Menu Close

Στο δικαστήριο του πατέρα μας

Κυριακή της Απόκρεω
Ματθ. 25, 31-46

Αγαπητοί αδελφοί, σήμερα είναι η τρίτη Κυριακή του Τριωδίου. Μετά την ταπείνωση του Τελώνη και την επιστροφή του Ασώτου, ορίστηκε να θυμόμαστε την κρίση που θα γίνει όταν θα ’ρθει ο Χριστός, στη Δευτέρα Παρουσία. Είναι ένα θέμα από τα πρώτα και βασικά που πρέπει να ‘χουμε υπόψη μας πριν μπούμε στη Μεγάλη Σαρακοστή. Πριν μπούμε δηλαδή σ’ εκείνη την περίοδο που κατεξοχήν ορίστηκε για να γιορτάζουμε και να μελετάμε το Πάθος του Χριστού.

Ακούσαμε λοιπόν σήμερα στο ευαγγέλιο πώς θα γίνει εκείνη η κρίση. Ο Χριστός, με την παραβολή που είπε, μας έδωσε μία εικόνα: μας περιέγραψε πώς θα συγκεντρωθούν όλοι οι άνθρωποι μπροστά του, τότε που θα έρθει για να κρίνει τον κόσμο. Απ’ όσα ακούσαμε βγαίνει ένα συμπέρασμα: Όλοι θα κριθούν απ’ τη συμπεριφορά τους προς τους άλλους. Και μάλιστα, ο Χριστός δε μίλησε σε τρίτο πρόσωπο, δεν είπε: «Θα κοιτάξω να δω αν χορτάσατε τους πεινασμένους, αν ποτίσατε τους διψασμένους, αν ντύσατε αυτούς που ήταν γυμνοί». Μίλησε σε πρώτο πρόσωπο, και είπε στους δίκαιους, στους δικούς του ανθρώπους: «Θα πάτε στον Παράδεισο, γιατί εγώ πείνασα και μου δώσατε να φάω, εγώ δίψασα και με ποτίσατε, εγώ ήμουν ξένος και με συμμαζέψατε, εγώ ήμουν στη φυλακή και άρρωστος κι ήρθατε να με δείτε… εγώ ο ίδιος». Τα ίδια λέει και σ’ εκείνους που δε θα τους βάλει στον Παράδεισο· τους λέει: «Σε μένα δε δώσατε να φάω, σε μένα δεν ήρθατε να δώσετε νερό, σε μένα δε δώσατε ρούχα όταν ήμουνα γυμνός. Εμένα, που ήμουν φυλακή και άρρωστος, δεν ήρθατε να δείτε». Κι όταν ρωτούν και οι δυο ομάδες – και οι δίκαιοι και οι αμαρτωλοί: «Μα πότε σε είδαμε και σου συμπεριφερθήκαμε μ’ αυτό τον τρόπο;», εκείνος απαντάει; «Αφού δείξατε τέτοια συμπεριφορά στον κάθε άσημο αδελφό μου, την ίδια συμπεριφορά δείξατε και σε μένα τον ίδιο».

