Menu Close

27/6/2019

Αγαπάτε τους φίλους σας

Για τους αρχάριους στην αγάπη

Ο φίλος σου αρπάζει και εσύ δεν τον ξεσκεπάζεις; Φοβάσαι τον θυμό ακόμα και όταν δίκαια τον ξεσκεπάζεις; Ξεσκέπασέ τον λοιπόν και έκφρασε την άρνησή σου λόγω της αγάπης για τον Χριστό, λόγω της αγάπης για εκείνον τον φίλο σου· σταμάτησέ τον, εάν βαδίζει στην καταστροφή. Στη φιλοξενία και στα όμορφα λόγια και στην κολακεία δεν βρίσκεται κάποια ιδιαίτερη πράξη αγάπης.
Ιωάννου Χρυσοστόμου
(Ομιλία στην επιστολή προς Εφεσίους, 9, 18)

Τι αξία έχει, αδελφοί μου, εάν μιλώ αιώνια για τον Θεό και ο Θεός αιώνια σιωπά;

Μπορώ άραγε να υπερασπιστώ το δίκαιο του Θεού, εάν ο Θεός δεν το θέσει υπό την προστασία Του; Μπορώ να αποδείξω τον Θεό στους άθεους, εάν ο Θεός κρύβεται; Μπορώ να αγαπώ τα παιδιά Του, εάν Αυτός είναι αδιάφορος απέναντι στα παθήματά τους;

Όχι. Τίποτα από όλα αυτά δεν μπορώ. Οι λέξεις μου δεν έχουν φτερά για να μπορούν να υψώσουν στον Θεό όλους τους πεσμένους και ξεπερασμένους από τον Θεό, ούτε έχουν φωτιά για να ζεστάνουν τις παγωμένες καρδιές των παιδιών έναντι του Πατέρα τους. Οι λέξεις μου δεν είναι τίποτα, αν δεν είναι απήχηση και επανάληψη αυτού που ο Θεός με τη δική του δυνατή γλώσσα λέει. Τί είναι ο ψίθυρος στα βότσαλα της ακτής μπροστά στο φοβερό βουητό του ωκεανού; Έτσι είναι και οι λέξεις μου απέναντι στους λόγους του Θεού. Πώς μπορεί να ακούσει κάποιος τον ψίθυρο στα βότσαλα, τα σκεπασμένα από τον αφρό του μανιώδους στοιχείου, όταν είναι κουφός μπροστά στο βουητό του ωκεανού;

Πώς θα δει τον Θεό στα λόγια μου εκείνος που δεν μπορεί να τον δει στη φύση και στη ζωή;

Πώς οι αδύναμες ανθρώπινες λέξεις μπορούν να πείσουν εκείνον που ούτε οι κεραυνοί δεν είναι σε θέση να πείσουν;

Πώς θα ζεσταθεί με μία σπίθα εκείνος που άφησε τη φωτιά πίσω του;

Δεν σιωπά ο Θεός, αδελφοί μου, αλλά μιλά δυνατότερα από όλες τις θύελλες και τους κεραυνούς. Δεν εγκαταλείπει ο Θεός τον δίκαιο, αλλά τον παρακολουθεί στα παθήματά του και απαλά τον οδηγεί στον θρόνο. Δεν εξαρτάται ο Θεός από οποιουδήποτε την καλή θέληση, αλλά πράττει τα πάντα εξαρτώμενα από τη δική Του καλή θέληση. Θα ήταν κακόμοιρος ο Θεός, εάν εξαρτιόταν από τις δικανικές υπερασπίσεις ενός θνητού ανθρώπου. Δεν βγαίνω μπροστά σας για να Τον προστατεύσω, αφού ο ίδιος ζητώ την προστασία Του μέρα και νύχτα. Δεν βγαίνω εγώ, ο πτωχός, να ζητήσω από εσάς, τους πτωχούς, ενίσχυση του Θεού και των θείων πραγμάτων. Όχι, αλλά αντίθετα, βγαίνω με την πρόταση, με το αίτημα, -κυρίως με το αίτημα- να ζητήσουμε την ενίσχυση του εαυτού μας και των πραγμάτων μας από τον Θεό, και μόνον από τον Θεό. Δεν έχει να κάνει με χάρη προς τον Θεό, αλλά με χάρη προς τον εαυτό μας. Επαναλαμβάνω: όχι για χάρη του Θεού, αλλά για χάρη του εαυτού μας. Γιατί ο Θεός θα παραμείνει το ίδιο μέγας, είτε τον μεγαλύνουμε είτε τον υποτιμούμε. Ο Θεός θα λάμπει, όσο σκοτάδι και αν ρίξουμε στο όνομά Του. Ο Θεός θα υπάρχει, ακόμα και αν όλη η γη από τα χείλη όλων των πλασμάτων και από τους κρατήρες των ηφαιστείων ούρλιαζε: «Δεν υπάρχεις, Θεέ!». Ο Θεός θα υπάρχει, φωτεινός και μεγάλος όπως και σήμερα, και τότε που οι ακτίνες του ήλιου μάταια θα αναζητούν ένα ανθρώπινο πλάσμα στη γη, και αντί ζωντανών θα ζεσταίνουν μόνον τους τάφους των νεκρών.

