη από τις πιο ιερές της ζωής. Φαίνεται δεν είναι ώρα ακολουθίας. Δεν φαίνεται να ήταν προσυνεννοημένοι. Ο καθένας πηγαίνει μόνος του. Ο ένας είναι Φαρισαίος και ο άλλος τελώνης. Δεν χρειάζεται να πει κανείς πολλά για τον καθένα. Όλοι γνωρίζουν πολύ καλά τι σήμαινε Τελώνης και ποιοι ήταν οι Φαρισαίοι. Οι τελώνες της εποχής εκείνης ήταν φοροεισπράκτορες και καταδυνάστευαν αλύπητα τον λαό, ζητώντας υπέρογκα ποσά, από τα οποία είχαν και προσωπικά κέρδη. Οι Φαρισαίοι αποτελούσαν την αριστοκρατία του πνεύματος, παρουσιάζονταν ευσεβέστατοι, καθώς πρέπει, δίκαιοι και πολύ καλοί.

Δύο χαρακτηριστικοί τύποι εισήλθαν στο ναό για να προσευχηθούν. Ο συγκεκριμένος Φαρισαίος ήταν σαν τους άλλους. Παρουσιάζεται ως πνευματικός άνθρωπος, άξιος προσοχής και σεβασμού. Πιστεύει στον εαυτό του, τον υπερεκτιμά, τον θαυμάζει. Ζει σε μία εικονική πραγματικότητα. Αυτό που νομίζει για τον εαυτό του ο ίδιος θέλει να νομίζουν και οι άλλοι γι’ αυτόν. Αρκετούς τους έχει πείσει και χαίρεται αρκετά γι’ αυτό. Απολαμβάνει ικανοποιημένος την εκτίμηση των άλλων. Αρκετοί είναι που γοητεύονται μόνο από αυτό και δεν θέλουν ούτε χρήματα, ούτε δώρα. Συνεπαίρνονται από την αίσθηση της αποδοχής, της εκτιμήσεως. Δυστυχώς οι πολλοί των ανθρώπων δεν είναι σε θέση πάντοτε να διακρίνουν το γνήσιο και το ατόφιο. Μήπως όμως δεν θέλουν κιόλας; Ζουν και οι μεν και οι δε σε μία φανταστική κατάσταση και είναι ευχαριστημένοι. Η φαρισαϊκή υποκρισία είναι γεγονός πως είναι ιδιαίτερα περίτεχνη και δύσκολα ανακαλύπτεται.

Ο φαρισαϊσμός ξεκίνησε αγνός αλλά εξελίχθηκε σε στείρο ζηλωτισμό, σε τυπολατρία, ψευδοσυντηρητισμό και τελικά σε ψευδοαγιότητα και αυτοθέωση. Ο φαρισαϊσμός προκαλεί, φωνασκεί, θορυβεί και φαντάζει. Οι οπαδοί του ξεχωρίζουν από μακριά. Παρουσιάζονται παντογνώστες, υψηλόφρονες, περιφρονητικοί κι εχθρικοί. Πλανάται πλάνη οικτρά ο κάθε φαρισαίος που θεωρεί πως μπορεί να έχει φιλοθεΐα και μισανθρωπία μαζί.

Ο Φαρισαίος της παραβολής μας «σταθεὶς πρὸς ἑαυτὸν ταῦτα προσηύχετο». Στάθηκε κάπου στο κέντρο του ναού και νόμιζε πως προσευχόταν στον Θεό, μα μάλλον απευθυνόταν στον αγαπητό εαυτό του, αυτοθαυμαζόμενος και αυτοκολακευόμενος, για τα κατορθώματα, τις κατακτήσεις, τις επιτυχίες του, τις τυχόν αρετές του. Ζούσε τον θρίαμβο της ηθικής του τελειότητος. Μα αυτό είναι η προσευχή; Η προσευχή είναι μοναδικό προνόμιο του ανθρώπου. Ο άνθρωπος μπορεί να συνομιλεί με τον Δημιουργό του ανά πάσα ώρα και ιδιαίτερα στο ναό. Προσεύχεται ευχαριστώντας και δοξολογώντας τον Πλάστη του. Μερικές φορές με τους αλάλητους στεναγμούς της καρδιάς. Τα λόγια δεν είναι πάντα ικανά να εκφράσουν τα αισθήματα του βάθους των καρδιών.

