Menu Close

Αντίπασχα

Ο πανηγυρισμός του Πάσχα συνεχίζεται καθ’ όλη την εβδομάδα που το ακολουθεί, την Διακαινήσιμο, την νέα εβδομάδα. Όλη αυτή λογίζεται ως μία πασχάλιος ημέρα, κατά την οποία «αὐτὴν τὴν ζωηφόρον ἀνάστασιν ἑορτάζομεν τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ», κατά το συναξάριο. Και η εβδομάς κατακλείεται με την ογδόη ημέρα, την Νέα Κυριακή, την άλλως λεγομένη Κυριακή του Θωμά ή του Αντίπασχα. Αυτή είναι ο τύπος της ογδόης ημέρας του μέλλοντος αιώνος, «ὅτι εἰς εἰκόνα τάττεται τῆς ἀπεράντου ἐκείνης ἡμέρας, τῆς ἐν τῷ μέλλοντι αἰῶνι, ἥτις καὶ πρώτη καὶ μία ἔσται πάντως, μὴ νυκτὶ διακοπτομένη», κατά το συναξάριο.

Αντίπασχα

Δεν είναι όμως η Κυριακή του Θωμά εξεικόνισμα μέλλοντος αιώνος απλώς και μόνο γιατί είναι η ογδόη ημέρα από του Πάσχα. Αλλά και γιατί είναι η ημέρα της παρουσίας του Χριστού στο μέσον του κύκλου των ένδεκα μαθητών, της διαπιστώσεως του γεγονότος της αναστάσεως, της άρσεως κάθε αμφιβολίας, της προσωπικής κοινωνίας και της ψηλαφήσεως του αναστάντος. Ακριβώς δε η παρουσία αυτή και η ψηλάφησις είναι τύπος της αιωνίου παρουσίας του Χριστού κατά τον μέλλοντα αιώνα εν τω μέσω της Εκκλησίας Του. Τότε τίποτε δεν θα εμποδίζει την ποθητή θέα του Θεού, του Χριστού, και την προσωπική κοινωνία με αυτόν. Τότε τα φράγματα της δυσπιστίας θα πέσουν και μαζί με τον Θωμά ο λαός του Θεού θα ομολογεί την σωτήριο ομολογία: «Ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου».[1]

Από την υμνογραφία της εορτής σταχυολογούμε το δοξαστικό του εσπερινού του πλ. β΄ ήχου. Αναφέρεται στην είσοδο του Χριστού κεκλεισμένων των θυρών κατά την Κυριακή του Πάσχα στο υπερώο της Σιών. Ο Θωμάς απουσίαζε και με δυσπιστία εκφράζεται για το γεγονός της αναστάσεως. Θέλει για να βεβαιωθεί να ίδει με τα ίδια του τα μάτια τον Κύριο. Να ίδει την πλευρά, από την οποία έρρευσε το αίμα και το ύδωρ, ο τύπος του βαπτίσματος. Να ίδει την πληγή, από την οποία ιάθει η μεγάλη πληγή, ο άνθρωπος. Να ίδει ότι ο αναστάς δεν είναι πνεύμα, φάντασμα, αλλά άνθρωπος με σάρκα και οστά. Και αυτόν τον αναστάντα Κύριο, που πάτησε τον θάνατο και πληροφόρησε την αλήθεια της αναστάσεως Του στον δύσπιστο Θωμά, δοξολογεί ο ποιητής του ύμνου.

«Τῶν θυρῶν κεκλεισμένων
ἐπέστης Χριστὲ πρὸς τοὺς μαθητάς.
Τότε ὁ Θωμᾶς οἰκονομικῶς
οὐχ εὑρέθη μετ᾿ αὐτῶν.
Ἔλεγε γάρ·
Οὐ μὴ πιστεύσω,
ἐὰν μὴ ἴδω κἀγὼ τόν δεσπότην·
ἴδω τὴν πλευράν,
ὅθεν ἐξῆλθε τὸ αἷμα, τὸ ὕδωρ, τὸ βάπτισμα·
ἴδω τὴν πληγήν,
ἐξ ἧς ἰάθη τὸ μέγα τραῦμα, ὁ ἄνθρωπος·
ἴδω πῶς οὐκ ἦν ὡς πνεῦμα,
ἀλλὰ σάρξ καὶ ὀστέα.
Ὁ τὸν θάνατον πατήσας
καὶ Θωμᾶν πληροφορήσας,
Κύριε, δόξα σοι».

Και κλείνομε με την ενάτη ωδή του κανόνος της ημέρας, ποίημα του Ιωάννου Δαμασκηνού, του α΄ ήχου. Ο ειρμός δοξολογεί την Θεοτόκο, την μητέρα του αναστάντος. Τα τρία τροπάρια αναφέρονται στην εμφάνιση του Χριστού στους μαθητές, στην ψηλάφηση του Θωμά και στην βεβαίωση της θείας αναστάσεως. Είναι από τα ωραιότερα τροπάρια της Νέας Κυριακής:

«Σὲ τὴν φαεινὴν λαμπάδα
καὶ Μητέρα Θεοῦ,
τὴν ἀρίζηλον δόξαν
καὶ ἀνωτέραν πάντων τῶν ποιημάτων,
ἐν ὕμνοις μεγαλύνομεν».

«Σοῦ τὴν φαεινὴν ἡμέραν
καὶ ὑπέρλαμπρον, Χριστέ,
τὴν ὁλόφωτον χάριν,
ἐν ᾗ ὡραῖος κάλλει τοῖς μαθηταῖς σου
ἐπέστης μεγαλύνομεν».

«Σὲ τὸν χοϊκῇ παλάμῃ
ψηλαφώμενον πλευράν
καὶ μὴ φλέξαντα ταύτην
πυρὶ τῷ τῆς ἀΰλου θείας οὐσίας,
ἐν ὕμνοις μεγαλύνομεν».

«Σὲ τὸν ὡς Θεὸν ἐκ τάφου
ἀναστάντα Χριστόν,
οὐ βλεφάροις ἰδόντες,
ἀλλὰ καρδίας πόθῳ πεπιστευκότες,
ἐν ὕμνοις μεγαλύνομεν».

(2 Μαΐου 1970)

Ιωάννου Μ. Φουντούλη, Λογική Λατρεία, Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήνα, 1997


[1] Ιω. 20, 28.