Ω Θεέ, αιώνια λαμπερέ και αιώνια μεγάλε, να είσαι η ενίσχυσή μας όπως είσαι η ενίσχυση τόσων ήλιων στο διάστημα! Και οι ήλιοι θα έσβηναν, εάν απέστρεφες το βλέμμα Σου, και θα μεταμορφώνονταν την ίδια στιγμή σε βρεγμένες σκοτεινές εστίες – πώς εμείς να λάμπουμε χωρίς Εσένα;

Πώς θα μπορέσουμε, αδελφοί μου, να αγαπήσουμε τους εχθρούς μας χωρίς την ενίσχυση του Θεού; Ιδού, δεν κάναμε καν το πρώτο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση. Δεν μάθαμε ακόμα να αγαπάμε ούτε καν τους φίλους μας. Ακόμα χειρότερα: δεν μάθαμε ακόμα να αγαπάμε ούτε τους εαυτούς μας. Πώς θα αγαπήσουμε τους εχθρούς μας; Οι λόγοι του Χριστού περί αγάπης για τους εχθρούς μας, περιφέρονται ακόμα στον κόσμο από στόμα σε στόμα, αλλά ακόμα δεν καταφέρνουν να βρουν τον δρόμο από το στόμα στην καρδιά.

Δεν αγαπάμε τους εχθρούς μας. Άραγε δεν είναι οφθαλμοφανές, χωρίς αποδείξεις; Αγαπάμε μόνο εκείνους που μας αγαπούν και δανείζουμε μόνο σε εκείνους που μπορούν να μας τα επιστρέψουν, και κάνουμε καλό μόνο σε εκείνους που μπορούν διπλά να μας ξεχρεώσουν.

Αγαπάμε τον εαυτό μας και τους φίλους μας. Αγαπάμε τους κοντινούς μας, τους πιο κοντινούς μας, με την κυριολεκτική σημασία. Οι απόμακροί μας βρίσκονται μακριά από την αγάπη μας. Η καρδιά μας προσκολλάται σε εκείνο που προσκολλώνται και τα μάτια μας. Τα μάτια μας είναι ο οδηγός και της καρδιάς μας.

Σκεφτόμαστε: Ας αγαπάμε τον εαυτό μας και τους φίλους μας. Και σ’ αυτό εξαπατώμεθα, αφού τον εγωισμό τον αποκαλούμε αγάπη προς τον εαυτό μας και τους ασπασμούς αγάπη απέναντι στους φίλους μας. Στην πραγματικότητα δεν αγαπάμε ούτε τον εαυτό μας ούτε τους φίλους μας και κατά τον ίδιο τρόπο ούτε τους εχθρούς μας. Γιατί σε αυτό που εμείς ονομάζουμε αγάπη δεν υπάρχουν τα πιο καλά στοιχεία της. Και τα πιο καλά στοιχεία της αγάπης είναι: η επίγνωση, ο σεβασμός και η θυσία. Η αγάπη έναντι του εαυτού μας δεν διαθέτει ούτε την επίγνωση ούτε το σεβασμό ούτε τη θυσία. Η αγάπη μας έναντι των φίλων μας επίσης δεν διαθέτει τίποτε από τα τρία. Η αγάπη μας αποτελείται μόνον από τα κατώτερά μας στοιχεία. Η αγάπη μας έναντι του εαυτού μας και των κοντινών μας δεν είναι τίποτε άλλο από αποδυναμωμένη και σαθρή ταυτόχρονα ενστικτώδης, ζωώδης αγάπη. Και εκείνο που κάνει την ανθρώπινη αγάπη υψηλότερη και φωτεινότερη σε σχέση με την αγάπη των ήμερων και άγριων ζώων είναι η επίγνωση, ο σεβασμός και η θυσία.

Η επίγνωση του εαυτού μας και των φίλων μας αποτελεί το πρωταρχικό στοιχείο της υψηλής και φωτεινής θείας αγάπης. Ο άνθρωπος που σκέφτηκε πολύ για τον εαυτό του και δοκίμασε αρκετά τον εαυτό του μπορεί να φτάσει στην αυτογνωσία. Αλλά απαιτείται να είναι πολύ προσεκτικός σε αυτήν την έρευνα του εαυτού του. Από το μικρότερο λάθος στην αυτογνωσία μπορεί να βγει λανθασμένο συμπέρασμα και από το λανθασμένο συμπέρασμα να βγει ψευδής αγάπη έναντι του εαυτού μας. Πρέπει να συνηθίσουμε στην ανάλυση και στην έρευνα. Επειδή από την ορθή ανάλυση του εαυτού μας θα φθάσουμε ως την ορθή σύνθεση. Κάθε λανθασμένη κρίση για τον εαυτό μας, μας εκδικείται πολλαπλάσια. Σε τι βοηθά ένα σωστό και προσεκτικό περπάτημα ολόκληρη την ημέρα στις Άλπεις, αν πριν νυχτώσει γίνει ένα λανθασμένο βήμα πάνω από το κενό; Τα σημαντικότερα ερωτήματα που ένας νέος πρέπει να απαντήσει με ορθότητα για να γνωρίσει τον εαυτό του, ώστε ολόκληρη η μελλοντική του ζωή να είναι ορθή και υγιής, είναι:

Α. Ποιος είμαι;
Β. Πόσος είμαι;
Γ. Για τί είμαι;

Κάθε άνθρωπος δεν μπορεί να αφιερωθεί στην φιλοσοφία. Αλλά ένας κόκκος φιλοσοφίας είναι απαραίτητος σε κάθε ανθρώπινη ζωή, όπως το αλάτι στο φαγητό.

Αν ο άνθρωπος αντιληφθεί την οντότητά του ως παραγωγή της τυχαίας διακύμανσης της ύλης, ως ασυνείδητο και άσκοπο παιχνίδι στοιχείων, θα διαθέτει την κατώτερη αντίληψη για τον εαυτό του και τη σημασία του. Αλλά από το μέγεθος της αντίληψης για τον εαυτό του εξαρτάται και το μέγεθος των ιδανικών ενός ανθρώπου, το μέγεθος των σκέψεων και των αισθήσεων και των πράξεών του. Αν όμως ο άνθρωπος αντιλαμβάνεται την οντότητά του ως αποτέλεσμα και συνέχεια μιας καλλιτεχνικής αναλογίας και δημιουργικής σοφίας συμπαντικής, τότε θα διαθέτει για τον εαυτό του την υψηλότερη αντίληψη, υποταγμένος μόνο στο φαινόμενο του Θεού.