Ο αγέρωχος φαρισαίος λέει πολλά, βαρετά και φουσκωμένα λόγια: «Ὁ Θεός εὐχαριστῶ σοι ὅτι οὐκ εἰμὶ ὥσπερ οἱ λοιποὶ τῶν ἀνθρώπων, ἅρπαγες, ἄδικοι, μοιχοὶ ἢ καὶ ὡς οὗτος ὁ τελώνης». Φαίνεται να λέει αλήθεια και να ευχαριστεί τον Θεό. Αρχικά κάνει καλά που ευχαριστεί τον Θεό για τα καλά του. Σύντομα όμως κανείς εύκολα αντιλαμβάνεται πως τον εαυτό του ευχαριστεί που είναι τόσο καλός. Μάλιστα συγκρινόμενος με τους άλλους βρίσκει να υπερέχει πολύ. Οι αμαρτίες των άλλων τον ικανοποιούν, τον εξυψώνουν, τον κάνουν να ξεχωρίζει και να διαφέρει. Το επίρρημα «ὥσπερ» είναι δηλωτικό της διαφοράς του. Δεν είμαι οποιοσδήποτε εγώ, λέει, όπως όλοι οι άλλοι κλέφτες, άδικοι και μοιχοί. Ανελέητα τους τσουβαλιάζει όλους, τους ισοπεδώνει και κατακεραυνώνει. Δεν ξεχωρίζει κανένα εκτός από τον εαυτό του. Την αντίληψη αυτή την έχει γενικά και αόριστα για όλους και συγκεκριμένα για τον τελώνη, που φαίνεται με την άκρη του ματιού του τον είδε σε μία γωνία του ναού, κάπου πίσω, μακριά.

Συνεχίζει αυτοθαυμαζόμενος να παρουσιάζει τις επιτυχίες του· «Νηστεύω δὶς τοῦ Σαββάτου, ἀποδεκατῶ πάντα ὅσα κτῶμαι». Τηρεί απαραβίαστα τον νόμο, νηστεύοντας δύο φορές την εβδομάδα, δίνοντας το δέκατο των εσόδων του στον ναό. Δεν λέει για όλα αυτά ψέματα. Παρουσιάζει τα πράγματα όπως είναι. Εκτελεί άψογα θα λέγαμε τα θρησκευτικά του καθήκοντα. Η προσευχή όμως, η νηστεία, η ελεημοσύνη είναι πράξεις που χαρίζουν στην ψυχή κατάνυξη, ειλικρινή συναίσθηση της αμαρτωλότητος και αληθινή μετάνοια.

Όπως λέει ένας σύγχρονος Γέροντας «εάν ο όποιος χριστιανός που αγωνίζεται, που κάνει πνευματικό αγώνα, όσα καλά πράγματα κι αν κάνει, εάν τελικά μέσα στην ψυχή του δεν έχει αυτό το αποτέλεσμα, δηλαδή να αισθάνεται ότι χειρότερος απ’ αυτόν δεν υπάρχει, δεν βαδίζει καλά· και όλα αυτά, ας πούμε, τα όποια καλά κάνει, κακό του κάνουν, όχι καλό· όχι γιατί φταίνει τα καλά, αλλά γιατί αυτός τα αξιοποιεί κατ’ αυτόν τον τρόπο» (αρχιμ. Συμεών Κραγιόπουλος).

Τα λόγια του Φαρισαίου δείχνουν τις πράξεις του. Πήγαινε στην εκκλησία και δεν εκκλησιαζόταν. Προσευχόταν και δεν προσευχόταν. Νήστευε και δεν νήστευε. Είχε μία συνεχή ασχολία με αυτά δίχως όμως ουσιαστικό αποτέλεσμα. Ήταν κατά κάποιο τρόπο ένας ασεβής ευσεβής. Δεν είχε πραγματική μετάνοια. Η μετάνοια η αληθινή εξουθενώνει μόνο αυτόν που την έχει και όχι τους άλλους. Η μετάνοια δεν σε αφήνει ν’ ασχολείσαι με τα λάθη των άλλων παρά μόνο με τα δικά σου.

