Menu Close

29/6/2017

Ο Λόγος της Εκκλησίας είναι Θεός «Θεὸς ἦν ὁ Λόγος»

Ο Λόγος ομίλησε· είπε αυτά που γράφουν τα Ευαγγέλια. Αυτά τα Ευαγγέλια είναι ο Λόγος του Θεού στους ανθρώπους και ο λόγος του Θεού είναι ο Υιός και Λόγος του Θεού.

Όταν ο Λόγος του Θεού κατοικήσει μέσα στον χριστιανό, τότε ο χριστιανός εκφράζει κι αυτός το Λόγο, όχι λόγια του κόσμου.

Όταν οι άνθρωποι εξορίστηκαν απ’ τον Παράδεισο, δεν έχασαν το χάρισμα του λόγου, μα αυτός ο λόγος ήταν ανθρώπινος, μακρινή ανάμνηση του Λόγου Χριστού. Έτσι ο Λόγος Χριστός παραμερίστηκε και οι χριστιανοί, που ξέχασαν το Λόγο Χριστό, έγιναν θεολόγοι, δηλαδή μίλησαν για το Θεό με ανθρώπινα λόγια.

Τα ανθρώπινα λόγια μίλησαν για το Θεό σαν να επεξεργάζονταν κάποιο φυσικό αντικείμενο ή σαν να έβαζαν στο νου τους κάποιαν ιδέα, που είχε πηγή την ανθρώπινη φαντασία. Έτσι με την ανθρώπινη λογική και την ανθρώπινη φαντασία έγιναν θεολογικές σχολές, θεολογικά βιβλία, θεολόγοι-διανοούμενοι.

Ο Θεός όμως απουσιάζει απ’ αυτές τις θεολογικές ενασχολήσεις. Κι όταν γυρίσει κάποτε ν’ ακούσει τι λένε αυτοί οι θεολόγοι γι’ αυτόν βδελύσσεται (σιχαίνεται) τον χριστιανικό λόγο χωρίς Χριστό, δηλαδή χωρίς προέλευση Χριστού.

Στο θεολογικό λόγο χωρίς προέλευση από το Λόγο Χριστό βρίσκεται ο τέλειος σατανικός πειρασμός. Για πρώτη φορά ακούστηκε μέσα στον Παράδεισο η πρόταση για ένα τέτοιο λόγο με το «καὶ ἔσεσθε καὶ ὑμεῖς θεοὶ γινώσκοντες ἀγαθὸν καὶ πονηρόν». Κι από τότε οι άθεοι θεολόγοι επαίρονται ότι είναι κάποιου είδους θεοί.

Βλέπομε όμως ότι αυτή η εκτροπή, που συμβούλεψεν ο σατανάς μέσα στον Παράδεισο, δεν είναι βασικά εκτροπή λόγου· είναι εκτροπή ζωής με την παράβαση της θείας εντολής, μετά γίνεται εκτροπή γνώσεως και ακολουθεί το αναμενόμενο, που είναι εκτροπή λόγου. Η εκτροπή του λόγου δεν αναφέρεται καν στη σατανική πρόταση, γιατί είναι αυτονόητη.

Υπόδειγμα της εκτροπής λόγου μετά την αποκοπή από τον Δημιουργό Λόγο είναι οι τρεις πειρασμικές προτάσεις του σατανά προς τον Κύριο στην έρημο. Σ’ αυτές τις προτάσεις αντέταξαν ο Λόγος Χριστός το δικό του λόγο· αλλά ο λόγος του Χριστού δεν είναι μόνο λόγος αλλά ο ίδιος ο Λόγος που συνοδεύει τα λόγια Του κι εκφράζεται μ’ αυτά!

Αυτό δείχνει να το καταλαβαίνει καλά ο λαός μας, όταν σκύβει με ευλάβεια κάτω από το Ευαγγέλιο όταν το διαβάζει ο ιερέας. Αυτό το κάνει γιατί πιστεύει ότι από το Ευαγγέλιο δεν ακούγονται μόνο τα λόγια του Ευαγγελίου, αλλά εξέρχεται και ο ίδιος ο Λόγος και χαριτώνει τους πιστούς.