Το δεύτερο ερώτημα επιβάλλεται σε κάθε άνθρωπο: Πόσος είμαι; Ένα κουβάρι γλιστερής ζελατίνης και αδυναμίας εμφανίζεται υπό τον ήλιο με το όνομα άνθρωπος. Η αδυναμία η ίδια, τα δάκρυα, ο νυσταγμός! Με ξένη βοήθεια το κουβάρι ξεδιπλώνεται και με ξένα χέρια σηκώνεται προς τον ήλιο. Χωρίς να προσφέρει τις υπηρεσίες του μοιράζεται το ψωμί με τον υπόλοιπο κόσμο, χωρίς τη θέλησή του γίνεται μέτοχος στο δράμα της ζωής και της αμοιβής της ζωής. Ακόμα μικρό, αυτό το κουβάρι πίνει με την ψυχή του σαν σφουγγάρι όλο τον κόσμο γύρω του με τα δύο μικρά παραθυράκια των ματιών. Αλλά η ψυχή του είναι τόσο μικρή που όλα τα φαινόμενα μοιάζουν ατελείωτα μεγάλα. Στο παιδί ο γονιός του και όλοι οι ενήλικες άνθρωποι φαντάζουν σαν Τιτάνες, σαν θεοί. Όταν φθάσει στο συνηθισμένο ύψος όλων των ανθρώπων, αλλάζει τότε η αντίληψή του περί μεγέθους. Δεν ποθεί πλέον το μέγεθος οποιουδήποτε ενηλίκου ανθρώπου αλλά το μέγεθος συγκεκριμένου αριθμού μεγάλων ανθρώπων, οι οποίοι φαίνονται στην ιστορία σαν τον ήλιο ανάμεσα στ’ άστρα. Και συγκρίνοντας τον εαυτό του με τους μεγάλους ανθρώπους και με το ιδανικό του για το μέγεθος, αναρωτιέται κάποια μέρα αναμφίβολα: Πόσος είμαι; Και εκεί αμέσως εμφανίζεται ο κίνδυνος να εξαπατηθεί, να κάνει το λανθασμένο βήμα προς το κενό. Έτσι κρίνει το μέγεθος του εαυτού του ορθά και βρίσκει και τον εαυτό του και τον δρόμο που πρέπει να ακολουθήσει. Αν όμως δεν είχε θέσει τον εαυτό του υπό κρίση θα βάδιζε λάθος.

Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν κρίνουν σωστά το μέγεθός τους και ζουν σε οπτική αυταπάτη. Η πλειονότητα βλέπει τον εαυτό της σε πολύ μεγαλύτερη αναλογία από ότι είναι. Ζώντας σε μία αυταπάτη τέτοιοι άνθρωποι κάνουν τα πάντα για να εξαπατήσουν και άλλους. Επειδή δεν το καταφέρνουν -και δεν είναι στο χέρι τους να το καταφέρουν- αισθάνονται σαν δυστυχισμένοι ιππότες, που ζουν εκτός της εποχής τους και της κοινωνίας τους. Σαν να είναι απαραίτητο όλοι οι άνθρωποι να γίνουν μεγάλοι και μεγαλοφυείς! Σαν για τον Θεό, στο ιστορικό δράμα Του, να μην ήταν το ίδιο απαραίτητοι και οι μικροί άνθρωποι! Σαν ο κόσμος να μπορούσε να υπάρχει χωρίς κτηνοτρόφους και σιδηρουργούς και οδοκαθαριστές!

Ο Θεός μοίρασε στους ανθρώπους τα ταλέντα ανόμοια, ώστε εξαιτίας αυτής της ανομοιότητας να βρίσκεται σε κίνηση η ανθρώπινη ζωή. Κανείς δεν ενοχοποιείται επειδή ήρθε στον κόσμο με περισσότερα ταλέντα. Αλλά θα ενοχοποιηθεί και αυστηρά θα τιμωρηθεί εκείνος που δεν βλέπει το ταλέντο του στην ορθή του διάσταση και εκείνος που δεν προσπαθεί με αυτό που του δόθηκε να δικαιολογήσει την επιβίωσή του και να εκπληρώσει την αποστολή του.

Και το τρίτο ερώτημα: Για τί είμαι εγώ; Αυτό το ερώτημα αφορά την επίγνωση της αποστολής σε αυτόν τον κόσμο. Κάθε άνθρωπος έρχεται σε αυτόν τον κόσμο με ιδιαίτερη αποστολή. Πόσο πολλοί είναι αυτοί που δεν το πιστεύουν αυτό! Όλοι είμαστε απεσταλμένοι και ακόλουθοι του Θεού. Όλοι! Η εργασία του σιδηρουργού είναι μια ιδιαίτερη, θεοεμπνευσμένη αποστολή, όπως και του ξυλοκόπου και του λογοτέχνη και του πολιτικού. Χωρίς την εργασία του σιδηρουργού δεν θα υπήρχε πολιτισμός, ούτε αιγυπτιακός ούτε ευρωπαϊκός ούτε κανείς. Η λαϊκή φαντασία μοίρασε σε έναν από τους Ολύμπιους θεούς την εργασία του σιδηρουργού. Δεν είναι λοιπόν ευάρεστο στον ουρανό μόνον το βασιλεύειν και το νουθετείν αλλά και το σφυρηλατείν του σιδερά και η λείανση του ξύλου και το πλέξιμο της ψάθας. Στην Δευτέρα Παρουσία δεν θα πει ο Θεός: Κάθισε δεξιά μου εσύ που φορούσες το στέμμα, ενώ εσύ που κρατούσες το σφυρί κάθισε στ’ αριστερά, αλλά θα δώσει προτεραιότητα και επιβράβευση σύμφωνα με την καλύτερη αντίληψη και εκπλήρωση της αποστολής στη γη.