Μήπως κι εμείς πάμε στο ναό να προσευχηθούμε στον Θεό και απολησμονιόμαστε και παρασυρόμαστε και αυτοθαυμαζόμαστε και περιφρονούμε κάποιον ή κάποιους; Μήπως παινεύουμε το σκαρί μας και περιμένουμε μάλιστα να μας ευχαριστήσει κιόλας ο Θεός για την αγιότητά μας; Καλούμεθα ν’ αποφύγουμε το παράδειγμα του Φαρισαίου, όπως ορθά κι εύστοχα τονίζεται: «Η διάθεσή του είναι να δείξει στο Θεό τάχα ποιος είναι. Δεν προσεύχεται για να πάρει, αλλά για να δώσει. Ανέβηκε στο ιερό, όχι για να ζητήσει έλεος, αλλά για να προσφέρει αρετή. Λέγει τα λόγια της προσευχής του κι είναι σαν να μιλάει με τον εαυτό του, γεμάτος αυτοϊκανοποίηση και γεμάτος κακία για τους άλλους» (μητροπ. Κοζάνης Διονύσιος).

Ο Φαρισαίος πάσχει από άμετρη καυχησιολογία, παχυλή περιαυτολογία και θεομίσητη κατάκριση. Η φαρισαϊκή αγιότητα εξαντλείται στον αυτοέπαινο, την αυτάρκεια και την υποχρέωση του θεού να τον ακούει μέσα στη μέθη της πολλής οιήσεώς του. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέγει πως θα μπορούσαμε ίσως ν’ ανεχθούμε τον Φαρισαίο να κατηγορεί όλη την οικουμένη, αλλά δεν μπορούμε να τον δικαιολογήσουμε που δεν λυπήθηκε ούτε εκείνο τον Τελώνη. Ο Φαρισαίος είναι αξιολύπητος. Χαίρεται σαν σαδιστής να κατακρίνει. Καυχάται που ξεχωρίζει από τους άθλιους συνανθρώπους του. Είναι σαν να περιμένει να βραβευτεί από τον Θεό με την απαρίθμηση των αρετών του. Σαν να είναι υποχρεωμένος ο Θεός να τον βάλει στον παράδεισο και αλλοίμονο αν δεν τον βάλει.

Είναι πράγματι αξιολύπητος ο Φαρισαίος, γιατί αν δεν έχει πιστέψει το ψέμα του ως αλήθεια, θα φοβάται μη μια μέρα αποκαλυφθεί. Στηρίζεται στην αναλήθεια, στην αναίδεια, την ασέβεια και τη φαντασία. Είναι τραγικό και ολέθριο να ζει κάποιος μια τέτοια πνευματική ζωή. Θα ζει πάντοτε διχασμένος και μειονεκτικός και δεν θα χαίρεται αληθινά ποτέ. Στη χλιαρότητα, χαλαρότητα και μετριότητα αυτή θα βρίσκεται σ’ ένα συνεχές σημειωτόν, δίχως πρόοδο, χάρη κι ευλογία. Δεν αξίζει να χάνει κανείς τον καιρό του στην αναλήθεια, την υποκρισία και τη φαντασίωση.

Είναι ανάγκη να σκύψει στον Τελώνη. Ο Τελώνης «μακρόθεν ἑστὼς οὐκ ἤθελεν οὐδὲ τοὺς ὀφθαλμοὺς εἰς τὸν οὐρανὸν ἐπᾶραι». Κάθισε σε μία άκρη ο Τελώνης. Του αρκούσε. Δεν ζητούσε πρωτοκαθεδρίες. Είχε συνείδηση της καταστάσεώς του καλή και πλήρη. Καθόταν μακριά από τον Φαρισαίο, όχι γιατί δεν τον καταδεχόταν ή γιατί τον φοβόταν. Δεν τον φθονούσε, δεν τον έκρινε, τον ένοιαζε ο εαυτό του. Καλά έκανε. Ήξερε καλά τι έκανε. Κοιτούσε βαθειά μέσα του. Έχασε χρόνο πολύ να κοιτά δεξιά και αριστερά ασχολούμενος πώς θα κερδίσει και θα καταχρασθεί τους άλλους. Δεν τολμούσε ούτε να σηκώσει τα μάτια ψηλά. Τον έλεγχε η συνείδηση. Ήταν ώρα κρίσιμη· αυτογνωσίας, αυτοεξέτασης, αυτοπαρατήρησης, αυτομεμψίας, αυτοελέγχου και αυτοκατάκρισης. Δεν χαμηλοέβλεπε και μέσα του κουτσομπόλευε. Είχε αληθινή στάση προσευχομένου.

