Menu Close

Ὑπέρ βωμῶν καὶ ἑστιῶν

Ὑπέρ βωμῶν καὶ ἑστιῶν

Εἴταν ἡ ὤρα τρεῖς καὶ τέταρτο. Κανονικά, σὲ δυόμιση ὧρες περίπου ἔπρεπε ν’ ἀρχίσει ἡ εἰσβολή. Ὁ Ἰωάννης Μεταξᾶς δὲν εἶχε καιρὸ νὰ χάνει.

Ἀνέβηκε γρήγορα τὸ σπίτι του, πῆρε τὸ τηλέφωνο, ξύπνησε τὸν Βασιλέα. Τὸν κατετόπισε σὲ ὅ,τι εἶχε συμβεῖ. Ὕστερα εἰδοποίησε τὸν Ἄγγλο Πρέσβυ. Ὁ Πάλλερετ ἀπάντησε πὼς ἀνεβαίνει ἀμέσως στὴν Κηφισιά. Στὸ μεταξύ, ὁ Μεταξᾶς εἰδοποίησε τηλεφωνικῶς τὸν Ἀρχηγὸ τοῦ Γενικοῦ Ἐπιτελείου Στρατοῦ ἀντιστράτηγο Παπάγο, τὸν Ἀρχηγὸ τοῦ Γενικοῦ Ἐπιτελείου Ναυτικοῦ ναύαρχο Σακελλαρίου. Συνεκάλεσε τὸ Ὑπουργικὸ Συμβούλιο στὸ Ὑπουργείο τῶν Ἐξωτερικών. Στὶς τέσσερις παρὰ τέταρτο ἐπεκοινώνησε τηλεφωνικῶς μὲ τοὺς Ἕλληνες πρέσβεις στὴν Ἄγκυρα καὶ στὸ Βελιγράδι.

Ὁ Ἄγγλος πρεσβευτὴς ἔφτασε στὴν Κηφισιὰ στὶς τέσσερες ἡ ὤρα. Ὁ Μεταξᾶς τοῦ ἀνεκοίνωσε τὰ σχετικὰ μὲ τὴν ἐπίδοση τοῦ τελεσιγράφου καὶ ζήτησε τὴν ἐνίσχυση τῆς Ἀγγλίας στὸν ἄνισο αὐτὸν ἀγῶνα ποὺ ἄρχιζε. Ὁ Πάλλερετ τὸν διαβεβαίωσε πὼς ἡ Ἀγγλία θὰ τηρήσει τὴν ἐγγύηση ποὺ εἶχε δώσει τὴν ἄνοιξη τοῦ 1939 κι’ ὅτι θὰ εἰδοποιήσει τὴν κυβέρνησή του.

Ἀμέσως ὕστερα ὁ Μεταξᾶς κατέβηκε στὴν Ἀθήνα. Στὶς τεσσερεσήμιση ἔφτασαν στὸ Ὑπουργεῖο τῶν Ἐξωτερικῶν ὁ Γεώργιος Β΄ μὲ τὸν διάδοχο Παῦλο. Μιὰ ὤρα ἀργότερα, ἄρχιζε ἡ συνεδρίαση τοῦ Ὑπουρικοῦ Συμβουλιου. Τὴν ἴδια ὤρα, γινόταν μιὰ παρασπονδία ἀντάξια τῆς ὅλης ὤς τότε ἰταλικῆς πολιτικῆς: Χωρὶς νὰ περιμένουν τὴν ἐκπνοὴ τῆς προθεσμίας ποὺ οἱ ἴδιοι ἔταξαν, οἱ Ἰταλοὶ ἄρχιζαν στὶς 5.30 τὴν ἐπίθεσή τους σ’ ὅλο τὸ πλάτος τοῦ ἀλβανικοῦ μετώπου.

Ἀλλὰ τὸ Ὑπουργικὸ Συμβούλιο, στὸ μεταξύ, συνεδρίαζε. Ὁ Μεταξᾶς, ἀνοίγοντας τὴ συνεδρίαση, εἶχε ἀναδράμει στὰ τῆς ἑλληνικῆς πολιτικῆς ἀπέναντι στὴν Ἰταλία, ἐξιστόρησε τὴ νυχτερινὴ σκηνὴ μὲ τὸν Γκράτσι. Συνεπέρανε:

– Αὐτὴ εἶναι, κύριοι συνάδελφοι, ἡ ὅλη ἐξέλιξις τῆς πολιτικῆς μας. Τώρα, ἐφ’ ὅσον πρόκειται νὰ ζητήσω τὰς ὑπογραφάς σας εἰς τὸ διάταγμα τῆς ἐπιστρατεύσεως, σᾶς δηλῶ ἀπεριφράστως ὅτι, οἱοσδήποτε ἐξ ὑμῶν ἔχει τυχὸν ἀντίρρησιν ἢ ἐπιφύλαξιν, μπορεῖ νὰ τὴν διατυπώσῃ ἐλευθέρως ἢ, ἄν διαφωνῇ, νὰ ὑποβάλῃ τὴν παραίτησίν του.

Ἡ συγκίνηση εἴταν βαθειά. Πῆρε ὁ Μεταξᾶς τὰ ἔτοιμα διατάγματα:

– Θέτω πρὸς ὑπογραφὴν τὰ διατάγματα ταῦτα, εἶπε, καὶ ὑπογράφω πρῶτος.

Ἔκανε τὸ σταυρό του, ὑπέγραψε τὸ διάταγμα τῆς γενικῆς ἐπιστρατεύσεως.

– Ὁ Θεὸς σώζοι τὴν Ἑλλάδα, εἶπε.

Ὁλοι τὸν μιμήθηκαν. Τὰ διατάγματα εἴταν πολλά: Τῆς ἐπιστρατεύσεως τοῦ Ναυτικοῦ, τῆς κηρύξεως τῆς χώρας σὲ κατάσταση πολιορκίας, τῆς κηρύξεως σ’ ἐμπόλεμη κατάσταση τῆς Ἀεροπορίας, τῆς ἀναλήψεως τῆς γενικῆς ἀρχηγίας τῶν ἐνόπλων δυνάμεων ἀπὸ τὸν Βασιλέα, τοῦ διορισμοῦ τοῦ στρατηγοῦ Παπάγου ὡς Ἀρχιστράτηγου τοῦ κατὰ ξηρὰν στρατοῦ. Οἱ ὑπουργοὶ ὑπέγραφαν στὴ σειρὰ καὶ ξανάλεγαν τὸ λόγο τοῦ πρωθυπουργοῦ: «Ὁ Θεὸς σώζοι τὴν Ἑλλάδα».

Ἔξω ξημέρωνε ἡ 28η Ὀκτωβρίου.

Άγγελος Τερζάκης, Ελληνική Εποποιία 1940-1941, Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα 1980.