δικαστήριο του πατέρα

Αγαπητοί αδελφοί, τι θέλει να πει με αυτά τα λόγια ο Χριστός; Θέλει να πει το εξής: Από τότε που αμαρτήσαμε στον Παράδεισο εμείς οι άνθρωποι, βρεθήκαμε στην κρίση του Θεού· κι εκείνος αποφάσισε να μας βγάλει έξω απ’ τον Παράδεισο. Τότε έγινε το δικαστήριο κι η κρίση. Η κρίση που θα γίνει στη Δεύτερα Παρουσία απλώς θα συμπληρώσει εκείνη την πρώτη κρίση. Ο προπάτοράς μας, ο Αδάμ, παρέβη το θέλημα του Θεού μέσα στων Παράδεισο, και καταδικάστηκε σε εξορία. Ο Θεός τον έκρινε, κι αποφάσισε να τον διώξει απ’ τον Παράδεισο. Ζώντας όμως έξω απ’ τον Παράδεισο έφερε πάνω του τα σημάδια της κρίσης του Θεού. Μ’ αυτά τα σημάδια είμαστε ακόμη σημαδεμένοι: πεινάμε, διψάμε, κρυώνουμε κι έχουμε ανάγκη από ρούχα· οι σχέσεις μας με τους άλλους ανθρώπους δεν είναι καλή, με αποτέλεσμα πολλοί από μας να βρίσκονται στη φυλακή, και η σχέση μας με τον εαυτό μας, με το σώμα μας και με το περιβάλλον μας είναι πάλι τόσο κακή, που αρρωσταίνουμε συνέχεια και τελικά πεθαίνουμε. Αυτή είναι η κρίση του Θεού. Την κρίση του Θεού τη ζούμε στο πετσί μας κάθε μέρα, απ’ τη στιγμή που γεννιόμαστε ως τη στιγμή που πεθαίνουμε. Γεννιόμαστε μέσα σ’ αυτή, μεγαλώνουμε κι αναπτυσσόμαστε μέσα σ’ αυτή, και φεύγουμε κάτω από το βάρος της.

Έρχεται όμως ο Θεός στον κόσμο, έρχεται ο Χριστός, και παίρνει αυτή την κρίση πάνω του, την κάνει δική του κρίση, δηλαδή δική του καταδίκη. Την παίρνει εκείνος που δε φταίει, που είναι αναμάρτητος. Παίρνει τις δικές μας ευθύνες και τα δικά μας προβλήματα, τα παίρνει πάνω στη σάρκα του, πάνω στο σώμα του, πάνω στο πετσί του και τα κάνει δικά του: πεινάει, διψάει, έχει ανάγκη από ρούχα, βρίσκεται στη φυλακή, αρρωσταίνει, πεθαίνει τελικά πάνω στο Σταυρό. Δε γεννήθηκε στη φάτνη της Βηθλεέμ; Δεν έφυγε στην Αίγυπτο καταδιωκόμενος; Δεν έζησε δουλεύοντας τριάντα χρόνια; Δεν πορεύτηκε μέσα στους ανθρώπους, όπως πορεύονται όλοι, επαινούμενος και συκοφαντούμενος; Δεν ανέβηκε πάνω στο Σταυρό και πέθανε; «Λοιπόν, εγώ είμαι αυτός», λέει. «Έρχομαι μαζί σας και σας συναντώ στα προβλήματά σας, παίρνω πάνω μου την κρίση του Θεού. Είμαι εγώ εκείνος που υποφέρει πιο πολύ απ’ όλους και πρώτος απ’ όλους. Εγώ πάσχω κάθε μέρα, όσο εσείς ζείτε σ’ αυτό τον κόσμο. Τα παθήματα τα δικά σας έγιναν δικά μου παθήματα». Να γιατί μιλάει σε πρώτο πρόσωπο: «Εγώ πείνασα, εγώ δίψασα, εγώ ήμουν γυμνός, εγώ πήγα στη φυλακή, εγώ αρρώστησα»». Κι όπως λέει αλλού ο ίδιος ευαγγελιστής, ακολουθώντας τον προφήτη Ησαΐα: «Αυτός πήρε τις ασθένειές μας και βάσταξε τις αρρώστιες μας».

Όποιος υπηρετεί τους άλλους υπηρετεί το Χριστό· μοιάζει του Χριστού. Επειδή, όπως ο Χριστός έτσι κι αυτός, συμμετέχει στις θλίψεις των αδελφών του Χριστού και στα προβλήματά τους. Ο ίδιος ο Χριστός αναγνωρίζει αυτή την υπηρεσία ότι γίνεται προς το πρόσωπό του.