Δεν ήταν έτσι από αποθάρρυνση, απελπισία και απογοήτευση. Παραδεχόταν την ήττα του, την αμαρτία του, την αμαρτωλότητά του. Λαμβάνει τη στάση που πρέπει. Τη στάση που αγαπά ο Θεός να βλέπει. Δεν συγκρίνεται, δεν ασχολείται με τους άλλους, δεν δικαιολογείται, πως και άλλοι κάνουν τα ίδια και χειρότερα. Είναι γνήσιος, αληθινός, γενναίος, ντόμπρος, ατόφιος. Εξουθενώνεται και δεν επαίρεται. Καταθέτει τις αμαρτίες του και όχι τις αρετές του, όπως ο συμπροσευχόμενός του. Δεν κατηγορεί κανένα, παρά μόνο τον εαυτό του. Λαμβάνει στάση ικεσίας, δεήσεως, σκυμμένος και ταπεινός, μετανοημένος και αποφασισμένος, στέρεος και δυνατός ανεπίστροφα.

Ο Τελώνης δεν επέτρεπε στον εαυτό του ούτε τα μάτια του να σηκώσει στον ουρανό «ἀλλ᾿ ἔτυπτεν εἰς τὸ στῆθος αὐτοῦ λέγων· Ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ». Δεν το έλεγε μόνο, αλλά και το εννοούσε. Λόγοι περιεκτικοί, μεστοί, σαφείς, εκφραστικοί, συγκεκριμένοι, συγκινητικοί και λίγοι. Δηλωτικοί της ειλικρινούς μετανοίας του, της μεγάλης συντριβής του ενώπιον του Θεού. Αυτή θα πρέπει να είναι η μόνιμη στάση του πιστού. Αυτή θα πρέπει να είναι η ποιότητα της συνεχούς δεήσεώς του. Μερικές φορές μένουμε στα σχήματα και τα λόγια και όχι στο βαθύτερο τελωνικό φρόνημα. Επαινετή η τελωνική αυθορμησία και θεολογία.

Κέντρο του Τελώνη όχι ο εαυτός του αλλά ο Θεός. Δεν αυτοθαυμάζεται, δεν περιαυτολογεί και δεν κατακρίνει κανένα. Μας διδάσκει ο όσιος Τελώνης την υγιή ταπεινοφροσύνη, με το βίωμα και το παράδειγμά του, τη θερμή προσευχή του και την αληθινή του μετάνοια. Ζητά με δάκρυα το έλεος του Παναγάθου Θεού. Δεν ταπεινολογεί και ταπεινοσχημεί υποκριτικά αλλά ταπεινοφρονεί με φόβο Θεού και ακριβή συναίσθηση της αμαρτωλότητός του.

Ο Τελώνης μας διδάσκει τα μυστικά της προσευχής. Να είναι ταπεινή, λιγόλογη, θερμή, προσεκτική κι εγκάρδια. Οι ταπεινοί ξέρουν να προσεύχονται. Των ταπεινών οι δεήσεις ακούγονται αμέσως. Πιο πολύ απ’ όλους αγαπά ο Θεός τους ταπεινούς και αυτούς χαριτώνει. Ο Τελώνης ήταν σκυμμένος, κρυμμένος, δακρυσμένος, συγκινημένος, μετανοημένος και πονεμένος. Στάθηκε στο περιθώριο και βρέθηκε στο κέντρο. Γνώριζε ποιος είναι. Παραδεχόταν την αμαρτία του. Δεν έβρισκε κάτι πάνω του να κοκορευτεί.

Ο όσιος Τελώνης είχε μια βαθειά συναίσθηση της αναξιότητός του, της ατέλειάς του, της μηδαμινότητός του και της αμαρτωλότητός του. Η ταπεινοφροσύνη δικαιώνει τους μετανοημένους αμαρτωλούς. Ο αληθινά ταπεινός μένει ατάραχος στους πειρασμούς, ήσυχος στις δυσκολίες, νηφάλιος στις στεναχώριες. Χαίρεται στην ασημότητα, προτιμά την υποχωρητικότητα, αποφεύγει συστηματικά την επαινοθηρία. Δεν φοβάται την περιφρόνηση, την υποτίμηση, τον παραγκωνισμό, το προσπέρασμα και τη μη προαγωγή.