Η Εκκλησία προσφέρει το λειτουργικό λόγο της, που είναι ο Λόγος Χριστός εκφρασμένος από τους αγίους Ιεράρχες και είναι οπωσδήποτε χαρισματούχος. Ακόμα και αν ο λειτουργός δεν δονείται από τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, ο λόγος που βγαίνει από τα χείλη του μεταδίδει χάρη και ενέργεια του Λόγου Χριστού. Εκεί που έχομε πραγματική έκπτωση του χαρίσματος είναι στα συγγράμματα και στα κηρύγματα των θεολόγων, όταν αυτά γράφονται και λέγονται χωρίς κοινωνία του Αγίου Πνεύματος και τότε χάνεται η παρουσία του Λόγου Χριστού. Ο Κύριός μας πάντως με την άκρα Του συγκατάβαση συμβούλευε τους Ιουδαίους να ακούνε τους λόγους των Φαρισαίων και να εκτελούν τα παραγγέλματά τους («κατὰ τοὺς λόγους αὐτῶν ποιεῖτε») μόνο τα παραδείγματα της ζωής τους να μη μιμούνται («κατὰ τὰ ἔργα αὐτῶν μὴ ποιεῖτε»).

Στην εποχή μας έχει ιδιαίτερα δοξαστεί ο άνθρωπος ως κέντρο του κόσμου· απ’ αυτό βγήκε και ο όρος ανθρωπισμός. Ο άνθρωπος χωρίς την κοινωνία με το Θεό βάζει τα πάντα, και το Θεό μαζί, απέναντί του και τα εξετάζει για να πλουτίσει τις γνώσεις του και να ικανοποιήσει τη δίψα να κρίνει τα πάντα και να κατακτήσει, όπως νομίζει, την αλήθειά τους. Κι όταν θέλει να τιμήσει κάτι, πιστεύει ότι αυτός μπορεί να το στολίσει με ωραίες περιγραφές κι έτσι να το δείξει όμορφο. Μέσα σε όλα περιλαμβάνουν και το Θεό και όλα τα θεολογικά πράγματα και τα εκφράζουν με θαυμαστικά και με καλολογικά στοιχεία και μόνον έτσι με την ικανοποίηση πως έκαναν ένα ωραίο θεολογικό σύγγραμμα η ένα πετυχημένο κήρυγμα είναι πολλοί, νομίζω, οι λογοτέχνες που πιστεύουν ότι, αν τους ανέθεταν να διασκευάσουν τα Ευαγγέλια και να τα διατυπώσουν λογοτεχνικότερα, θα τα κατάφερναν καλύτερα από τους Ευαγγελιστές.

Ο λόγος του Ευαγγελίου όμως είναι πολύ απλός, γιατί δεν χρειάζεται στολίσματα και είναι πάντοτε σοβαρός και ενεργητικός ο λόγος του Θεού ακόμα κι όταν δεν διαβάζεται ωραία όπως λ.χ. όταν λειτουργούσαν ο παπα-Νικόλας ο Πλανάς. Κι αυτοί που παραπονούνται για τον «ξύλινο» λόγο της Εκκλησίας, ας αποφεύγουν τα κηρύγματα και τα πολλά θεολογικά συγγράμματα.

Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, που ήταν ο ταχτικός ψάλτης στον άγιον Ελισσαίον, αρνήθηκε επίμονα να κάνει κηρύγματα παρά τις πολλές προτάσεις από το εκκλησίασμα, γιατί, όπως έλεγεν, «η Εκκλησία τα λέει όλα».

Έτσι μπορούμε κι εμείς είτε να αρκούμαστε στο λειτουργικό λόγο της Εκκλησίας είτε να συγκαταβαίνομε στον ατελή κηρυγματικό λόγο ζητώντας απ’ το Θεό να διορθώνει τα πράγματα.

Κωνσταντίνος Γανωτής, Περιοδικό ΠΕΙΡΑΪΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ, αρ. φύλλου 227, Ιούνιος 2011, σελ. 34-35