Δυστυχώς, είναι πολλοί ανάμεσά μας που σε ολόκληρη τη ζωή τους δεν μαθαίνουν την αποστολή τους. Πολλοί μικρόμυαλοι αισθάνονται κλήση για όλες τις αποστολές. Πολλοί υπερήφανοι, μην κάνοντας καμία εργασία, κατακρίνουν όλες τις εργασίες. Πολλούς ανέχεται ο Θεός από ευσπλαχνία, ετοιμάζοντας και στέλνοντας άλλους για την ίδια αποστολή, που προοριζόταν για εκείνους και στα χέρια τους καταστράφηκε. Πολλοί είναι παραπονεμένοι, και ερωτευμένοι καθώς είναι με τον εαυτό τους, περιμένουν ανυπόμονα να τους τεθεί το ερώτημα: «για τί είσαι εσύ;» για να μπορέσουν να απαντήσουν δυνατά: για όλα! Πολλοί, πάρα πολλοί, είναι εκείνοι που δεν γνωρίζουν, ούτε ποιοι είναι ούτε πόσοι είναι ούτε για τί είναι, ενώ μιλούν περί αγάπης προς τον εαυτό τους. Πολλοί, πάρα πολλοί, είναι εκείνοι που δεν βρήκαν τον εαυτό τους αλλά τον αγάπησαν. Τη φανταστική εικόνα τους αγαπούν αυτοί και όχι τον εαυτό τους. Η αυταπάτη για αυτούς είναι γλυκιά, αυτήν αγαπούν και όχι τον εαυτό τους. Πολλοί είναι εκείνοι που φτιάχνουν πήλινες κατσαρόλες και νομίζουν για τον εαυτό τους ότι είναι γλύπτες. Πολλοί είναι εκείνοι που έγιναν πολιτικοί, ενώ θα έπρεπε να είναι έμποροι. Όλοι αυτοί μιλούν για αγάπη προς τους εχθρούς, αλλά εν τω μεταξύ ακόμα ούτε τον εαυτό τους δεν αγαπούν, αφού δεν τον γνωρίζουν, ούτε καν ανακάλυψαν τον καλύτερο εαυτό τους. Η αγάπη τους είναι ψεύτικη, εφόσον είναι σχετική με την ψευδή εικόνα που έχουν για τον εαυτό τους και όχι με την αλήθεια. Όταν ο κεραμοποιός αγαπά τον γλύπτη μέσα του, η αγάπη του για τον εαυτό του είναι ψευδής.

Και όποιος αγαπά ψευδώς τον εαυτό του αυτός αγαπά ψευδώς και τους φίλους του. Και όποιου η αγάπη είναι ψεύτικη προς τον εαυτό του και προς τους φίλους του, αυτού η αγάπη προς τους εχθρούς του είναι δύο φορές μεγαλύτερο ψέμα.

Αλλά δεν αποτελεί υψηλή και άγια αγάπη μόνον η επίγνωση. Μαζί με την γνώση πρέπει να έρθει και ο σεβασμός, το δεύτερο κύριο στοιχείο της άξιας αγάπης.

Ο άνθρωπος πρέπει να ξέρει να σέβεται τον εαυτό του και τους φίλους του. Αλλά δεν μπορεί ο άνθρωπος να σέβεται το κακό μέσα του – ακόμη και ένας ληστής γνωρίζει ότι μόνον το καλό είναι για σεβασμό. Δεν μπορεί όμως ο άνθρωπος να σέβεται το καλό μέσα του, αν δεν γνωρίσει τι είναι και που βρίσκεται το καλό μέσα του. Η γνώση δηλαδή είναι το θεμέλιο και του σεβασμού.

Είχε κάποιος ένα χωράφι, στο οποίο δεν μπορούσε να ξεριζώσει αρκετά αγκάθια. «Μέχρι πότε θα παλεύω με αυτά τα καταραμένα αγκάθια;», αναρωτήθηκε ο νοικοκύρης και σιχάθηκε το χωράφι του. Ο θυμός του ιδιοκτήτη απέναντι στην ανελέητη γη ακόμα περισσότερο μεγάλωνε. Συνέχισε μονότονα να σκάβει, όταν μια μέρα η τσάπα σταμάτησε να αντηχεί και να αναπηδά στις πέτρες. Όταν έμαθε ότι οι σπόροι κάτω από τα αγκάθια ήταν ασημένιοι, τότε του πέρασε και ο θυμός και η μονοτονία. Και άρχισε ο νοικοκύρης να εκτιμά πολύ περισσότερο το χωράφι με τα αγκάθια από όλα τα άλλα, λόγω του ασημιού που υπήρχε σε αυτό.

Έτσι και ο άνθρωπος μπορεί να βλέπει τον εαυτό του σαν χωράφι με αγκάθια. Παρότι μπορεί να αγαπήσει τον εαυτό του, η αγάπη αυτή θα είναι πάντοτε ανακατεμένη με περιφρόνηση του εαυτού του. Μπορεί να καυχιέται μπροστά στους άλλους ανθρώπους αλλά όταν είναι μόνος να σιχαίνεται τον εαυτό του, γιατί γνωρίζει ότι ξεγέλασε τους ανθρώπους και ότι ξεγέλασε και τον εαυτό του, αγαπώντας πάνω του εκείνο που δεν είναι για αγάπη. Δεν μπορεί να σέβεται τον εαυτό του αφού δεν βρήκε κάποιο λόγο για αυτό, δεν βρήκε ούτε κόκκο ασημιού στα αγκάθια της ψυχής του.