Η ταπείνωση είναι ο φύλακας κάθε άλλης αρετής. Είναι το θεμέλιο της αγιότητος. Δίχως ταπείνωση δεν υπάρχει γνήσια κατάνυξη, αληθινή μετάνοια, πραγματική αγάπη. Κατά τον άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο ούτε η σωφροσύνη, ούτε η παρθενία, ούτε η αφιλοχρηματία είναι ευάρεστα στον Θεό αν απουσιάζει η ταπείνωση. Η αγάπη αυξάνει με την αύξηση της ταπεινώσεως.

Καταλήγει η παραβολή, λέγοντας ο Κύριος: «Λέγω ὑμῖν· κατέβη οὗτος δεδικαιωμένος εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ ἢ γὰρ ἐκεῖνος». Όπως είπαμε στην αρχή η παραβολή αυτή ελέχθη γιατί υπήρχαν εκεί κάποιοι που είχαν για μεγάλη υπόθεση της ζωής τους την αυτοδικαίωση και ασχολούνταν με την εξουθένωση, κατάκριση και απόρριψη των γύρω τους. Ο Φαρισαίος παρουσιάζεται ως η κορύφωση της αυτοδικαιώσεως. Δεν άφηνε τον Θεό να τον δικαιώσει είχε ήδη μόνος του αυτοδικαιωθεί από καιρό. Τον Θεό τον είχε για να περνά καλά. Τους ανθρώπους τους είχε για να πατά πάνω τους και ν’ ανεβαίνει. Πίστευε στην ισχύ του, στη δύναμή του και στην επιτυχία του.

Μήπως, αγαπητοί μου αδελφοί, στοιχεία της φαρισαϊκής στάσεως υπάρχουν και στη ζωή μας;

Ακόμη και στην πνευματική κι εκκλησιαστική ζωή; Στον εκκλησιασμό, στην προσευχή, στη μελέτη, στην αγαθοεργία. Αν και μπορεί να μη το φωνάζουν στις πλατείες μπορεί στο βάθος της καρδιάς τους νάναι κάποιοι από εμάς μικροί ή μεγάλοι Φαρισαίοι. Η αυτοδικαίωση του Φαρισαίου τον αυτοκαταδίκασε, δεν άφησε να τον δικαιώσει ο Θεός.

Η ειλικρινής αυτοκατηγορία του Τελώνη τον δικαίωσε ενώπιον του Θεού. Γύρισε στο σπιτικό του όχι όπως είχε φύγει. Είχε πάει στον ναό στεναχωρημένος, θλιμμένος, πικραμένος, γεμάτος τύψεις, ενοχές, ταλαίπωρες μνήμες. Τώρα επιστρέφει άλλος άνθρωπος, ανανεωμένος, μεταμορφωμένος, ξανακαινουργιωμένος. Η θαυματουργή μετάνοια έχει επιτελέσει ξανά το σωτήριο έργο της. Ότι τον δικαίωσε ο Θεός σημαίνει ότι τον συγχώρεσε. Αυτή η συγχώρηση είναι πηγή μεγάλης και αληθινής χαράς.

Ο Φαρισαίος γύρισε όπως πήγε ή και ακόμη χειρότερα. Δεν δικαιώθηκε ο αυτοδικαιωμένος. Δεν συγχωρέθηκε, γιατί δεν ζήτησε από τον Θεό να συγχωρεθεί. Δεν του περνούσε καν από το μυαλό του η ιδέα ότι έχει ανάγκη συγχωρήσεως. Δεν έβρισκε στον εαυτό του τίποτε το μεμπτό, ότι χρήζει εξαγορεύσεως, εξομολογήσεως και μετανοίας. Πίστευε ακράδαντα πως ήταν όσιος ο ανόσιος. Είχε θέσει πρόωρα μόνος του το φωτοστέφανο στην κεφαλή του. Ταραγμένη και τραγική προσωπικότητα ο Φαρισαίος. Φαντάζεται πως είναι κάτι ενώ δεν είναι τίποτε.

