Menu Close

10/7/2018

Η αγάπη του Θεού για εμάς τους αμαρτωλούς δεν έχει όρια

Θα σας περιγράψω ένα γεγονός που το είδα με τα μάτια μου πέρυσι.

Στο μοναστήρι της Βεσσαραβίας, όπου έμενα, βρισκόταν ένας πνευματικός, μοναχός με άγια ζωή. Μια μέρα τον προσέβαλε ένας πειρασμός, επιθύμησε να φάει παστό ψάρι. Και καθώς κάτι τέτοιο δεν μπορούσε να βρεθεί στο μοναστήρι κείνη την εποχή, σκέφθηκε να πάει στην αγορά να πάρει. Πάλεψε πολύ με το λογισμό αυτόν, διότι ο μοναχός οφείλει να αρκείται σε ό,τι προσφέρει το μοναστήρι στους αδελφούς και πρέπει πάση θυσία να αποφεύγει να ικανοποιεί τα πάθη του. Επιπλέον, το να διασχίσει την αγορά ανάμεσα στο πλήθος ήταν απρεπές και θα αποτελούσε για τον μοναχό πηγή πειρασμών. Τελικά ο Εχθρός με τα ψέματά του τον κατάφερε και, υποχωρώντας στην επιθυμία του, αποφάσισε να πάει να βρει ψάρι.

Έφυγε λοιπόν από το μοναστήρι, αλλά, όπως προχωρούσε στον δρόμο, παρατήρησε ότι δεν κρατούσε το κομποσκοίνι του στο χέρι. «Πού πάω», σκέφτηκε, «σαν στρατιώτης χωρίς το όπλο του;» Επιστρέφοντας για να το πάρει, το βρήκε μέσα στην τσέπη του. Το έβγαλε, έκανε τον σταυρό του και, με το κομποσκοίνι στο χέρι, προχώρησε ήσυχος. Όταν πλησίαζε στην αγορά, βλέπει έξω από ένα μαγαζί ένα άλογο ζεμένο σ’ ένα κάρο που ήταν φορτωμένο με τεράστια βαρέλια. Την ίδια στιγμή, ποιος ξέρει τί φοβήθηκε το ζώο και όρμησε ξαφνικά πάνω στον μοναχό και τον πέταξε κάτω, χωρίς όμως να του κάνει μεγάλη ζημιά. Στα δύο βήματα, το φορτίο ανατράπηκε και τα βαρέλια κατρακύλησαν εκεί ακριβώς που στεκόταν ο μοναχός, πριν τον ρίξει κάτω το άλογο. Ο μοναχός σηκώθηκε αμέσως και, τρέμοντας από τον φόβο του, θαύμασε τον τρόπο που βρήκε ο Θεός για να του σώσει τη ζωή, επειδή, αν το φορτίο είχε ανατραπεί ένα δευτερόλεπτο νωρίτερα, θα είχε σκοτωθεί και διαλυθεί όπως το κάρο. Χωρίς να σκεφθεί περισσότερο, αγόρασε το ψάρι, επέστρεψε, το έφαγε, έκανε τον κανόνα του και ξάπλωσε να κοιμηθεί.

Αποκοιμήθηκε ελαφρά και στον ύπνο του είδε έναν γέροντα με γλυκιά μορφή, που δεν τον γνώριζε και ο οποίος του είπε:

-Εγώ είμαι ο προστάτης άγιος του μοναστηριού αυτού και θέλω να σε διδάξω για να καταλάβεις και να μην ξεχάσεις ποτέ το μάθημα που πήρες σήμερα. Άκου λοιπόν. Επειδή δεν αγωνίστηκες κατά του λογισμού της ηδονής και λόγω οκνηρίας δεν τον διέκρινες και τον άφησες να κυριαρχήσει, ο Εχθρός βρήκε την ευκαιρία να σου επιτεθεί. Αυτός είχε προγραμματίσει το ατύχημα. Ο φύλακας άγγελός σου όμως το γνώριζε και σου έβαλε τον λογισμό να προσευχηθείς και σου θύμισε το κομποσκοίνι σου. Εσύ υπάκουσες και το γεγονός ότι προσευχήθηκες σου έσωσε τη ζωή. Βλέπεις λοιπόν πόση είναι η αγάπη του Θεού για τον άνθρωπο και πόσο πλουσιοπάροχα ανταποδίδει και την παραμικρή σκέψη που στρέφεται προς Αυτόν;

Με τα λόγια αυτά ο γέροντας του οράματος εξαφανίστηκε γρήγορα από το κελί. Ο μοναχός γονάτισε· τότε όμως, ξύπνησε και διαπίστωσε ότι δεν ήταν στο κρεβάτι του, αλλά γονατιστός στο κατώφλι της πόρτας. Αργότερα, διηγήθηκε την ιστορία του οράματός του, μεταξύ άλλων και σ’ εμένα, για να ωφεληθούμε πνευματικά.

Πράγματι, η αγάπη του Θεού για εμάς τους αμαρτωλούς δεν έχει όρια. Δεν είναι θαυμαστό ότι μια τόσο μικρή πράξη -ναι, ακριβώς το γεγονός ότι τράβηξε το κομποσκοίνι από την τσέπη του, ότι το κράτησε στο χέρι του και επικαλέστηκε το όνομα του Κυρίου- του έσωσε τη ζωή και στη ζυγαριά της Κρίσης μια και μόνο στιγμούλα προσευχής μπόρεσε να ισοφαρίσει πολλές ώρες οκνηρίας; Αληθινά αυτό σημαίνει ότι σου ανταποδίδει σε χρυσάφι τη δεκάρα που Του έδωσες. Είδες, αδελφέ, τη δύναμη της προσευχής και του ονόματος του Ιησού, όταν βεβαίως το επικαλούμαστε! Ο Άγιος Ιωάννης ο Καρπάθιος, στη Φιλοκαλία, λέει ότι «όταν λέμε την ευχή και επικαλούμαστε το άγιο όνομα και λέμε “Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με, τὸν ἁμαρτωλόν”, σε κάθε μας επίκληση ο Θεός μυστικά απαντά: “Παιδί μου, σου συγχωρούνται οι αμαρτίες”». Προσθέτει επίσης ότι «την στιγμή που λέμε την ευχή, τίποτε δε μας ξεχωρίζει από τους αγίους, τους ομολογητές και τους μάρτυρες». Διότι, λέει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, «όσο κι αν είμαστε καλυμμένοι από αμαρτίες, όταν προφέρουμε την ευχή, αυτή αμέσως μας καθαρίζει. Το έλεος του Θεού προς εμάς είναι μεγάλο, ενώ εμείς, οι αμαρτωλοί, δεν είμαστε πρόθυμοι να δώσουμε, από ευγνωμοσύνη, ούτε μία ώρα στον Θεό και ανταλλάσσουμε με άλλες απασχολήσεις και έγνοιες τον πολύτιμο χρόνο της προσευχής, η οποία είναι σπουδαιότερη από όλα τα άλλα, ξεχνώντας τον Θεό και το καθήκον μας. Γι’ αυτό και συχνά σκοντάφτουμε σε ατυχήματα και δοκιμασίες που η άπειρη αγάπη του Θεού χρησιμοποιεί και για την πνευματική μας ωφέλεια και για να ελκύσει τις καρδιές μας».

Οι περιπέτειες ενός προσκυνητή, μετάφραση Κατερίνα Τσαλίκη, Ατέρμονον, Αθήνα, 2014