Πώς όμως ο καθένας μας θα μπορέσει να υπηρετήσει τους αδελφούς και ν’ ανταποκριθεί έτσι στην απαίτηση του Χριστού όταν έρθει η Τελική Κρίση; Σε αυτό μας βοηθάει ο απόστολος Παύλος. Γράφει στους χριστιανούς της Ρώμης: «Όπως συμμετέχουμε στα παθήματα του Χριστού με το παραπάνω, έτσι με το παραπάνω λαμβάνουμε και την ενίσχυση του Χριστού». Όταν υπηρετούμε τους αδελφούς στις ανάγκες τους, συμμετέχουμε στα παθήματα του Χριστού, που έκανε τις ανάγκες των ανθρώπων δικές του. Με την ενανθρώπηση του Θεού και την πορεία του στο Σταυρό και στο θάνατο, οι ανάγκες των ανθρώπων πήραν τόση αξία, που δεν μπορούμε να την καταλάβουμε. Γι’ αυτό και όσο κανείς τις συνειδητοποιεί, όσο τις βιώνει και όσο τις υπηρετεί, τόσο πιο πολύ φέρνουν τη χάρη του Θεού μέσα του. Αυτή είναι η ενίσχυση του Θεού. Ο απόστολος Παύλος χρησιμοποιεί τη λέξη παράκληση. Παρακαλούνται οι άνθρωποι, παρηγοριούνται, έρχεται μέσα τους η παρηγοριά του Θεού, όταν παρηγορούν τους αδελφούς. Η κρίση του Θεού και ο Σταυρός του Χριστού είναι το ίδιο πράγμα. Όποιος αποδέχεται το Σταυρό αποδέχεται την κρίση του Θεού από τώρα και δεν έχει να φοβηθεί τίποτε στη Δευτέρα Παρουσία του Χριστού.

Από τα παραπάνω προκύπτει μία μεγάλη αλήθεια. Ποια είναι αυτή η αλήθεια; Είναι ότι όσο πιο πολύ ζει κανείς και συνειδητοποιεί το Πάθος του Χριστού, τόσο πιο πολύ βοηθιέται ο ίδιος και βοηθιούνται κι οι άλλοι άνθρωποι. Και τι σημαίνει βοηθιούνται; Σημαίνει ότι γίνονται ευαίσθητοι, αποκτούν καρδιά σαν το κερί που λιώνει. Τέτοια θέλει ο Θεός την καρδιά των ανθρώπων. Κι όταν η καρδιά των ανθρώπων γίνει τέτοια χάρη στην παρουσία του Θεού, τότε πράγματι υπηρετούν το διπλανό τους σαν τον ίδιο το Χριστό, που πάσχει μέχρι Σταυρού και μέχρι θανάτου. Τότε μόνο είναι δυνατό να συμβεί αυτό. Πώς μπορεί λοιπόν να δει κανείς το Χριστό και να τον αναγνωρίσει ανάμεσά μας; Πώς μπορεί να τον δει δίπλα του; Κι όταν είναι δίπλα του, πώς μπορεί να τον καταλάβει; Μόνο αν έχει μάτια, αν έχει αυτιά, αν μπορεί ν’ ακούει και να καταλαβαίνει με ευαισθησία τα παθήματα των ανθρώπων. Κι αυτή την ευαισθησία τη χαρίζει ο Θεός. Τη χαρίζει όταν οι άνθρωποι συνειδητοποιήσουν ότι βρίσκονται κάτω απ’ την κρίση του κι όταν μυηθούν στο μυστήριο του Σταυρού του Χριστού.