Ο Δικαιοκρίτης Κύριος μας λέγει απερίφραστα και συμπερασματικά πως σίγουρα ο Τελώνης δικαιώθηκε – συγχωρέθηκε κι επέστρεψε στο σπίτι του μακάριος, ευλογημένος, ευτυχισμένος, απελευθερωμένος. Ο Φαρισαίος έμεινε ν’ αυτοδιαφημίζεται, να κανακεύεται, ν’ αυτοθεώνεται, να περιφέρεται ως άγιος, να ζητά επευφημίες και αναγνώριση, να ζει και μόνος και με τους άλλους μια άγρια μοναξιά μέσα στην παραζάλη της πολλής οιήσεως. Ο ταλαίπωρος Τελώνης καταταλαιπωρήθηκε από την αμαρτία μα δεν απελπίσθηκε και χάθηκε. Η διαφθορά δεν τον κατέστρεψε τελείως. Στο βάθος του διατήρησε κάποια στοιχεία που αναγεννήθηκαν κι έφεραν δάκρυα μετανοίας. Η ειλικρινής συντριβή του τού χάρισε συγχώρεση. Ο όσιος Τελώνης έγινε υπόδειγμα και παράδειγμα φωτεινό για όλους τους μετανοημένους αγίους, τους πριν μεγάλους αμαρτωλούς· οσία Μαρία την Αιγυπτία την πρώην πόρνη της Αλεξάνδρειας, πούγινε η μεγαλύτερη και καλύτερη ασκήτρια όλων των αιώνων, ο όσιος Μωυσής ο Αιθίοπας, που από ληστής έγινε διακριτικός και μέγας αββάς, ο όσιος Βάρβαρος, που κτύπησε την εικόνα της Πορταΐτισσας κι έτρεξε αίμα και μέχρι την κοίμησή του έκλαιγε ασταμάτητα και στην εκταφή του μυρόβλυσε.

Ο άγιος Μάρκος ο Ασκητής λέγει ξεκάθαρα πως δεν θα δικαιωθούμε από αυτά τούτα τα έργα μας αλλά από την αγάπη και την ταπείνωση. Τα καλά έργα του Φαρισαίου έγιναν αιτία της καταδίκης του. Η βαθειά συνειδητοποίηση της αμαρτωλότητος του Τελώνη τον έκανε όσιο. Είχε ταπεινή στάση, ταπεινή προσευχή, ταπεινή σκέψη, ταπεινή διάθεση και ταπεινή κίνηση. Δεν σώζουν τα καλά έργα δίχως το θείο έλεος. Η ταπεινοφροσύνη μαγνητίζει τον θείο ιλασμό.

Και καταλήγει, αδελφοί μου, ο Κύριος και Θεός μας: «Ὅτι πᾶς ὁ ὑψῶν ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται, ὁ δὲ ταπεινῶν ἑαυτὸν ὑψωθήσεται». Οι οιηματίας Φαρισαίος αυτοανυψώθηκε υπερβολικά και ταπεινώθηκε με την κακή έννοια. Έπεσε από ψηλά και συνετρίβη. Επέστρεψε στην κατοικία του χειρότερα απ’ ότι είχε αναχωρήσει. Έτσι λειτουργεί πάντοτε ο πνευματικός νόμος. Άψογα. Δεν μπορεί σε αυτά τα θέματα να πειραματιζόμαστε, να κάνουμε αυτό που μας αρέσει, που μας διευκολύνει, που μας κατοχυρώνει άκοπα και σύντομα. Το να κάνουμε πάντα του κεφαλιού μας έχει τεράστιο κόστος. Ο υπερήφανος θα πέσει και ο ταπεινός θα υψωθεί. Γι’ αυτό οι άγιοι πατέρες μιλούν για χαροποιό, ειρηνοποιό και υψοποιό ταπείνωση.

Τα λόγια αυτά είναι λόγια Χριστού. Είναι σαφή, ξεκάθαρα, απλά φωτεινά και λαμπερά. Δεν χωρούν καμιά αμφισβήτηση, αμφιβολία, παρερμηνεία και παρεξήγηση. Δεν επιτρέπεται να μη τα πιστεύουμε και να έχουμε επιφυλάξεις, αναστολές και προβληματισμούς. Μη παρασυρθούμε από τον Φαρισαίο και πιστέψουμε πως κάτι είμεθα. Ας επηρεασθούμε από τον Τελώνη. Ας έχουμε πάντα μαζί μας την εικόνα του, τη στάση του, την προσευχή του, το πνεύμα του. Έχουμε μεγάλη ανάγκη όλοι σήμερα, στην τόσο επηρμένη και ταραγμένη εποχή μας, από την πρόσληψη του υγιούς τελωνικού φρονήματος. Κουρασθήκαμε από τους Φαρισαίους. Μη τους μιμούμαστε λοιπόν. Έχουμε ανάγκη από τελώνες. Οι τελώνες ομορφαίνουν και σώζουν τον κόσμο. Έχουν ελευθεροποιό χάρη, ακατανίκητη ειρήνη, ωραιότατη νηφαλιότητα.