Έτσι και η αγάπη προς τους φίλους, αν δεν είναι θεμελιωμένη στο σεβασμό και στη γνώση, γρήγορα γυρίζει σε περιφρόνηση και αηδία.

Πόσο λίγη ιδανική αγάπη υπάρχει μέσα μας για τους φίλους μας!

Στις περισσότερες περιπτώσεις δεν βασίζεται στην ψυχική συγγένεια, στη γνώση και στο σεβασμό, αλλά στην τυχαία συμπάθεια και στον ατομικό υπολογισμό.

Ακούστε την παρακάτω επιστολή, η οποία θα σας χρησιμεύσει ως η καλύτερη απόδειξη για αυτά που λέω, και ως η πιστότερη απεικόνιση ψευδούς φιλικής αγάπης. Αυτή την επιστολή την έλαβα πριν από δυο ημέρες και λέει:

««Ήθελα να έρθω σε σας, να σας εξομολογηθώ προσωπικά και να ζητήσω την ευλογία σας για το δίλημμα μπροστά στο οποίο βρίσκομαι. Για ευλογία! Συγχωρήστε τον κυνισμό που διακατέχει την ψυχή μου από την κορυφή ως τα νύχια. Είμαι στα πρόθυρα της αυτοκτονίας. Για αυτό δεν χρειάζεται ευλογία ούτε απαλλαγή, έτσι δεν είναι; Εξάλλου ο κόσμος μου έδωσε απαλλαγή με την αηδία που με διαπότισε απέναντι σε όλους και τα πάντα. Για μένα όλοι οι άνθρωποι είναι αηδιαστικοί, θανάσιμα αηδιαστικοί· και να που τώρα αναπνέω πιο ελεύθερα, από τη στιγμή που τελεσίδικα αποφάσισα να πεθάνω και να βρω στο θάνατο τουλάχιστον προστασία και ησυχία από τα πιο αηδιαστικά δημιουργήματα πάνω στη γη – τους ανθρώπους. Παραξενεύεστε, το ξέρω, επειδή αυτό που σας γράφω έρχεται σε πλήρη αντίθεση με αυτό που σας έλεγα προσωπικά. Σας είχα πει ότι έχω φίλους, τους όποιους σέβομαι και αγαπώ. Σας μίλησα άσχημα για τους άλλους ανθρώπους, αλλά όχι για τους φίλους, για τους όποιους δεν έχω τίποτα άλλο παρά επαίνους. Όλα ήταν ψέμα, τώρα μπορώ να σας πω την αλήθεια Και τότε, όταν καυχιόμουν σε σας παινεύοντας τους φίλους μου, τους περιφρονούσα, όπως και τώρα τους περιφρονώ, όπως περιφρονώ και όλο τον κόσμο.

