Menu Close

Η Γέννηση της Υπεραγίας Θεοτόκου

Τῇ Η΄ τοῦ αὐτοῦ μηνός, τὸ Γενέθλιον[1] τῆς Ὑπεραγίας Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καὶ ἀειπαρθένου Μαρίας.

Ο πατέρας της Θεοτόκου καταγόταν από βασιλική οικογένεια. Ήταν απόγονος του Δαβίδ δηλαδή καταγόταν από τη φυλή του Ιούδα. Τον βασάνιζε όμως το πρόβλημα της ατεκνίας παρ’ όλον ότι πρόσφερε, σαν πλούσιος και ευλαβής που ήταν διπλά δώρα ως θυσία στον Θεό για την απόκτηση τέκνου. Μη βλέποντας λύση στο πρόβλημα της ατεκνίας πληγώθηκε πραγματικά στην καρδιά του. Εξ αιτίας αυτού η μεν γυναίκα του Άννα πήγε μέσα στον κήπο, αυτός δε ανέβηκε στο βουνό και εκεί με δάκρυα παρακαλούσαν τον Θεό να τους χαρίσει ένα παιδί και να λύσει την ατεκνία τους. Κι ο Θεός τους έδωσε παιδί Άγιο την Υπεραγία Θεοτόκο.

Γέννηση της Υπεραγίας Θεοτόκου

Στη συνέχεια θα σας διηγηθώ λεπτομερώς τα σχετικά με τους προγόνους και τους απογόνους της Άννας.

Ο Ματθάν ήταν εικοστός τρίτος[2] απόγονος από το γένος του Δαβίδ[3] και του Σολομώντα. Αυτός νυμφεύθηκε την Μαρία από την φυλή του Ιούδα. Το ζευγάρι αυτό απόκτησε ένα γιο τον Ιακώβ ο οποίος ήταν πατέρας του Ιωσήφ του ξυλουργού (που εμνηστεύθει την Θεοτόκο) και τρεις θυγατέρες την Μαρία, την Σωβή και την Άννα. Η Μαρία αυτή γέννησε την Σαλώμη την μαία (μαμή). Η Σωβή γέννησε την Ελισάβετ[4] (την μητέρα του Προδρόμου) και η Άννα γέννησε την Θεοτόκο. Έτσι η Θεοτόκος είναι εγγονή του Ματθάν και της γυναίκας του Μαρίας. Επίσης η Ελισάβετ και η Σαλώμη ήταν ανηψιές της Άννας και πρώτες εξαδέλφες της Θεοτόκου.

[1] Η εορτή φαίνεται ότι ξεκίνησε τον 5ο-6ο αιώνα στα Ιεροσόλυμα. Από εκεί μεταφέρθηκε στην Κ/πολη τον 7ο αιώνα. Εισηγητής στην Κ/πολη φαίνεται να είναι ο Ανδρέας Κρήτης, ο οποίος έφθασε στη Βασιλεύουσα το 685 μ.Χ. Στη δύση η εορτή αν και έγινε γνωστή από τον πάπα Σέργιο τον 7ο αιώνα, επεκράτησε τελικά μετά τον 10ο αιώνα. Σχετικά με την εορτή του Γενεσίου έγραψαν πολλοί εκκλησιαστικοί συγγραφείς και πατέρες της εκκλησίας όπως ο Ανδρέας Κρήτης (†685 ή 675), Ιωάννης Δαμασκηνός, Νικήτας Παφλαγών (†900), Ιάκωβος μοναχός (†1099), Ισίδωρος Θεσσαλονίκης (†1200), Νεόφυτος ο Έγκλειστος (†1220), Φώτιος (†891), Καβάσιλας (14 αι.), Πρωτευαγγέλιον του Ιακώβου κ.α.

[2] Στη γενεαλογία του ευαγγελιστού Ματθαίου, ο Ματθάν αναφέρεται ως εικοστός έβδομος απόγονος του Δαβίδ.

[3] Ο προφήτης και βασιλιάς Δαβίδ ήταν τελευταίος γιος του Ιεσσαί και πατέρας του Σολομώντα. Γεννήθηκε στη Βηθλεέμ και κατοικούσε στη Γαβαά. Προφήτευσε σαράντα χρόνια και προείπε τον ερχομό του Χριστού εννιακόσια ενενήντα χρόνια πριν Αυτός γεννηθεί. Χρίστηκε βασιλιάς από τον προφήτη Σαμουήλ και, ενώ στην αρχή αναγνωρίστηκε ως βασιλιάς από την φυλή του, ύστερα τον αναγνώρισαν όλες οι φυλές του Ισραήλ. Ήταν έξοχος μουσικός και ποιητής, πολλοί δε από τους ψαλμούς της Π. Διαθήκης είναι δικά του δημιουργήματα

[4] Βλέπε Λουκά α΄, 5-25, 39-45 και 57-80.

Αρχιμανδρίτης Ιερώνυμος Κ. Δελημάρης,. Τι γιορτάζουμε στις γιορτές του Χριστού και της Παναγίας: Τα συναξάρια των δεσποτικών και των θεομητορικών εορτών της Εκκλησίας σε απλή γλώσσα, 1η έκδ. Ναύπακτος, Αδελφότης Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Ναυπάκτου, 2004