Είναι παιδαγωγική η παραβολή αυτή. Μας διδάσκει πώς να πορευθούμε όλο το Τριώδιο, όλο τον βίο μας. Φιλοθεΐα δεν υπάρχει δίχως φιλανθρωπία. Η αγαθοεργία δίχως ταπεινοφροσύνη δεν έχει κανένα ουράνιο μισθό. Θεμελιώδης βάση της πνευματικής ζωής είναι η ακαταμάχητη ταπεινοφροσύνη. Η βάση της ταραχής, της ανισορροπίας, της αναστατώσεως, του άγχους και πολλών κακών είναι η υπερηφάνεια. Η δαιμονοφορούμενη και δαιμονική υπερηφάνεια μαστίζει τον ταλαίπωρο σύγχρονο κόσμο. Τυραννά πολύ μικρούς και μεγάλους παντού και πάντοτε.

Η ταπείνωση σήμερα από πολλούς θεωρείται αδυναμία. Η καύχηση, η οίηση, ο εγωισμός, ο ατομισμός, η υπερηφάνεια θεριεύουν και κυριεύουν. Έχουν φουσκώσει τα μυαλά των ανθρώπων. Η άμετρη καύχηση τους έκανε παράλογους, φαντασμένους, κυριάρχους, εξουσιαστές, καταπατητές, ανίερους, βλάσφημους και ασεβείς. Το μεγάλο όμως στοίχημα και κατόρθωμα δεν είναι τόσο η εξερεύνηση του σύμπαντος και η ανακάλυψη των μυστικών του, αλλά η κατάδυση εντός μας και η αποκάλυψη του άγνωστου εαυτού μας. Η μεγάλη νίκη είναι η γνώση και κατάκτηση του εαυτού μας με την ταπεινοφροσύνη, ώστε να καταστούμε ουρανοπολίτες και όχι κοσμοπολίτες.

Η ταπεινή εν χριστώ αυτογνωσία είναι το μεγάλο κέρδος. Η ταπείνωση είναι χαρά, ειρήνη, μακαριότητα, απέραντη ευλογία. Ο ταπεινός Τελώνης είναι παραδείσια ζωγραφιά. Απέναντι μάλιστα στην προπέτεια, αλαζονεία, αυθάδεια κι έπαρση του Φαρισαίου. Η φαρισαϊκή ξιπασμένη κοινωνία δεν ανέχεται τους τελώνες, τους λοιδωρεί, τους ειρωνεύεται, τους χλευάζει, τους περιθωριοποιεί, τους στιγματίζει. Ενοχλούν την αδιαφάνειά της.

Κατά τον Συναξαριστή του Τριωδίου ο Τελώνης ταυτίζεται με τον αληθινά μετανοημένο και γνήσια ταπεινό άνθρωπο, ο οποίος «ἀναπαύεται εἰς πάντα τόπον, ἀρέσκεται πᾶσαν συναναστροφὴν καὶ ὑποφέρει ἀνδρείως καὶ τὰ μὴ ἀνήκοντα εἰς τὴν τάξιν αὐτοῦ καὶ ἀξίαν· γίνεται χρήσιμος χωρὶς κολακείας καὶ ἐπαίνων, εὐεργετεῖ ὅσον δύναται χωρὶς πολλῶν δεήσεων καὶ προσκυνημάτων, ὅταν δὲ αὐτὸς ἔχη ἀνάγκην πράγματος τινος, εὔκολα τούτου ἀπολαμβάνει, έπειδὴ εὐκολα διὰ τὴν ταπείνωσιν τῆς καρδίας αὐτοῦ τὸν καθένα καὶ παρακαλεῖ, και, ἐὰν ἡ ἀνάγκη τοῦτο ζητῆ, προσκυνεῖ καὶ ἕως ἐδάφους τῆς γῆς. Ὅθεν πάντοτε καὶ ἥσυχος εἶναι, καὶ πρᾶος, καὶ εὐπρόσιτος, καὶ φίλος καὶ ὑπὸ πάντων ἀγαπώμενος. Καὶ αὐτοὶ δὲ οἱ ὑπερήφανοι μισοῦσι μὲν τοὺς ὑπερηφάνους, ἀγαπῶσι δὲ τοῦς ταπεινόφρονας». Κατά βάθος νομίζουμε έτσι είναι. Σήμερα όμως δεν υπάρχει δυστυχώς αυτό το πνεύμα. Από την άλλη, ταπεινά φρονούμε, πως η ταπείνωση, όπως και άλλοτε έχουμε πει, δεν θα πρέπει να συγχέεται με την κακομοιριά και την αφέλεια, ούτε ο ταπεινός είναι ορθό να προκαλεί τον οίκτο. Η ταπείνωση είναι επιλεγμένη, αξιοσέβαστη και αξιοτίμητη στάση, διακριτική τοποθέτηση, αληθινή, αξιοπρεπής κι ευλογημένη. Στολίζει όλους τους αγίους. Κοσμεί τους αφανείς και άσημους και τους χαρίζει ουράνια χαρά και ανεκλάλητη ειρήνη.