»Στον υπολογισμό βασιζόταν όλη μας η φιλία. Και αυτός ο υπολογισμός ήταν εντελώς υλικός, χρηματικός, χωρίς τίποτα το ηθικό ή πνευματικό. Είχαμε κάτι σαν λέσχη. Δεν υπήρχε μέρα κατά την οποία να μη συναντηθούμε. Να ήδη δώδεκα ολόκληρα χρόνια! Αλλά ποτέ, ούτε μία ημέρα -και αυτό είναι που θέλω να σας εξομολογηθώ- δεν μιλήσαμε μεταξύ μας για τίποτε άλλο από τα χρήματα, τις πλεκτάνες και ιδιαίτερα για αισχρές υπηρεσίες δημόσιες και μη. Δε διστάζαμε για τα μέσα, κανείς από μας δεν ήθελε να ξέρει περί ήθους και ευσπλαχνίας. Με τέτοιες δουλειές γίναμε πλούσιοι, πήραμε θέσεις και φτιάξαμε όνομα, το οποίο επιδέξια υποστηρίξαμε με δημοσιεύματα στις εφημερίδες και με αλληλοκολακείες στα πάρτι. Κάποιοι από μας είναι κρατικοί υπάλληλοι: αυτοί γρήγορα έπαιρναν τη μια προαγωγή μετά την άλλη· κάποιοι είναι έμποροι: έπαιρναν προμήθειες επί προμηθειών. Κάποιοι είναι βουλευτές : αυτοί πήραν ό,τι ήθελαν. Πιάσαμε σχέσεις παντού: σε υπουργεία, με δημοσιογράφους, στο στρατό, στις τράπεζες, με τους μασόνους. Τις νύχτες κατόπιν σχεδίου σκορπιζόμασταν σε διάφορα καφενεία για να ακούσουμε τι λένε οι άνθρωποι για μας και για να λέμε ο ένας για τον άλλον οτιδήποτε επαινετικό. Στέλναμε τις γυναίκες μας στα σπίτια και στις γιορτές με ιδιαίτερη αποστολή, να παρακολουθήσουν όλο τον κόσμο και να μας παινεύουν, μιλώντας για την αξία μας και τον πατριωτισμό μας. Όταν ξέσπασε ο πόλεμος, κάναμε περισσότερο θόρυβο, αν και κανείς μας δεν πήγε εκεί που θα μπορούσε να σκοτωθεί. Μετά τον πόλεμο ξαναβρεθήκαμε, όλοι υγιέστεροι και πλουσιότεροι από ό,τι ήμασταν πριν. Και όλος ο κόσμος, ακόμα και σήμερα μας θεωρεί για πατριώτες και έντιμους ανθρώπους. Τραβήξαμε τόσο μακριά σε αυτόν το δρόμο της ψευτιάς, ώστε για όλους μας η επιστροφή είναι αδύνατη. Οι φίλοι μου γίνονταν όλο και αηδιαστικότεροι, στο βαθμό που ήταν έτοιμοι να με βοηθήσουν στις βρόμικες φιλοδοξίες και επιδιώξεις μου. Ο καθένας από εμάς συναγωνιζόταν τους άλλους στη δεινότητα της πλεκτάνης και του ψέματος. Για μας έγινε αδύνατον να μιλήσουμε για οποιαδήποτε ιδεώδη πράγματα, και εν γένει, για οτιδήποτε περί ψυχής, ουμανισμού, πανανθρωπισμού. Μόνον υπολογισμοί και υπολογισμοί! Ποτέ δεν μιλήσαμε για τον Θεό ούτε για την ψυχή ούτε περί βοηθείας του πλησίον! Ποτέ δεν πήγαμε στην εκκλησία! Εξάλλου, κανείς από μας δεν πιστεύει στο Θεό. Κάποτε πίστευα και στο Θεό και στην ψυχή. Τώρα όχι. Τώρα που βρίσκομαι μπροστά στην αυτοκτονία δεν πιστεύω σε Αυτόν. Αχ όλοι οι άνθρωποι είναι αηδιαστικοί, αλλά από τους φίλους μου τίποτα αηδιαστικότερο δεν υπάρχει! Και τα σκουλήκια που σέρνονται στα σκουπίδια δεν είναι τόσο ανυπόφορα όσο οι φίλοι μου. Δηλητηρίασαν εντελώς την ψυχή μου, με αντάλλαγμα τη βοήθειά μου να δηλητηριάσουν τη δική τους. Θα ήθελα να πάω σε μία ακόμα συνάντηση. Με καλούν ασταμάτητα. Αντελήφθησαν την απουσία μου. Τους λέω ψέματα, πως είμαι άρρωστος. Θα ήθελα να πάω και να τους πω την αλήθεια κατά πρόσωπο πριν πεθάνω. Δεν ξέρω αν θα το κάνω. Αμφιταλαντεύομαι. Θα τους έφτυνα, και θα τους ποδοπατούσα! Με χόρτασαν και με πλούτισαν, αλλά με έβαλαν σε μία κόλαση ψεύδους, μόνον ψεύδους, ώστε να μην μπορώ να αναπνεύσω. Έχω μεγάλη κοιλιά, αλλά δεν έχω ψυχή. Και η γυναίκα μου και τα παιδιά μου – είναι δηλητηριασμένοι όπως εγώ. Όλα είναι χαμένα. Τη ζωή μου την έπαιξα. Αν πράγματι βρω κάτι μετά το θάνατο μου, αυτό που εσείς αποκαλείτε Θεό, και αν κριθώ, θα πω την αλήθεια: χόρτασα, μέθυσα, έκλεψα και είπα ψέματα. Αυτή είναι όλη μου η ζωή. Νιώθω ακαταμάχητη ανάγκη και πριν από το θάνατο μου να πω σε κάποιον την αλήθεια. Σκέφτηκα να το πω σε ύπουλους σαν αυτούς. Αλλά ταλαντεύομαι. Δύσκολο να βρω το κουράγιο. Επέλεξα εσάς. Μα και σε εσάς, να έτσι, γραπτώς. Αν μπορείτε, γυρίστε άλλους από τέτοιου είδους ζωή. Εμένα περιφρονήστε με και ξεχάστε με».

Τίποτα δεν μπορεί να δείξει καλύτερα από αυτήν την εκφραστική επιστολή τι σημαίνει να αγαπάς χωρίς σεβασμό. Καλύτερα να ζει ο άνθρωπος χωρίς φίλους από το να έχει φίλους τους οποίους δεν μπορεί να σέβεται. Το να ζει με φίλους τους οποίους δεν σέβεται είναι γλίστρημα στον πάγο που οδηγεί στην άβυσσο. Στον πάγο τα παιδιά κρατούν το χέρι το ένα του άλλου και τραβούν το ένα το άλλο, για να γλιστρούν ευκολότερα και γρηγορότερα. Και η φιλία χωρίς σεβασμό τέτοιο γλίστρημα στον πάγο είναι, γλίστρημα που καταλήγει σε σπάσιμο του λαιμού και καταστροφή.

Το τρίτο στοιχείο της υψηλής και φωτεινής αγάπης είναι η θυσία. Η αγάπη είναι ιερό, όπου συνεχώς πρέπει να τελείται θυσία. Η αγάπη είναι θεότητα, που ζητά μπροστά στο πρόσωπό της πάντα να καίει θυσία, έτσι που να φαίνεται στο φως. Η αληθινή αγάπη, η θεία αγάπη, έχει σχέση πάντοτε με ότι καλύτερο υπάρχει στον άνθρωπο. Αν αγαπώ τη φαντασία μου, τότε η αγάπη μου είναι ψευδής. Αν αγαπώ τον φίλο μου λόγω των ελαττωμάτων του, τότε η αγάπη μου είναι ψευδής. Αν αγαπώ τον Θεό για να κερδίσω κάτι σε αυτόν τον κόσμο τότε η αγάπη μου είναι ψευδής. Αν αγαπώ πράγματι το ψέμα, τότε πρέπει να θυσιάσω την αλήθεια, αφού και η ψευδής αγάπη ζητά θυσίες. Εκείνος που αγαπά τη ματαιοδοξία, θυσιάζει την εξυπνάδα του και εκείνος που αγαπά το σώμα του θυσιάζει την ψυχή του και εκείνος που αγαπά το χρήμα θυσιάζει την τιμή του. Και αντίθετα: όποιος αγαπά το νου θυσιάζει τη ματαιοδοξία και όποιος αγαπά την ψυχή θυσιάζει το σώμα και όποιος αγαπά την εντιμότητα θυσιάζει το χρήμα.

