Menu Close

Η εν τω ναώ είσοδος της Υπεραγίας Θεοτόκου

Τῇ ΚΑ΄ τοῦ μηνὸς Νοεμβρίου, μνήμη τῆς ἐν τῷ Ναῷ Εἰσόδου τῆς Θεομήτορος.[1]

Η είσοδος της Θεομήτορος στο Ναό του Σολομώντος δημιούργησε για τους ευσεβείς χριστιανούς αυτή τη θαυμαστή και παγκόσμια εορτή των Εισοδίων της Θεοτόκου. Τα πράγματα έγιναν ως εξής:

Η πανύμνητη Άννα έβλεπε ότι πλησίαζε στο τέλος της χωρίς να αποκτήσει παιδί. Για το λόγο αυτό μαζί με τον ενάρετο άνδρα της τον Ιωακείμ παρακαλούσε θερμά με νηστείες και προσευχές το Δεσπότη της φύσεως να σπλαχνισθεί την ατεκνία της και να της χαρίσει ένα παιδί.[2] Υποσχέθηκε μάλιστα πως αν ο Θεός ικανοποιήσει το αίτημά της θα αφιερώσει το παιδί αυτό στο Θεό. Με την χάρη του Θεού έφερε στον κόσμο την Παναγία Θεοτόκο Μαρία, αυτή που έγινε η πρόξενος της σωτηρίας του γένους των ανθρώπων, αυτή που έγινε το μέσο της ειρηνεύσεως του Θεού προς τους ανθρώπους, την αιτία της αναδημιουργίας του πεσόντος Αδάμ και της Αναστάσεως και της θεώσεώς του. Όταν, λοιπόν, η κόρη αυτή ήταν στον τρίτο χρόνο της ηλικίας της την έφεραν οι γονείς της, σύμφωνα με την υπόσχεση της μητέρας, στο Ναό και την παρέδωσαν στους ιερείς. Αυτοί, κινούμενοι προφανώς από τη θεία βουλή την έβαλαν στο πλέον άγιο μέρος στο εσωτερικό του ναού, στα Άγια των Αγίων. Την έβαλαν κι έζησε δώδεκα χρόνια μόνη της εκεί που ήταν καθορισμένο να μπαίνει ο αρχιερέας μία φορά τον χρόνο.

εν τω ναώ είσοδος

Εκεί στα άδυτα του ναού έμενε μόνη της μέρα και νύχτα και τρεφόταν διαρκώς με ουράνια τροφή που της έφερνε παραδόξως άγιος άγγελος. Έμεινε μέχρις ότου έφθασε ο καιρός του θείου Ευαγγελισμού και των θείων μηνυμάτων που μιλούσαν για τη σάρκωση του Θεού, ο οποίος θα γινόταν άνθρωπος προκειμένου να σώσει το γένος των ανθρώπων που βάδιζε στην απώλεια. Εδώ, λοιπόν, περνούσε τον χρόνο της ζωής της κι αξιωνόταν καθημερινά θείες φανερώσεις ενώ θείος άγγελος, που είχε ορισθεί να υπηρετήσει αυτή την αποστολή για την δόξα του Θεού της έφερνε συνεχώς ουράνια τροφή.

Σ’ Αυτόν ανήκει η δόξα εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν

Ταῖς τῆς Θεοτόκου πρεσβείαις, ὁ Θεός, ἐλέησον ἡμᾶς. Ἀμήν.

[1] Περισσότερα για την παρούσα εορτή μπορεί να βρει ο φιλομαθής αναγνώστης στο άρθρο του αρχιμ π. Μακαρίου Βαρλά στο περιοδικό ΕΦΗΜΕΡΙΟΣ, έτος ΜΘ΄, τεύχος 11/2000 σελ. 24 κ.ε. Πάντως φαίνεται ότι ξεκίνησε γύρω στο 543μ.Χ. στα Ιεροσόλυμα και από εκεί μεταφέρθηκε στην Κ/πολη το 685, και πάλι μάλλον με εισήγηση του Ανδρέα Κρήτης. Η καθολική επικράτησή της στην ανατολή έγινε κατά τον 12ο αιώνα όταν ο αυτοκράτορας Μανουήλ Α΄ Κομνηνός (1143-1180) την καθιέρωσε σαν ημέρα αργίας. Στη δύση ενώ έγινε γνωστή από τον 10ο αιώνα καθιερώθηκε επίσημα από τον πάπα Γρηγόριο ΙΑ΄ και γιορτάσθηκε επίσημα για πρώτη φορά το 1372. Συνοπτικά αναφέρουμε ότι έγραψαν σχετικά οι Γερμανός Κ/πόλεως (αρχές 8ου αι.), Ταράσιος Κ/πόλεως (†806), Γεώργιος Νικομηδείας (†860), Ιάκωβος μοναχός (†1099), Θεοφύλακτος Βουλγαρίας (†1100), Ισίδωρος Θεσσαλονίκης (†1200), Νεόφυτος ο Έγκλειστος (†1220), Επιφάνιος μοναχός (†1015) κ.α.

[2] Η ατεκνία θεωρούνταν μεγάλη ντροπή για το ανδρόγυνο και ιδιαίτερα για τη γυναίκα.

Αρχιμανδρίτης Ιερώνυμος Κ. Δελημάρης, Τι γιορτάζουμε στις γιορτές του Χριστού και της Παναγίας: Τα συναξάρια των δεσποτικών και των θεομητορικών εορτών της Εκκλησίας σε απλή γλώσσα, 1η έκδ. Ναύπακτος, Αδελφότης Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Ναυπάκτου, 2004