Αυτό γίνεται εάν αγωνιζόμαστε να ελεούμε τους άλλους. Αρχίζουμε υπακούοντας στην εντολή του Θεού για ελεημοσύνη. Με κόπο και δυσκολία, επειδή δε το θέλει η καρδιά μας, αλλά με την επίγνωση ότι είναι δική μας ανάγκη. Και γι’ αυτό πρέπει να επιμείνουμε. Με το μυαλό μας συνέχεια στο λόγο του Χριστού ότι εμείς βοηθιόμαστε όταν συντρέχουμε τους άλλους. Και τότε αρχίζει να ενεργείται μέσα μας το μυστήριο του Σταυρού. Σιγά σιγά η ελεημοσύνη γίνεται εντελώς φυσικά και ανοίγουμε τα χέρια μας αυθόρμητα και χωρίς να το σκεφτόμαστε. Η παρουσία του Χριστού στην καρδιά μας γίνεται πραγματικότητα και υπηρετούμε τους αδελφούς σαν τον ίδιο το Χριστό που πάσχει.

Στην εποχή μας τα λόγια του Χριστού που θα ακούσουμε στην Τελική Κρίση κατανοούνται σαν απαίτηση για κοινωνική ευαισθησία και αλληλεγγύη που πρέπει να έχουν οι άνθρωποι. Η κοινωνική πρόνοια και η αλληλεγγύη θεωρούνται πράγματα αυτονόητα. Ψωμί, νερό, ρούχα δεν επιτρέπεται να λείπουν από κανέναν. Λίγοι όμως το συνδέουν αυτό με τη δική τους προσωπική ευθύνη κι ευαισθησία. Οι περισσότεροι το αφήνουμε στα χέρια του κράτους, της κοινωνίας, της Εκκλησίας κ.λπ. Δύσκολα κατανοούμε την απόστασή που χωρίζει αυτό που όλοι θεωρούμε αυτονόητο να κάνουμε από αυτό που πράγματι κάνουμε. Είμαστε ανυποψίαστοι και αισθανόμαστε αθώοι. Γι’ αυτό και θα πούμε την ημέρα της Κρίσεως στο Χριστό: «Πότε σε είδαμε αναγκεμένο και δε σε υπηρετήσαμε;» Αν δε σηκώσουμε το σταυρό μας για να καλύψουμε την απόσταση που χωρίζει αυτό που θέλουμε από αυτό που μπορούμε να κάνουμε, ποτέ δε θα μπορέσουμε να δούμε το Χριστό στα πρόσωπα των αδελφών μας. Το αποτέλεσμα θα είναι την ημέρα της Κρίσεως να βρεθούμε προ μεγάλων εκπλήξεων. Για να μη συμβεί αυτό, όχι μόνο δεν πρέπει να περιμένουμε να μας χτυπήσουν την πόρτα οι φτωχοί για να τους βοηθήσουμε, αλλά, αντίθετα, έχουμε υποχρέωση, ως μαθητές του Χριστού, να ψάξουμε εμείς και να τους βρούμε. Και αν τα δάκρυά τους δε φαίνονται, έχουμε εμείς υποχρέωση να τα ανακαλύψουμε και με πολλή προσοχή και διακριτικότητα να σταθούμε δίπλα τους.

Αγαπητοί αδελφοί, όπως είπαμε, ολόκληρο το Τριώδιο, ολόκληρη η Σαρακοστή είναι αφιερωμένη στο Πάθος του Χριστού, στη γιορτή του Σταυρού του Χριστού. Βρισκόμαστε ήδη στην προετοιμασία. Με την αρχή της νηστείας θα μπούμε στο κύριο μέρος της Σαρακοστής. Και θα τελειώσουμε με την αποκορύφωση της Μεγάλης Εβδομάδας. Είθε ο Θεός, και μ’ αυτή την ευκαιρία, της φετινής Σαρακοστής, να δώσει και σε μας τη χάρη του, για να καταλάβουμε κάτι απ’ το μυστήριο του Πάθους και του Σταυρού του.

π. Πινακούλας, Αντώνιος, Το πηγάδι και η πηγή: Κηρύγματα στις Κυριακές της Μ. Σαρακοστής και του Πάσχα, 1η έκδ., Αθήνα, Εν πλω, 2008.