Η αγάπη προς τους φίλους είναι ακριβή. Εγώ μιλώ για την αληθινή, θεία αγάπη. Βοήθησε το φίλο σου για το καλό -και ζήτησε τη βοήθειά του για το καλό- μόνον αυτό μπορεί να ονομαστεί πραγματική φιλική αγάπη. Επιθυμώ το φίλο όχι για να κολακεύει τις αδυναμίες μου και να σκεπάζει και να δικαιολογεί τα λάθη μου, αλλά, αντίθετα, να με διορθώνει στο κακό και να με υποστηρίζει στο καλό. Τέτοια φιλία είναι καθαρτήριο, στο οποίο ο άνθρωπος καθαρίζεται από τις άγριες και χαμηλές συνήθειες και διαθέσεις. Η φιλία είναι πιο απαραίτητη στη ψυχή παρά στο σώμα. Στη θλίψη η σκέψη του φίλου φέρνει ευχάριστη όψη στο πρόσωπο. Στο νεκρικό κρεβάτι η παρουσία του φίλου ομορφαίνει το πρόσωπο του θανάτου. Η φιλία είναι πάντοτε η ζωοδότρα πνοή του αγγέλου, που μας παρακολουθεί στη ζωή, που μας σηκώνει όταν πέφτουμε και μας εμπνέει όταν αποδυναμωνόμαστε.

Ανάλογα με το είδος της αγάπης που προσφέρει ένας άνθρωπος στους φίλους του, τέτοιους φίλους θα βρει. Ο καθένας έχει το φίλο που του αξίζει. Ανάλογα με την ποιότητα και το μέγεθος της θυσίας βρίσκονται και οι φίλοι. Θα πρέπει να απαρνηθώ οτιδήποτε ευτελές για να μπορέσω να έχω για φίλο εκείνον του οποίου το ύψος της ψυχής του μ’ αρέσει. Και πρέπει να αποβάλω τον εγωισμό αγαπώντας έναν μη εγωιστή φίλο. Και πρέπει να αποβάλω τη θηριωδία αγαπώντας έναν ευγενή φίλο.

Η φιλία είναι σχολείο. Ό,τι είδους είναι η φιλία, τέτοιου είδους είναι και το σχολείο. Κάποιον η φιλία τον ανεβάζει στον ουρανό και άλλον τον τραβά στην κόλαση. Φιλίες οι οποίες είναι συνωμοσία ενάντια στο καλό υπάρχουν αρκετές. Τέτοιες φιλίες υπάρχουν πολλές και στο περιβάλλον μας. Φίλοι μπορεί να γίνουν κι εκείνοι που ούτε γνωρίζονται ούτε σέβονται ούτε θυσιάζονται ο ένας για τον άλλον. Φίλοι γίνονται άνθρωποι διαφορετικής ψυχοσύνθεσης, όχι λόγω της ψυχοσύνθεσης αλλά για το κέρδος. Φίλοι γίνονται άνθρωποι διαφορετικών αρχών, όχι λόγω των αρχών, αλλά για τον πλούτο. Λόγω ειδικού καθεστώτος για να πάρουν άδεια εργασίας και λόγω προμηθειών, λόγω πλιάτσικου και κλοπής.

Φίλοι συχνά αποκαλούνται προσωρινά και εκείνοι που από το βάθος της ψυχής τους περιφρονούν ο ένας τον άλλον. Χαμογελούν ο ένας στον άλλον συχνά εκείνοι που με χαμόγελα καταπιέζουν ξεσπάσματα μίσους ο ένας για τον άλλον. Αχ, αυτά τα φιλικά χαμόγελα! Συχνά σημαίνουν αυλαία πάνω από την κόλαση. Φίλοι γίνονται συχνά οι άνθρωποι λόγω δειλίας, συχνά από φόβο, του ενός προς τον άλλον, πολλές φορές από ματαιοδοξία, συχνά λόγω του ότι βαριούνται. Αυτή είναι η πρόσκαιρη και συμφεροντολογική φιλία – το μεγαλύτερο ζιζάνιο που μεγαλώνει τη γη και η μεγαλύτερη ντροπή των ανθρώπων!

Είναι λοιπόν περίεργο που οι άνθρωποι δεν αγαπούν τους εχθρούς τους, όταν δεν ξέρουν να αγαπούν ούτε τους φίλους τους; Είναι παράξενο να μην μπορεί να διαβάσει βιβλία το παιδί που δεν έμαθε το αλφάβητο; Πώς μπορεί να αγαπήσει ο άνθρωπος τον απόμακρό του, όταν δεν μπορεί να αγαπήσει τον πλησίον του; Πώς μπορεί ο Σέρβος να αγαπήσει τον Γερμανό, όταν ο Σέρβος δεν έμαθε να αγαπά τον Σέρβο; Πώς οι μη γνωρίζοντες τον Θεό Ιάπωνες να αγαπήσουν τους χριστιανούς Ρώσους, όταν οι Ρώσοι δεν αγαπούν ο ένας τον άλλον; Ποτέ δεν θα υπάρξει αγάπη προς τους εχθρούς, μέχρι να υπάρξει αγάπη ανάμεσα στους φίλους. Και δεν θα υπάρξει αγάπη ανάμεσα σε φίλους, μέχρι να οικοδομηθεί επάνω στην αλληλογνώση, το σεβασμό και τη θυσία.

Όσο η φιλία θα αποτελεί μόνο υπηρέτρια των κατώτερων στόχων, τόσο θα κυβερνά στον κόσμο το κακό.

Η χριστιανική αγάπη κινείται κυκλικά.