«Όλοι μας έχομε μέσα μας ένα Φαρισαίο και έναν Τελώνη. Και ο καθένας μας λίγο ως πολύ έχει και πρόσωπο και προσωπείο. Η σημερινή Κυριακή, οριακό σημείο στη νέα πνευματική μας πορεία, ας μας οδηγήσει σε σκέψεις ουσιαστικές. Μασκαράς δεν είναι αυτός που μασκαρεύεται και το δείχνει, αλλά εκείνος που σκεπάζει μια καρδιά βρωμερή από τα πάθη του εγωισμού, του θεοποιημένου ειδώλου του, της ψευτοθρησκείας του και που προσπαθεί να σκαρφαλώσει με αναίδεια ίσαμε τον θρόνο του Θεού» (π. Ευάγγελος Παχυγιαννάκης).

Ανοίγει το κατανυκτικό Τριώδιο με την κατανυκτική παραβολή του Τελώνου και του Φαρισαίου. Έχουμε ανάγκη όλοι από κατάνυξη, ευλάβεια, δάκρυα, ταπεινοφροσύνη, συγχωρητικότητα. Να κατανυγούμε για να συντριβούμε και να φωτισθούμε. Ν’ απαλλαγούμε με τη χάρη και το έλεος του Παναγάθου Θεού από τη φαρισαϊκή τύφλωση, που δεν έβλεπε ούτ’ ένα χνούδι πάνω του.

Έπασχε από πρεσβυωπία και όχι από μυωπία. Μακριά έβλεπε πολύ καλά. Ο τελώνης δεν είχε διόλου πρεσβυωπία. Έβλεπε πολύ καλά μέσα του και δεν ήθελε να σεργιανίζει τα μάτια του στα ξένα. Δεν έλεγε πολλά. Δεν ωφελεί συνήθως η φλυαρία. Τα λίγα ήταν αρκετά, τα πρέποντα, τα χρήσιμα, τα ωφέλιμα, τα ουσιαστικά και σωτηριώδη: «Ὁ Θεὸς ἰλάσθητί μου τῷ ἁμαρτωλῷ.

Το Τριώδιο δεν είναι για ξεφάντωμα, διασκέδαση και ξενύχτι, αλλά για πανηγύρι της καρδιάς, αγρυπνία ανύστακτη, εγρήγορση, ανάταση, δια ταπεινής συντριβής, ευχής και δεήσεως, εγκράτειας και σύνεσης. Τριώδιο σημαίνει κατά τη θεοκίνητη υμνολογία μας «ἐγκράτεια γλώσσης, θυμοῦ ἀποχή, ἐπιθυμιῶν, ψεύδους καὶ ἐπιορκίας». Ας φιλιώσουμε με τον όσιο Τελώνη κι ας κακιώσουμε με τον ανόσιο Φαρισαίο.

Αναχωρώντας από τον ιερό αυτό ναό ας φύγουμε αποφασισμένοι αμετάκλητα με τη μυστική και γενναία απόφαση:

Φαρισαίου φύγωμεν ὑψηγορίαν
καὶ Τελώνου μάθωμεν τὸ ταπεινὸν,
ἐν στεναγμοῖς πρὸς τὸν Σωτῆρα κραυγάζοντες
Ἵλαθι, μόνε ἡμῖν εὐδιάλλακτε.

Μοναχός Μωυσής ο Αγιορείτης, Ο όσιος τελώνης και ο άγιος άσωτος: Έξι ομιλίες από το χθες για το σήμερα, 3η έκδ., Αθήνα, Εν πλω, 2016