Πρώτα έρχεται η αγάπη προς τον εαυτό μας, κατόπιν η αγάπη προς τους φίλους μας, μετά η αγάπη προς τους εχθρούς μας και, τέλος, η αγάπη προς τον Θεό. Ο Χριστός την αγάπη προς τον εαυτό μας την πήρε για μέτρο της αγάπης μας για τους ανθρώπους και για τον Θεό. «Όπως αγαπάς τον εαυτό σου» λέει ο Χριστός, «να αγαπάς και τον πλησίον». Αν οι άνθρωποι είχαν χριστιανική αγάπη προς τον εαυτό τους, γρήγορα θα είχαν και χριστιανική αγάπη προς τους φίλους τους και προς τους εχθρούς τους. Αλλά αυτή η βασική αγάπη των ανθρώπων -η αγάπη προς τον εαυτό μας- ακόμα πλειοψηφεί ως ζωώδης, εγωιστική, αδηφάγα, ακάθαρτη, οπότε και κάθε άλλη αγάπη, βασιζόμενη σε τέτοια αγάπη, είναι ομοίως τέτοια.

Όμως, θα έρθει μια καλύτερη εποχή, κατά την οποία οι άνθρωποι θα αγαπιούνται περισσότερο με το πνεύμα και την αλήθεια, και λόγω του πνεύματος και της αλήθειας, και θα έχουν αληθινή αγάπη τόση όση είναι σήμερα η ψευδής αγάπη.

Θα έρθει εποχή κατά την οποία ο φίλος για τον φίλο θα είναι ιερέας και εξομολόγος, και όχι συνεργάτης στην συγκέντρωση πλούτου και την απόλαυση αυτού του κόσμου.

Θα έρθει εποχή κατά την οποία ο φίλος είναι για τον φίλο παρηγορητής και ιατρός, και όχι αποπλανητής και εξολοθρευτής της ψυχής.

Όταν έρθει αυτή η εποχή, τότε θα αρχίσει η αγάπη ανάμεσα στους ανθρώπους. Μα όσο μακριά και αν είναι αυτή η εποχή, βρίσκεται καθοδόν και θα έρθει.

Η αγάπη με την οποία σήμερα οι άνθρωποι αγαπιούνται οδηγεί στην αυτοκτονία. Αλλά όταν έρθει εκείνη η εποχή θα φέρει μαζί της και την αγάπη η οποία θα καθοδηγεί προς τη ζωή.

Ακόμα δεν ήρθε η εποχή της αγάπης προς τους εχθρούς, αφού ακόμα δεν πληρούμε την εντολή της αγάπης προς τους φίλους.

Αλλά θα εκπληρωθεί και η μία και η άλλη εντολή, γιατί δεν προέρχονται από τον άνθρωπο αλλά από τον Θεό. Και η θεϊκή εντολή δεν μπορεί να μείνει ανεκπλήρωτη. Δεν μπορώ εγώ, αδελφοί μου, να σας παρακινήσω με τους αδύναμους λόγους μου, ώστε να εκπληρώσετε τις θεϊκές εντολές περί αγάπης. Όμως, θα σας κινήσει σ’ αυτό ο Θεός, ο οποίος κινεί τους ήλιους. Δεν μπορώ να σας δώσω ούτε τη δύναμη για αληθινή αγάπη προς τους φίλους ούτε τη δύναμη για την γνώση ούτε τη δύναμη για το σεβασμό ούτε τη δύναμη για τη θυσία. Αυτή τη δύναμη θα σας τη δώσει Εκείνος που έχει την παντοδυναμία στα χέρια Του και που κινεί τα σύννεφα με τις σκέψεις. Το ζήτημα του Θεού θα καταστρεφόταν αν εξαρτιόταν από τους λόγους μου και από τις δικές σας συνήθειες. Αλλά το ζήτημα του Θεού, ανεξάρτητα από όλους εμάς θα πετύχει και θα νικήσει. Εκείνος του οποίου τα χρόνια δεν έχουν αριθμό και η οντότητά του δεν έχει τέλος δεν μπορεί να αφήσει το επίγειο σπίτι του στις διαθέσεις μας, στα αδύναμα δημιουργήματά του, των οποίων η αρχή και το τέλος συναντιούνται σ’ ένα σημείο και των οποίων η οντότητα είναι μια κουκίδα. Δεν είναι ο άνθρωπος αλλά ο Θεός φερέγγυος και πιστός εγγυητής της βασιλείας της αγάπης στη γη. Ο Θεός μας είναι εγγυητής ότι ο ήλιος δεν θα σβήσει πριν να δει τα τέκνα Του επί της γης να μοιάζουν στον επουράνιο Πατέρα τους. Κοίτα, σε λίγο καιρό θα σβήσει για μας ο ήλιος: Σκεπασμένοι από το μαύρο πέπλο του θανάτου θα μείνουμε κρυμμένοι από τον ήλιο. Αλλά γιατί και εμάς να μη δει ο ήλιος, όσο ζούμε, σαν τέκνα που μοιάζουν στον επουράνιο Πατέρα τους; Ας υποσχεθούμε ότι θα δώσουμε τέτοια ευχαρίστηση στον ήλιο και πόσο μεγαλύτερη ευχαρίστηση σε εμάς και τους φίλους μας! Ας είναι αρωγός μας σ’ αυτό ο επουράνιος Πατέρας μας, και τώρα και στους αιώνες. Μόνο δίπλα του η φιλία λαμβάνει θεϊκό φωτοστέφανο και θεϊκή ζεστασιά. Μόνο σε Αυτόν υπάρχει αγάπη και μόνο μέσω Αυτού η γνώση και ο σεβασμός, και μόνο με τη βοήθειά Του η θυσία. Δόξα εν υψίστοις Θεώ, και το φως Του μαζί μας επί γης!

Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς, Αργά βαδίζει ο Χριστός, μετάφραση Σβετλάνα Πέτσιν, Ηλίας Σαραγούδας, Νεφέλη Σαραγούδα – Πέτσιν, 1η έκδ., Αθήνα, Εν πλω, 2008